Από την έντυπη έκδοση
Της Έφης Τριήρη
[email protected]
Πλήθος δημοσιευμάτων πλέκουν τελευταίως το εγκώμιο της Ελλάδας για τις εντυπωσιακές επιδόσεις της στις αγορές και τους υψηλότερους από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης ρυθμούς ανάπτυξης. Με τρεις εξόδους στις αγορές ομολόγων εδώ και εννέα μήνες και έχοντας ήδη καλύψει με τις δύο τελευταίες εκδόσεις το 70% των δανειακών αναγκών της για φέτος, η χώρα μας αναβαθμίζεται από «παρίας» σε «πρωταγωνιστή» της Ευρωζώνης στο ραντάρ των επενδυτών. Υψηλόβαθμοι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι τη βλέπουν να κινείται στον σωστό δρόμο, ενώ τα τελευταία στοιχεία τη δείχνουν να κινείται με τον υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης από το 2007, γεγονός που έχει ωθήσει πολλούς επενδυτές να κάνουν λόγο για εντυπωσιακή ανάκαμψη.
Είναι γεγονός ότι ο βασικός χρηματιστηριακός δείκτης της Αθήνας καταγράφει φέτος κέρδη 26%, στο καλύτερο πρώτο εξάμηνο δύο δεκαετιών, κέρδη πολύ μεγαλύτερα από αυτά ευρωπαϊκών δεικτών. Και η απόδοση του 10ετούς ελληνικού κρατικού ομολόγου στο 3,3% απέχει παρασάγγας από το περίπου 40% που είχε βρεθεί στο απόγειο της κρίσης χρέους. Γιατί όμως αυτή την ανάκαμψη δεν τη νιώθουν οι κάτοικοι αυτής της χώρας; Γιατί δεν έχει γίνει αισθητή στην καθημερινή τους ζωή; Πολλοί Έλληνες παλεύουν να πάρουν ανάσα από τα χρέη που έχουν συσσωρευθεί όλα αυτά τα έτη της κρίσης και των αλλεπάλληλων μνημονίων, όταν η ελληνική οικονομία συρρικνώθηκε περισσότερο από ένα τέταρτο.
Οι μισθοί μειώνονταν ετησίως 3,5% την περίοδο 2008-2017, σύμφωνα με στοιχεία του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας (ILO), η ανεργία, στο 18,5%, παραμένει από τις υψηλότερες στην Ε.Ε., ενώ το «κύμα» φυγής των νέων από τη χώρα συνεχίζεται, σε αναζήτηση καλύτερου εργασιακού μέλλοντος στο εξωτερικό. Από την αρχή της κρίσης, χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις έχουν κλείσει, το ατομικό διαθέσιμο εισόδημα έχει συρρικνωθεί, ενώ περί τα 4 εκατομμύρια φορολογούμενοι, ήτοι το 37% του πληθυσμού, οφείλουν στο κράτος περισσότερα από 100 δισ. ευρώ σε ληξιπρόθεσμες οφειλές.
Το δημόσιο σύστημα υγείας είναι γεμάτο «πληγές», ενώ το εκπαιδευτικό σύστημα αντικατοπτρίζει σε μεγάλο βαθμό τις αδυναμίες της οικονομίας και της κοινωνίας. Οι δραματικές επιπτώσεις της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης αποτυπώνονται σε πρόσφατη έκθεση του ΟHE για την «Παγκόσμια Ευτυχία», που δείχνει ότι οι Έλληνες υπήρξαν ο πιο δυστυχισμένος λαός στον ανεπτυγμένο κόσμο την περίοδο 2016-18. Το κενό που έχει δημιουργηθεί είναι τεράστιο και αμφίβολο το πώς θα καλυφθεί. Χρειάζεται κάτι περισσότερο από τις παραπάνω καλές επιδόσεις των αγορών για να μπορέσουν όλα αυτά να γίνουν αντιληπτά στον απλό εργαζόμενο και συνταξιούχο. Το θέμα είναι... μπορεί να γίνει αυτό το κάτι παραπάνω;