Ευρώπη και Κίνα: Στη μέση η Ελλάδα

Άσκηση ισορροπίας σε τεντωμένο σχοινί η συμμετοχή στους 17 + 1
Παρασκευή, 26 Απριλίου 2019 11:18
ΑΠΕ-ΜΠΕ/Andrea Bonetti
A- A A+

Η πρωτοβουλία της κυβέρνησης να εντάξει την Ελλάδα στην πρωτοβουλία 16+1, για πολλούς «προγεφύρωμα» της Κίνας στην Ευρώπη, καταγράφεται μέσα σε ένα εξαιρετικά σύνθετο περιβάλλον με ευκαιρίες αλλά και ρίσκα για όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές. Η επέλαση του κινεζικού δράκου, η γραμμή άμυνας της Ευρώπης και το «άνοιγμα» Τσίπρα στο Πεκίνο.

Οδικός χάρτης made in China

H πρωτοβουλία 16+1, πλέον 17+1 με την προσθήκη της Ελλάδας, ξεκίνησε το 2012, με το Πεκίνο να ανακοινώνει επενδύσεις ύψους 15,4 δισ. δολαρίων στις 16 χώρες που συμμετείχαν. Οι 11 χώρες, πλέον 12 με την ελληνική συμμετοχή, ήταν κράτη – μέλη της Ε.Ε. Περισσότερο από το 70% του κινεζικού κεφαλαίου θα προοριζόταν στις 5 χώρες που δεν ήταν μέλη της Ε.Ε.

Η συγκεκριμένη ενέργεια της Κίνας, η οποία αξιοποίησε την ευκαιρία της ευρωπαϊκής οικονομικής κρίσης προσεγγίζοντας τους αδύναμους κρίκους της Γηραιάς Ηπείρου, εντάσσεται στο πλαίσιο της στρατηγικής της για το λεγόμενο BRI - Belt and RoadInitivative, με κεντρική ιδέα την ενοποίηση της περιοχής από την Ανατολική, Κεντρική και ΝΑ Ασία έως την Ευρώπη, υπό τον συντονισμό του Πεκίνου, μέσω εμπορικών δικτύων για τη μεταφορά προϊόντων, ανθρώπινου δυναμικού, δεδομένων και τεχνογνωσίας.

Παράγοντας - «κλειδί» στον κινεζικό σχεδιασμό, όπως αναφέρθηκε και σε πρόσφατο workshop που διοργάνωσε το Ινστιτούτο Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων με τη συμμετοχή εμπειρογνωμόνων, είναι οι επενδύσεις στις υποδομές για τη δραστική μείωση του μεταφορικού κόστους. Απώτερος στόχος είναι η επίτευξη και διατήρηση υψηλών ρυθμών ανάπτυξης, η πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα, η διασφάλιση κομβικών εμπορικών διαδρόμων, η ανάπτυξη παγκόσμιων αλυσίδων προστιθέμενης αξίας και η αναζήτηση νέων επενδυτικών ευκαιριών. Στον αντίποδα, η φτωχή επιστροφή των επενδύσεων, η πολιτική αστάθεια στις περιοχές που σχετίζονται με τα κινεζικά συμφέροντα  και η αρνητική δημοσιότητα γύρω από το κινεζικό brand name είναι οι βασικές πηγές ανησυχίας του Πεκίνου σε αυτήν τη διαδρομή.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις, καθώς το Πεκίνο είναι φειδωλό στην παροχή δεδομένων, περίπου το 60% της κινεζικής χρηματοδότησης στα projects του BRI αφορά σιδηροδρομικές υποδομές και την ενιαία λειτουργία τους. Το σκέλος αυτό έχει το υψηλότερο κόστος για την Κίνα, σε αντίθεση με τις επενδύσεις σε λιμάνια. Τα μεγαλύτερα οφέλη για την Κίνα προέρχονται από τις επενδύσεις στις χώρες της Νότιας Ασίας και της Μέσης Ανατολής, οι οποίες «νιώθουν πιο καλά» με την κινεζική παρουσία, σε αντίθεση με τις χώρες της Δύσης.

Η γραμμή άμυνας της Ευρώπης

Η πρωτοβουλία 17+1, το κλαμπ των χωρών της ανατολικής Ευρώπης στις οποίες προστέθηκε η Ελλάδα στοχεύοντας στην εμβάθυνση των σχέσεων με την Κίνα, αποτελεί πεδίο αυξανόμενης επιρροής του Πεκίνου στη Γηραιά Ήπειρο και ως τέτοιο προκαλεί έκδηλη καχυποψία στους κόλπους της Ε.Ε, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να ανησυχεί ότι η κινεζική διείσδυση θα διαιρέσει την Ένωση και τελικά θα την αποδυναμώσει απέναντι σε μια υπερδύναμη στο μέγεθος της Κίνας.

Επισήμως, η κινεζική πλευρά έχει αρνηθεί ανάλογες προθέσεις και τα κράτη - μέλη της Ε.Ε. που συμμετέχουν στο κλαμπ επικαλούνται απλώς την ευκαιρία να σταθούν ως υπολογίσιμοι συνομιλητές του Πεκίνου, προσπερνώντας το μικρό τους μέγεθος μέσω της συνεργασίας τους, διαβεβαιώνοντας ότι στις διαβουλεύσεις αυτές δεν παραβιάζουν τις αρχές και τους κανόνες που διέπουν το ευρωπαϊκό δίκαιο.

Από την πλευρά της, η Ε.Ε. στον πυρήνα της τονίζει ότι οι κινεζικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Ευρώπη απολαμβάνουν τα οφέλη της ελεύθερης αγοράς, σε αντίθεση με τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις στην Κίνα. Επιπλέον, υπογραμμίζει την κινεζική απόκλιση από τις διεθνείς διακηρύξεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα. O φόβος της Ε.Ε. αφορά τον κίνδυνο η Ευρώπη να απολέσει τον έλεγχο των υπερσύγχρονων τεχνολογιών και στρατηγικών υποδομών – ενδεικτικά τα παραδείγματα της εξαγοράς του γερμανικού παραγωγού ρομποτικής Kuka από την κινεζική Midea και η ανάληψη του ελληνικού λιμένα Πειραιά από την κινεζική Cosco.

«Η πρωτοβουλία 17 + 1 είναι μια σημαντικά ερεθιστική ενέργεια για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής στις Βρυξέλλες, το Παρίσι και το Βερολίνο, οι οποίοι θεωρούν ότι το Πεκίνο οδηγεί μια σφήνα στην ενότητα της ΕΕ, αν και αυτή η περιφερειακή πλατφόρμα μπορεί να συνιστά περισσότερο μια αντίδραση των ανατολικών Ευρωπαίων παρά μια ένδειξη αυθεντικής προτίμησης στην Κίνα», επισημαίνει ο Πλάμεν Τόντσεφ, επιστημονικός συνεργάτης στο Ινστιτούτο Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων, για θέματα Ασίας.

Σε κάθε περίπτωση, είναι προφανές ότι η Κίνα δεν θα επιθυμούσε διενέξεις με την Ευρώπη, πόσο μάλλον εμπορικό πόλεμο με τις ΗΠΑ, καθώς τα δεδομένα που διαμορφώνονται μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον διακυβεύουν την προοπτική του BRI.

Ο ρόλος της Ελλάδας και το φλερτ ΣΥΡΙΖΑ - Κίνας

Οι κινεζικές επενδύσεις στην Ευρώπη εκτείνονται δια της θαλάσσης από τη Μεσόγειο έως τη Βόρεια Ευρώπη και χερσαίως από την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη έως το Λονδίνο. Περίπου 40 σιδηρόδρομοι συνδέουν περίπου 15 ευρωπαϊκές πόλεις με την Κίνα. Όμως περισσότερο από το 90% των εμπορευμάτων μεταξύ Κίνας και Ευρώπης, στο οποίο αντιστοιχεί περισσότερο από το 60% της αξίας στο συνολικό διμερές εμπόριο, μεταφέρονται δια της θαλάσσης. Εξ ου και η επένδυση της Cosco στον Πειραιά, από τα πιο κερδοφόρα projects της Κίνας στον Δρόμο του Μεταξιού.

Από τον Ιούλιο του 2016 και την πρώτη επίσκεψη του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στην Κίνα, η ελληνική κυβέρνηση στέλνει ιδιαίτερα θετικά μηνύματα προς το Πεκίνο. Ως εκ τούτου, τουλάχιστον στο επίπεδο της επίσημης ρητορικής, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μετακινηθεί από την αρχική του αντίθεση στις ξένες επενδύσεις. «Στην πραγματικότητα, η προσέγγιση της κυβέρνησης Τσίπρας με την Κίνα μπορεί να είναι τόσο ουσιαστική όσο και επιδεικτική, ώστε να δείξει στους διεθνείς πιστωτές της Ελλάδας ότι η χώρα δεν είναι απομονωμένη και απολαμβάνει την υποστήριξη του Πεκίνου. Κατά έναν τρόπο, αυτή η πολιτική μπορεί να οδηγείται από μια αναζήτηση εναλλακτικών λύσεων έναντι της ΕΕ. Μπορεί επίσης να οφείλεται στο γεγονός ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ είναι πιο άνετη με τον κινεζικό τύπο κρατικού καπιταλισμού παρά με ιδιωτικές εταιρείες που επενδύουν στην Ελλάδα», αναφέρεται σε μελέτη των Πλάμεν Τόντσεφ και Πολυξένης Δαβαρίνου για το Ινστιτούτο Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων, τον Δεκέμβριο 2017.

Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, ο πρόεδρος της Κίνας Ξι Ζιπίνγκ έχει αποκαλέσει την Ελλάδα ως τον πιο σημαντικό στρατηγικό εταίρο και ως τον πιο αξιόπιστο φίλο της Κίνας στην ΕΕ. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τον Ιούλιο 2016 η Ελλάδα ήταν η μία από τις τρεις χώρες - μέλη της ΕΕ, μαζί με την Ουγγαρία και την Κροατία, που αντιτάχθηκαν στην υιοθέτηση ψηφίσματος για τη διένεξη στη θάλασσα της Νότιας Κίνας. Έναν χρόνο μετά, τον Ιούνιο 2017, η Ελλάδα ανέστειλε κοινό ψήφισμα της ΕΕ στον ΟΗΕ το οποίο θα επέκρινε τη στάση του Πεκίνου απέναντι στα ανθρώπινα δικαιώματα. Δεν θα πρέπει ίσως να προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι την πορεία των σχέσεων μεταξύ Ελλάδας και Κίνας, όπως αυτές εξελίσσονται, παρακολουθούν στενά και προβληματισμένες οι Βρυξέλλες, σε μια περίοδο κατά την οποία διαμορφώνουν πλέον μηχανισμούς ελέγχου για τις ξένες επενδύσεις της Κίνας στην Ευρώπη.

Σημειωτέον, έρευνα της Public Issue το 2016 στην ελληνική κοινή γνώμη έδειχνε ότι το 70% είχε θετική άποψη για την Κίνα και το 67% προέτρεπε για οικονομική συνεργασία μαζί της. Αντίστοιχη δημοσκόπηση της Kapa Research το ίδιο έτος αναδείκνυε την Κίνα, μετά τη Ρωσία, ως τη δεύτερη πιο προτιμητέα χώρα με την οποία η Ελλάδα θα πρέπει να επιδιώξει στενότερες σχέσεις.

Οι κινεζικές επενδύσεις στην Ελλάδα

Οι βασικοί τομείς της ελληνικής οικονομίας στους οποίους έχει παρουσία η Κίνα είναι οι μεταφορές, ενέργεια, τηλεπικοινωνίες, real estate και τουρισμός. Η συντριπτική πλειοψηφία των κινεζικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στη χώρα είναι θυγατρικές μεγάλων κρατικών εταιρειών, γεγονός που ισχύει ασφαλώς και στην περίπτωση της Cosco, η οποία ελέγχεται κατά 100% από την κρατική εταιρεία COSCO Shipping (Hong Kong) Ltd. Αντίστοιχα η State Grid, μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες ηλεκτρικής ενέργειας στον κόσμο, στην οποία πέρασε το 24% του ΑΔΜΗΕ, κατέχει μονοπώλιο στην Κίνα.

Το ΙΟΒΕ έχει υπολογίσει ότι τα δημόσια έσοδα από τις δύο συμφωνίες της Ελλάδας με την Cosco, την παραχώρηση του 2008 και την αγορά μετοχών το 2016, θα έχουν αποφέρει περίπου 890 εκατ. ευρώ έως το 2025. «Η Ελλάδα οφείλει να συνεχίσει (όπως έχουν κάνει όλες οι κυβερνήσεις τα τελευταία χρόνια) να κινείται προσεκτικά και διορατικά σε δύο κυρίως επίπεδα: Από τη μία να διαφυλάξει την μέχρι σήμερα πρωτοπορία της και έξωθεν μαρτυρία ως «καλό παράδειγμα» επενδυτικής δραστηριότητας της Κίνας σε ευρωπαϊκό έδαφος και από την άλλη να συμβάλει στην ενιαιοποίηση της ευρωπαϊκής πολιτικής, αξιοποιώντας την αυξημένη βαρύτητα που της δίνει ο πρωτοποριακός της ρόλος. Αξίζει εδώ να σημειώσουμε πως παρά τις όποιες –αυτονόητες- επιφυλάξεις ευρωπαίων εταίρων απέναντι στην μεγάλη επένδυση της κινεζικής Cosco στο λιμάνι του Πειραιά, η συνεργασία αυτή αποτελεί παράδειγμα ως προς τον σεβασμό κανόνων και αδειοδοτήσεων, τις συνθήκες εργασίας και το επίπεδο των αμοιβών και ως προς τον μακροπρόθεσμο και συνεπή επενδυτικό σχεδιασμό», ανέφερε πρόσφατα ο πολιτικός επιστήμονας Γιώργος Παπούλιας σε σημείωμα που εξέδωσε το Δίκτυο για τη Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και την Ευρώπη.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι κινεζικές εταιρείες στην Ελλάδα, πέρα από παράπονα για τη χαμηλή ποιότητα των δημόσιων υπηρεσιών και την πολυπλοκότητα της ελληνικής νομοθεσίας, έχουν διατυπώσει ενστάσεις για την υποχρέωσή τους να καταβάλλουν κοινωνικές παροχές του κινεζικού προσωπικού στο ελληνικό κράτος.

Τα διλλήματα απέναντι στον «δράκο»

Το συνολικό εμπόριο ανάμεσα στην ΕΕ και στην Κίνα υπολογίζεται σε περισσότερο από 1 δισ. ευρώ ημερησίως. Στο εσωτερικό της Ε.Ε. διίστανται οι απόψεις ανάμεσα στα κράτη - μέλη ως προς το σημείο στο οποίο θα πρέπει να τραβήξουν κόκκινες γραμμές απέναντι στην Κίνα, στα πεδία των κινεζικών επενδύσεων και της εθνικής ασφάλειας.

Ανεξάρτητοι αναλυτές εκτιμούν ότι τόσο το BRI όσο και μια συμφωνία ελεύθερου εμπορίου (FTA) ανάμεσα στην Ε.Ε. και την Κίνα,η οποία πάντως δεν δείχνει εύκολα εφικτή μεσοπρόθεσμα, είναι σενάρια στα οποία δυνητικά και υπό προϋποθέσεις μπορούν να κερδίσουν και οι δύο πλευρές στο μέλλον, μειώνοντας αφενός τα μεταφορικά κόστη -έως και 40%, σύμφωνα με ειδικούς- αφετέρου την αβεβαιότητα στο μεταξύ τους εμπόριο.

Όμως για να φτάσει κανείς εκεί, θα πρέπει προηγουμένως να υποβάλλει ορισμένα καθόλου ρητορικά ερωτήματα, όπως τα διατυπώνει ο Πλάμεν Τόντσεφ για την περίπτωση της Ελλάδας: «Υπάρχει επαρκής πολιτική βούληση και διοικητική ικανότητα, έτσι ώστε τα εμπόδια στην υλοποίηση των ξένων επενδύσεων να καταργηθούν αποτελεσματικά; Ο ενδεχόμενος αντίκτυπος των ξένων επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένων των κινεζικών σχεδίων, παρακολουθείται και αξιολογείται κατάλληλα από το ελληνικό κράτος; Μόνο το κινεζικό επενδυτικό κεφάλαιο μπορεί να εξασφαλίσει την ώθηση που χρειάζεται η ελληνική οικονομία, ώστε να μπορέσει να ξεφύγει από το τέλμα;».

Οι χώρες που συμμετέχουν στην πρωτοβουλία 17+1 είναι οι ακόλουθες: Βουλγαρία, Αλβανία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία, Πολωνία, Ρουμανία, Σλοβακία, Σλοβενίας, Σερβία, Ουγγαρία, Κροατία, Μαυροβούνιο, Τσεχία, Βόρεια Μακεδονία, Ελλάδα + Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας.

naftemporiki.gr

 

Προτεινόμενα για εσάς



Δημοφιλή