Από την Πέμπτη (01.08) ισχύει απαγόρευση ολικής κάλυψης του προσώπου σε δημόσιους χώρους. Κανείς όμως δεν φαίνεται πρόθυμος να επιβάλει την εφαρμογή του νόμου. Ούτε και η ίδια η αστυνομία. Τί λένε οι δήμαρχοι;
Ήδη πριν από την εφαρμογή του νόμου, τα περισσότερα νοσοκομεία της Ολλανδίας ενημέρωσαν τις εργαζόμενες που φορούν μπούρκα, ότι δεν πρόκειται να εμποδίσουν την πρόσβαση στο χώρο εργασίας τους εάν δεν θέλουν να τη βγάλουν. Το επιχείρημά τους είναι, ότι η νοσηλεία των ασθενών είναι σημαντικότερη από την εφαρμογή ενός ενδυματολογικού νόμου και ότι η πρακτική εφαρμογή του ανήκει στη δικαιοδοσία της αστυνομίας και όχι στους γιατρούς και τις νοσοκόμες. Από την πλευρά της η αστυνομία τουίταρε αντίθετα, ότι ο έλεγχος για την εφαρμογή του νέου νόμου ανήκει στους εργαζόμενους, στο χώρο ισχύος του νόμου και μόνο όταν κάποιος αρνείται να βγάλει τη μπούρκα ή το νικάμπ μπορεί να καλεί την αστυνομία.
Απροθυμία εφαρμογής
Η έμφαση δίνεται στο «μπορεί» γιατί και η διατύπωση του νόμου περιλαμβάνει αυτό το ρήμα, το οποίο σημαίνει πρακτικά ότι κανείς δεν μπορεί να αναγκάσει κάποιον να αφαιρέσει το κάλυμμα του προσώπου είτε είναι αυτό μπούρκα και νικάμπ είτε κράνος μοτοσικλέτας. Δεν είναι όμως μόνο τα νοσοκομεία που επιδεικνύουν μειωμένη διάθεση να επιβλέψουν την τήρηση του νόμου αλλά και οι επιχειρήσεις αστικών συγκοινωνιών. «Προτεραιότητά μας είναι να αποκλιμακώσουμε την κατάσταση και να διασφαλίσουμε την απρόσκοπτη λειτουργία λεωφορείων και τραίνων», είπε στο ολλανδικό ειδησεογραφικό πρακτορείο ΑΝΡ ο Πέδρο Πέτερς από το σύνδεσμο των επιχειρήσεων περιφερειακών δικτύων OVNL.
Αλλά πόσους ή πόσες αφορά ο νέος νόμος; Ανάμεσα στα 17 εκατομμύρια κατοίκων στην Ολλανδία υπολογίζεται ότι 150 γυναίκες φορούν τακτικά μπούρκα ή νικάμπ και άλλες 250 καλύπτουν περιστασιακά το πρόσωπό τους. Δηλαδή ο συνολικός αριθμός δεν ξεπερνά τις 400 γυναίκες. Φυσικά, σε δημόσιους χώρους δεν επιτρέπεται να κυκλοφορούν μοτοσικλετιστές με το κράνος τους εφόσον καλύπτει όλο το πρόσωπο. Επειδή όμως ο νέος νόμος αφορά κυρίως στις γυναίκες, ονομάστηκε εν συντομία «νόμος κατά της μπούρκας». Η απροθυμία εφαρμογής του δεν σημαίνει σε καμιά περίπτωση ότι το θέμα στερείται σημασίας στην Ολλανδία.
Και οι μη μουσουλμάνοι απορρίπτουν τον κόσμο
Καταρχήν χρειάστηκαν 14 χρόνια για να θεσπιστεί, κατά δεύτερον, στον μουσουλμανικό κόσμο η πρόσληψη ενός τέτοιου θέματος γίνεται με διαφορετικό τρόπο από ότι στην κοσμική Ολλανδία, υποστηρίζει στην εφημερίδα Volkskrant ο εμπειρογνώμων σε θέματα αραβικού κόσμου, Γιαν Γιαπ ντε Ρούλτερ από το Πανεπιστήμιο Τίλμπουργκ. «Στην Ολλανδία υπερτερεί ο συμβολικός χαρακτήρας του νόμου, σαν να μπορούμε τώρα να επιστρέψουμε στην καθημερινή πολιτική αλλά τόσο εύκολο δεν είναι. Για τους ακραιφνείς μουσουλμάνους η απαγόρευση της μπούρκας αποτελεί παράδειγμα καταπίεσης των αδελφών τους εν Αλλάχ στο δυτικό κόσμο». Ο Αμπντούλ Γιαμπάρ βαν ντε Φεν, Ολλανδός που έγινε μουσουλμάνος ιεροκήρυκας κάλεσε τις γυναίκες που φορούν μπούρκα να παραβλέψουν τον νόμο. Το ισλαμικό κόμμα NIDA που συμμετέχει στο δημοτικό συμβούλιο του Ρότερνταμ, πρότεινε να αναλάβει εκείνο την κάλυψη του προστίμου. Ο πρόεδρος του κόμματος Νουρντίν ελ Ουαλί ανέφερε ότι δεν φοβάται τόσο την αυστηρή στάση της αστυνομίας, όσο μήπως οι πολίτες πάρουν το νόμο στα χέρια τους. Διότι στην Ολλανδία ισχύουν τα λεγόμενα «δικαιώματα των πολιτών», που τους επιτρέπουν να συλλαμβάνουν κάποιον παραβάτη μέχρις ότου έρθει η αστυνομία.
Αλλά και οι μη μουσουλμάνοι απορρίπτουν τον νόμο. Καμιά μεγάλη πόλη δεν φαίνεται διατεθειμένη να τον εφαρμόσει. Η δήμαρχος του Άμστερνταμ Φέμκε Χάλσεμ είχε δηλώσει ήδη από τον περασμένο Νοέμβριο ότι απαγόρευση μπούρκας στην πόλη της δεν θα υπάρξει. Αλλά και ο μουσουλμάνος δήμαρχος του Ρότερνταμ θεωρεί ότι υπάρχουν άλλες προτεραιότητες. «Το Ρότερνταμ έχει μεγάλα προβλήματα, δολοφονίες, ναρκωτικά, η στροφή της κοινωνίας στην εγκληματικότητα». Ο μόνος που έδειξε τη χαρά του ήταν ο εθνολαϊκιστής Γκεερτ Βίλντερς, ο οποίος έκανε λόγο για μια ιστορική ημέρα. Τώρα, όμως που ο νόμος θα μείνει, όπως φαίνεται, μόνο στα χαρτιά, ξανατουίταρε: «Μας απειλούν με τζιχάντ λόγω της απαγόρευσης μπούρκας. Θα έρθουν και χειρότερα. Αδιαφορούν για τους νόμους μας, τις αξίες μας και τη Δημοκρατία και θέλουν να επικρατήσουν με κτηνώδη βία».