«Καμπανάκι» για τον κίνδυνο «εκτροχιασμού της ποινικής δικαιοσύνης» κρούει η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος σε ψήφισμα της έκτακτης γενικής της συνέλευσης, απευθύνοντας έκκληση στους αρμόδιους φορείς να προχωρήσουν άμεσα στις αναγκαίες νομοθετικές πρωτοβουλίες εν όψει των νέων δεδομένων που δημιουργούν ο νέος Ποινικός Κώδικας και ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας.
Στο ψήφισμά της η Ένωση υπενθυμίζει ότι εξέφρασε επανειλημμένως έντονες επιφυλάξεις σχετικά με επιμέρους διατάξεις των Κωδίκων προειδοποιώντας «για τον κίνδυνο μαζικών παραγραφών και δημιουργίας αισθήματος ατιμωρησίας αλλά και για την αδυναμία πρακτικής βιωσιμότητας νεοσύστατων θεσμών, χωρίς την προγενέστερη εξασφάλιση της αναγκαίας ενίσχυσης του ανθρωπίνου δυναμικού και των υλικοτεχνικών υποδομών της Εισαγγελίας».
Σημειώνει ακόμη ότι πρότεινε την απόσυρσή των Κωδίκων «προκειμένου μέσα από περαιτέρω διαβούλευση των επιστημονικών φορέων να αρθούν οι αστοχίες επιμέρους διατάξεων και να ληφθεί η δέουσα πρόνοια για την δημιουργία των ελάχιστων αναγκαίων υποδομών πρακτικής εξυπηρέτησής τους».
Η ΕΕΕ σημειώνει ωστόσο ότι «λίγες ημέρες πριν την ημερομηνία έναρξης εφαρμογής τους, διαπιστώνεται με βεβαιότητα ότι, υπό τις υφιστάμενες συνθήκες, καθίσταται αδύνατη η αποτελεσματική εφαρμογή των νέων θεσμών εξωδικαστικής διευθέτησης των ποινικών διαφορών αλλά και η προσήκουσα εποπτεία της εκτέλεσης των νεοσύστατων μορφών έκτισης ποινής». Όπως εξηγεί, οι θεσμοί αυτοί ευδοκιμούν σε πολλά προηγμένα ευρωπαϊκά κράτη απ’ όπου και αναπαρήχθησαν στη χώρα μας «δίχως όμως να ληφθεί καμία πρόνοια για τη δημιουργία περιβάλλοντος ωφέλιμης και αποδοτικής ενσωμάτωσής τους στα υφιστάμενα δεδομένα της ποινικής δίκης».
Τονίζει παράλληλα ότι «δεν ελήφθη καμία παράλληλη νομοθετική πρωτοβουλία προς το σκοπό της επιτάχυνσης της ποινικής δίκης, όπως η κατάργηση ή η περαιτέρω περιστολή της χρονοβόρας ενδιάμεσης διαδικασίας των δικαστικών συμβουλίων που παρακωλύει την περαίωση των εκκρεμών υποθέσεων, αλλά τουναντίον ενισχύθηκε και μεταφέρθηκε στον ήδη ασθμαίνοντα από τα οργανικά κενά και την ανυπαρξία υποδομών πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας».
Η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος κάνει ειδική αναφορά και στην κατάργηση της εφαρμογής «του κατά γενική ομολογία πετυχημένου θεσμού του Μονομελούς Εφετείου» εκτιμώντας ότι στο εγγύς μέλλον θα διαφανούν «οι απτές αρνητικές επιπτώσεις στο χρόνο περαίωσης των εκκρεμών υποθέσεων αρμοδιότητας του Εφετείου».
Επίσης, όπως σημειώνει, «η μοναδική για τα ευρωπαϊκά, ίσως και παγκόσμια δεδομένα πολυνομία ποινικών διατάξεων, όχι μόνο δεν αντιμετωπίστηκε αποτελεσματικά με την αποποινικοποίηση ήσσονος σημασίας αδικημάτων των ειδικών ποινικών νόμων, αλλά ενισχύθηκε αφενός με την αναβάθμιση σε πλημμελήματα τέως πταισματικών παραβάσεων του Ποινικού Κώδικα, αλλά και την παράλληλη κατάργηση του παραβόλου της υποβολής έγκλησης σε αμιγώς κατ’ έγκληση διωκόμενα αδικήματα».
Η ΕΕΕ προειδοποιεί για «τον άμεσο κίνδυνο να οδηγηθεί σε πρωτοφανείς συνθήκες ασφυξίας το σύστημα απονομής της ποινικής δικαιοσύνης» και καλεί την Πολιτεία να προβεί άμεσα στις αναγκαίες νομοθετικές πρωτοβουλίες, όπως:
- Στην πλήρωση των κενών και στην αύξηση των οργανικών θέσεων εισαγγελικών λειτουργών (ειδικά του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας), δικαστικών υπαλλήλων και επιμελητών κοινωνικής αρωγής, καθώς και στη σύσταση δικαστικής αστυνομίας,
- Στην εξασφάλιση της αναγκαίας υλικοτεχνικής υποδομής στις Εισαγγελίες της χώρας,
- Στην αποποινικοποίηση ήσσονος ποινικής απαξίας αδικημάτων, κατάργηση ή περιστολή της ενδιάμεσης διαδικασίας των συμβουλίων, επαναφορά του θεσμού του Μονομελούς Εφετείου και διόρθωση επιμέρους αστοχιών των κωδίκων που έχουν εντοπιστεί.