Στο Μεικτό Ορκωτό Εφετείο της Αθήνας αναβιώνει η υπόθεση της δολοφονίας του 63χρονου ναυτικού, το πτώμα του οποίου βρέθηκε σε καταψύκτη διαμερίσματος στην Καλλιθέα τον Ιανουάριο του 2016.
Στο εδώλιο κάθεται η πρώην σύζυγός του, βουλγαρικής καταγωγής, η οποία πρωτοδίκως έχει καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη για την ανθρωποκτονία του συζύγου της, αλλά και μια φίλη της η οποία, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, βοήθησε τη συμπατριώτισσά της να βρει ανθρώπους για να σκοτώσουν τον ναυτικό.
Ο 63χρονος είχε εξαφανιστεί στις αρχές του 2015. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, η βασική κατηγορούμενη επικοινώνησε με τον ναυτικό καλώντας τον στο σπίτι που είχε νοικιάσει στην Καλλιθέα, επικαλούμενη ασθένεια του γιου τους. Όταν εκείνος μπήκε στο διαμέρισμα, δέχθηκε χτυπήματα στο κεφάλι, με τους δράστες να τον ακινητοποιούν, αφού προηγουμένως τον είχαν αναγκάσει να πιει ποτό στο οποίο είχαν ρίξει υπνωτικό.
Στην κατάθεσή τους οι δικαστικοί επιμελητές, οι οποίοι ήταν κι εκείνοι που βρήκαν το πτώμα του άτυχου ναυτικού, περιέγραψαν στους δικαστές το αποτρόπαιο θέαμα που αντίκρισαν ανοίγοντας τον καταψύκτη. «Στις 12 Ιουνίου 2016 μαζί με τον συνάδελφό μου, έναν κλειδαρά και τον ιδιοκτήτη του διαμερίσματος, πήγαμε να κάνουμε έξωση καθώς δεν πλήρωνε η κατηγορούμενη το μίσθωμα. Όταν ανοίξαμε μύριζε κλεισούρα. Είδαμε στο χολ τον καταψύκτη που είχε μαύρες ταινίες. Εκείνη την ώρα λέω χαριτολογώντας στους άλλους: "Λέτε να έχει άνθρωπο εδώ μέσα;". Άνοιξα τον καταψύκτη και τον έκλεισα αμέσως. Λέω μήπως δεν είδα καλά. Φωνάζω τους υπόλοιπους, ξανανοίγουμε τον καταψύκτη και βλέπουμε ένα πτώμα. Ήταν δεμένος χειροπόδαρα με σχοινιά, πλάτη, σε εμβρυακή στάση. Ταράχτηκα και κάλεσα την Αστυνομία».
Ο δεύτερος δικαστικός επιμελητής στην κατάθεσή του υποστήριξε ότι καταψύκτης είχε ρεύμα για αυτό και το πτώμα δεν ήταν σε αποσύνθεση.
Ο ιδιοκτήτης του διαμερίσματος υποστήριξε ότι τον Νοέμβριο του 2014 είχε νοικιάσει το σπίτι στην πρώην σύζυγο του ναυτικού, η οποία έμενε μαζί με το παιδί της. Είχε επιλέξει να μείνει κοντά στο σπίτι του πρώην συζύγου της «για να είναι κοντά με τον πατέρα του το παιδί».
Όπως είπε, από τον Ιούλιο του 2015 η κατηγορούμενη σταμάτησε να πληρώνει το ενοίκιο και κινήθηκε δικαστικά. Όταν μπήκε στο σπίτι, δεν πίστευε στα μάτια του όταν άνοιξε τον καταψύκτη.
«Όταν ανοίξαμε την πόρτα του διαμερίσματος μας έκανε εντύπωση μαύρη ταινία που είχε ο καταψύκτης. Όταν τον ανοίξαμε, είδαμε το πτώμα. Δεν ήθελα να το πιστέψω. Μου κόπηκαν τα πόδια. Είδα μόνο την πλάτη. Τους λέω "τώρα τι γίνεται;".. Αναθεμάτισα την τύχη μου...».
Ο αστυνομικός του τμήματος ανθρωποκτονιών, ο οποίος βρισκόταν μαζί με την κατηγορούμενη, υποστήριξε ότι κατά την προανακριτική της απολογία, η κατηγορούμενη ισχυρίστηκε ότι είχε εκμυστηρευτεί στην συγκατηγορούμενή της ότι ήθελε να βρει κάποιους για να σκοτώσουν τον άνδρα της: «Την έφερε σε επαφή με έναν φίλο της Ρουμάνο και με άλλους δύο ομοεθνείς του, δίνοντάς τους ένα ποσό. Είχε ενημερώσει ψευδώς ότι το παιδί είχε πυρετό για να τον αναγκάσει το θύμα να πάει στο σπίτι. Τότε οι Ρουμάνοι τον χτύπησαν και του έδωσαν χάπια».
Η δίκη συνεχίζεται με καταθέσεις μαρτύρων.
naftemporiki.gr