Οι μεγάλες καθυστερήσεις στη δίκη της Χρυσής Αυγής μπαίνουν στο «στόχαστρο» της Wall Street Journal, με την εφημερίδα να σχολιάζει σε εκτενές ρεπορτάζ της ότι «η αργή Δικαιοσύνη στην Ελλάδα επιτρέπει σε φασιστικό κόμμα να ευημερεί».
«Στα βάθη της ελληνικής οικονομικής κρίσης, μέλη του φασιστικού κινήματος "Χρυσή Αυγή" επιτίθενταν επίμονα σε μετανάστες, πολιτικούς αντιπάλους και συνδικαλιστές. Όταν η αστυνομία είπε ότι ένα μέλος του σκότωσε αριστερό ραπ καλλιτέχνη μπροστά σε μάρτυρες και ομολόγησε, οι ελληνικές αρχές ενήργησαν, διώκοντας το κόμμα ως εγκληματική οργάνωση. Σχεδόν έξι χρόνια αργότερα η δίκη της Χρυσής Αυγής έχει "κολλήσει", σε μία υπόθεση που υπογραμμίζει τη δυσλειτουργία του ελληνικού δικαστικού συστήματος» αναφέρει χαρακτηριστικά το άρθρο της WSJ.
Η εφημερίδα επικαλείται ακτιβιστές δικαιωμάτων που τονίζουν ότι η βία στους δρόμους από μέλη της Χρυσής Αυγής βρίσκεται σε άνοδο το τελευταίο διάστημα και περιγράφει το πώς ένα από τα πιο ακραία κινήματα στην Ευρώπη, που ιδρύθηκε το 1993 από μία «μικροσκοπική σέκτα οπαδών του Χίτλερ» έφτασε το 2012 να μπει στη Βουλή με 21 έδρες και να διατηρεί έως σήμερα ποσοστό περίπου 8% στις δημοσκοπήσεις. Η ανθεκτικότητά της, παρά το γεγονός ότι δεν κρύβει ιδιαίτερα τη νεοναζιστική κλίση της, σχολιάζει η WSJ, έχει σοκάρει πολλούς ανθρώπους, σε ένα έθνος, το οποίο υπέφερε υπό την κατοχή των Ναζί.
Στο ρεπορτάζ επισημαίνεται ακόμη ότι οι εισαγγελείς δημιούργησαν φάκελο με δεκάδες υποθέσεις βίας για τη Χρυσή Αυγή, ενώ απαγγέλθηκαν κατηγορίες σε 68 μέλη της, ανάμεσά τους και στην ηγεσία του κόμματος. Σημειώνεται ότι οι κατηγορούμενοι δικάζονται για δολοφονία, απόπειρα δολοφονίας, κατοχή παράνομων όπλων, ρατσιστική βία, ξέπλυμα χρήματος και λειτουργία εγκληματικής οργάνωσης και υπενθυμίεζται η δήλωση του εισαγγελέα που είχε αναλάβει την υπόθεση, Θανάση Καμπαγιάννη: «Η δίκη της Χρυσής Αυγής είναι η μεγαλύτερη δίκη μιας φασιστικής εγκληματικής οργάνωσης μετά τη δίκη της Νυρεμβέργης».
Η αμερικανική εφημερίδα γράφει πως η δίκη έπρεπε να είχε διαρκέσει 18 μήνες. Οι διαδικασίες όμως, κινήθηκαν με «ρυθμό σαλιγκαριού», επισημαίνει, καθώς για μεγάλο χρονικό δεν μπορούσε να βρεθεί μεγάλη αίθουσα, ώστε να χωρά τους κατηγορούμενους και τους εμπλεκόμενους. Ακολούθησε η απεργία των δικηγόρων, που πάγωσε τη διαδικασία για έξι μήνες το 2016, ενώ στη συνέχεια δεν μπορούσε να βρεθεί ένας προτζέκτορας, προκειμένου να προβληθούν οι φωτογραφίες και τα βίντεο, ως ντοκουμέντα της υπόθεσης, ενώ κάποιες συνεδρίες ακυρώθηκαν διότι δεν υπήρχε θέρμανση, θυμίζει το άρθρο.
Σε δηλώσεις του, ο υπουργός Δικαιοσύνης, Μιχάλης Καλογήρου τονίζει ότι «από τον Οκτώβριο υπήρξε πραγματική προσπάθεια αντιμετώπισης των τεχνικών ζητημάτων. Υπάρχει τώρα μία αίθουσα κατάλληλη για τη δίκη και οι δικαστές ασχολούνται αποκλειστικά με την υπόθεση αυτή, ενώ έχουμε το μέγιστο δυνατό αριθμό μηνιαίων ακροάσεων».
naftemporiki.gr