Από την έντυπη έκδοση
Της Έφης Τριήρη
[email protected]
Όλα τα βλέμματα είναι στραμμένα στον εμπορικό πόλεμο και στο ποιος θα είναι τελικά ο μεγάλος νικητής. Μήπως όμως οι νικητές και οι χαμένοι θα πρέπει να αναζητηθούν σε ένα άλλο πεδίο, σε αυτό της νομισματικής πολιτικής;
Είναι γεγονός ότι η εύκολη πρόσβαση της Κίνας σε αμερικανικά δολάρια στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας πυροδότησε φούσκες σε διάφορες κατηγορίες ενεργητικού, συμβάλλοντας στη διόγκωση του παγκόσμιου χρέους και βάζοντας τα θεμέλια της χαμηλού κόστους και της εξαρτημένης από τις εξαγωγές κινεζικής οικονομίας. Μόνο εάν περιοριστεί η προσφορά φθηνού χρήματος θα μπορούσε να αλλάξει και η σημερινή κατάσταση ανάμεσα στις δύο υπερδυνάμεις του πλανήτη.
Ουσιαστικά, το χρήμα πηγαίνει εκεί που υπάρχει απόδοση και η Κίνα έχει δείξει πως έχει όρεξη να το απορροφήσει. Από το 2009 έως το 2014 η Κίνα εκτιμάται ότι έχει πάρει περί τα 2 τρισ. δολάρια από το χρήμα που έχει ρίξει η Fed στις αγορές από την πολιτική των χαμηλών επιτοκίων, όπως εκτιμά σε ανάλυσή του το Bloomberg. Αυτό το φθηνό κεφάλαιο δημιούργησε φθηνά εξαγωγικά προϊόντα, διαμορφώνοντας ταυτόχρονα όμως και μια συμπεριφορά αντίθετη στον ανταγωνισμό. Οι κινεζικές επιχειρήσεις μπορούν να λειτουργούν με πολύ χαμηλότερο κόστος από τις αμερικανικές, με αποτέλεσμα να ανταμείβονται στις αγορές κεφαλαίου, παρά τις αυξανόμενες ενδείξεις για κλοπή δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.
Για τον λόγο αυτό, ο καλύτερος τρόπος για να σταματήσει αυτή η «υπερβολή» της Κίνας είναι να περιοριστεί η διαθεσιμότητα του δολαρίου. Ένας τρόπος, σύμφωνα με την ανάλυση του Bloomberg, είναι να σταματήσουν οι νέες αρχικές δημόσιες εγγραφές κινεζικών επιχειρήσεων στις ΗΠΑ. Ήδη, οι αμερικανικές ρυθμιστικές αρχές έχουν λάβει μέτρα, με αποτέλεσμα οι δημόσιες εγγραφές από κινεζικές επιχειρήσεις να έχουν υποχωρήσει από τις αρχές του έτους έως σήμερα στα 2,8 δισ. δολάρια συγκριτικά με τα 30 δισ. δολάρια του 2014. Οι ΗΠΑ θα πρέπει να κλείσουν την πόρτα σε όλες τις δημόσιες εγγραφές από την Κίνα, έως ότου το Πεκίνο συμφωνήσει να διεξάγει έρευνες και να πατάξει τα φαινόμενα απάτης από τις εισηγμένες εταιρείες.
Μία άλλη προτεινόμενη λύση φέρεται να είναι η φορολόγηση των κινεζικών επενδύσεων, μέτρο που θα καθιστούσε λιγότερο ελκυστική την τοποθέτηση κινεζικού χρήματος σε αμερικανικό ενεργητικό, κάτι που θα μείωνε την ανισορροπία στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και κατ’ επέκταση και το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ.
Το κλειδί αυτή τη στιγμή το κρατά η Φέντεραλ Ριζέρβ με τη νομισματική πολιτική της. Βεβαίως, υπάρχουν πολλά ανοικτά μέτωπα, καθώς πέραν της Κίνας υπάρχει και η αμερικανική οικονομία που επιβραδύνεται, αργά μεν, αλλά σταθερά.
Και φυσικά επίκειται η εκλογική αναμέτρηση του 2020 στις ΗΠΑ, που έχει αναχθεί σε «προσωπική υπόθεση» του Τραμπ.