Ανάλυση
Του Γιώργου Φωκιανού
[email protected]
Η πολιτική σύγκρουσης που ακολουθεί η Τουρκία απέναντι στη Δύση, αφενός με κλιμάκωση των προκλήσεων σε Ανατολική Μεσόγειο και Αιγαίο, αφετέρου μέσω του εναγκαλισμού με τη Ρωσία του Βλάντιμιρ Πούτιν, βάζει για πρώτη φορά στο τραπέζι το ενδεχόμενο κυρώσεων, έστω στοχευμένων, σε βάρος της Άγκυρας.
Ωστόσο, απέναντι σε μια χώρα - μέλος του ΝΑΤΟ, η οποία αποτελεί μέρος των 20 πιο ισχυρών και αναδυόμενων οικονομιών του κόσμου, «οικοδεσπότη» παραγωγικών μονάδων ξένων συμφερόντων και χώρο φιλοξενίας εκατοντάδων χιλιάδων μεταναστών και προσφύγων, το διακύβευμα επιβολής κυρώσεων -σύμφωνα με ξένους αναλυτές- είναι πολύ μεγάλο.
Βέβαια πάντα υπάρχει ένα όριο, το οποίο ο «Σουλτάνος» Ερντογάν πλησιάζει επικίνδυνα, αν δεν το έχει ήδη περάσει. Και αυτό γιατί πέραν των παράνομων γεωτρητικών ενεργειών εντός της κυπριακής ΑΟΖ και των χρόνιων προκλήσεων και παραβιάσεων στο Αιγαίο, ο Τούρκος πρόεδρος έρχεται σε ευθεία αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ, με κύρια αφορμή το πυραυλικό σύστημα S-400, το Συριακό αλλά και τη σύμπλευση με τον Πούτιν σε πληθώρα θεμάτων.
Πλέον ο διεθνής παράγοντας προσμετρά τόσο τα ενεργειακά ζητήματα στην Ανατολική Μεσόγειο, όσο και τα οικονομικά συμφέροντα που δραστηριοποιούνται στην Τουρκία. Από γεωπολιτική άποψη διαμορφώνεται ένα σύνθετο σκηνικό, καθώς παρά τις απειλές της Ουάσιγκτον για κυρώσεις στην Άγκυρα -μετά και την υπερψήφιση του «East Med Act» από την πλειοψηφία των μελών της επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Γερουσίας των ΗΠΑ- ο Τραμπ σίγουρα δεν επιθυμεί να «σπρώξει» οριστικά τον Τούρκο ομόλογό του στην αγκαλιά της Μόσχας και της Τεχεράνης.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες βλέπουν Ελλάδα και Κύπρο ως παράγοντες σταθερότητας στην περιοχή. Έχουν άλλωστε και μεγάλα οικονομικά συμφέροντα, καθώς η αξία του κοιτάσματος στον στόχο «Γλαύκος» (ΕxxonMobil) υπολογίζεται μεταξύ 30 και 40 δισ. δολαρίων. Από την πλευρά του, όμως, ο Ερντογάν εισπράττει τις εξελίξεις ως αποκλεισμό της Τουρκίας από την ενεργειακή «πίτα» και, ανεξάρτητα από το τι προβλέπει το διεθνές δίκαιο, τραβάει το σχοινί.
Ο ρόλος της αυτοκινητοβιομηχανίας
Η αυτοκινητοβιομηχανία αποτελεί τον πλέον εξωστρεφή κλάδο της τουρκικής οικονομίας, κατέχοντας τα πρωτεία στις τουρκικές εξαγωγές σε όρους αξίας εξαχθέντων, καλύπτοντας, το ένα πέμπτο σχεδόν (18,2%) επί του συνόλου των εξαγωγών, ενώ αξίχει να σημειωθεί πως σημαντικότερη αγορά για τις εξαγωγές είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση με ποσοστό που υπερβαίνει το 80% του συνόλου.
Παράλληλα, οι κυριότεροι κατασκευαστές είναι μεγάλες ευρωπαϊκές και ασιατικές αυτοκινητοβιομηχανίες όπως Renault, Fiat Chrysler, Toyota, Hyundai, Mercedes Benz κ.α. Αξίζει να σημειωθεί πως σημειώθηκε η αύξηση κατά 63% της παραγωγικής ικανότητας του κλάδου μεταξύ των ετών 2006-2018 με αποτέλεσμα η Τουρκία να ανέρχεται πλέον στην 14η θέση παγκοσμίως σε ό,τι αφορά την παραγωγή επιβατηγών οχημάτων και στην 9η θέση σε ό,τι αφορά την παραγωγή ελαφρών φορτηγών.
Ως εκ τούτου πιθανή επιβολή οικονομικών «μέτρων» θα μπορούσε να επιφέρει πλήγμα στον κλάδο και στις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην περιοχη.
Όλα στη ζυγαριά
Στο πλαίσιο αυτό, τίθεται το ερώτημα ποιο είναι το περιθώριο της Τουρκίας προκειμένου να μην εξαντλήσει την ανοχή Ε.Ε. και ΗΠΑ. Ή αλλιώς μέχρι ποιο σημείο η Δύση προτίθεται να κάνει, θα έλεγε κανείς, τα στραβά μάτια απέναντι στην Άγκυρα, αρκούμενη στη φραστική καταδίκη της τουρκικής στάσης, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα στον Ερντογάν να συνεχίσει στον δρόμο που τόσο καλά ξέρει, ή αν θα προχωρήσει τελικά σε απτές πράξεις, με το κόστος που τις συνοδεύει.