Από την έντυπη έκδοση
Tου Α. Δ. Παπαγιαννίδη
[email protected]
Για να είμαστε ειλικρινείς, επιδίωξή μας είναι να μιλήσουμε μάλλον για «σούρσιμο και ισορροπισμούς» - όμως προτιμήσαμε να προτείνουμε ως τίτλο, κοσμιότερα, το «αποεπιτάχυνση και ισορροπίες».
Όσο θα τελειώνει ο χρόνος για να κλείσει και ο κύκλος της δεύτερης μεταΜνημονιακής αξιολόγησης με το Eurogroup της 5ης Απριλίου -μέχρι να προσπεραστεί και αυτή η μέρα, κανείς να μην έχει βεβαιότητες: έχουμε κι εμείς στην Ελλάδα εκλογές, έχουν όμως και οι υπόλοιποι υπουργοί του Eurogroup τις δικές τους…- τόσο η έμφαση από τη δική μας πλευρά θα τίθεται στις τακτικές ισορροπίες.
Ήδη η Τρόικα -καλά, εντάξει, οι Θεσμοί σε σύνθεση των επικεφαλής- διώχνει για αρχές Μαΐου την έλευσή της στην Αθήνα. Ώστε να απωθηθεί και η επόμενη, 3η Έκθεση της ενισχυμένης μεταΜνημονιακής παρακολούθησης για μετά τις ευρωεκλογές -ξαναθυμηθείτε: δεν έχουμε μόνον εμείς, έχει και ο Όλαφ Σολτς για παράδειγμα εκλογές που πλησιάζουν-, αλλά και για μετά την επισημοποίηση του πρωτογενούς πλεονάσματος 2018 από τη Eurostat, στις 23 Απριλίου, με προσδοκία αναβάθμισης από S&P στις 26 Απριλίου.
Βέβαια, θα έχουν προηγηθεί -στο περιθώριο της Εαρινής Συνόδου ΔΝΤ και Παγκόσμιας Τράπεζας στην Ουάσιγκτον, 10-12 Απριλίου- οι διαβουλεύσεις για το πώς θα δοθεί στην Ελλάδα λίγο λάσκο. Όχι αναγκαστικά στα πλαίσια ενός Washington Group όπως παλιά, όχι μόνο με τη «διαπραγμάτευση» μερικής αποπληρωμής του τμήματος δανείου ΔΝΤ που υπερβαίνει την quota της Ελλάδας (δηλαδή κάπου 6 δισ. από το σύνολο 9,5 που απομένουν).
Μόνο που δίπλα στις δικές μας τις ισορροπίες υπάρχουν και οι δικές τους. Και των Ευρωπαίων, όπως είδαμε, αλλά και του καημένου του ΔΝΤ το οποίο «χρειάζεται» να προσπεράσει κάποτε την ελληνική του περιπέτεια.
Εκείνο που θα διαδραματισθεί κυρίως, όμως, θα είναι η διατήρηση ή μη ρόλου παρακολούθησης του ΔΝΤ επί των ελληνικών πραγμάτων, ρόλου που να προσπερνάει αισθητά τις Εκθέσεις του Άρθρου IV: κι εδώ, θυμηθείτε τις ανάγκες -προεκλογικά- του καλού εκείνου Όλαφ Σολτς! Και… μην παραβλέψετε ότι μετά τις ευρωεκλογές, δεν είναι καθόλου απίθανο να αρχίσει να πηγαίνει προς το τέλος της η κυβέρνηση Συνασπισμού στο Βερολίνο (άρα και η θητεία Σολτς ως ΥΠΟΙΚ).
Κάτι τέτοια προσπαθούμε να περιγράψουμε μιλώντας για ισορροπίες, ή μάλλον για ισορροπισμούς. Εκείνο που ζήσαμε ως διαπραγμάτευση-σε-τεντωμένο-σκοινί για την προστασία πρώτης κατοικίας/μετά-τον-Νόμο Κατσέλη, εκείνο που τώρα θα δούμε να εξελίσσεται σε νομοθέτηση των 120 δόσεων για Εφορία και για Ταμεία (που δεν θα είναι, πάλι, ακριβώς το υπεσχημένο αλλά θα έχει κλιμακώσεις ρύθμισης και κατώφλια προστασίας), σε αυτήν ακριβώς τη λογική των ισορροπιών εντάσσεται.
Μόνο που δίπλα στις δικές μας τις ισορροπίες υπάρχουν και οι δικές τους. Και των Ευρωπαίων, όπως είδαμε, αλλά και του καημένου του ΔΝΤ το οποίο «χρειάζεται» να προσπεράσει κάποτε την ελληνική του περιπέτεια.
Εδώ, όμως, περνάμε σε μια παράξενη αντιστροφή: μετά την Έκθεση Στουρνάρα/ΤτΕ που διατύπωσε πρόβλεψη για ρυθμό ανάπτυξης του 2019 στο μόλις 1,9%, η ελληνική πλευρά κινδυνεύει να… λατρέψει το Ταμείο! Διότι αν η επίσημη πρόβλεψη του δικού μας Προϋπολογισμού για φέτος είναι ανάπτυξη 2,5% και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στις Ενδιάμεσες Προβλέψεις (Φεβρουαρίου) στο 2,2%, το Ταμείο μιλάει ακόμη για 2,4% (η S&P μας είχε «δώσει» ένα 2,4%).
Ασφαλώς δεν είναι σοβαρή μια συζήτηση για δέκατα της ποσοστιαίας μονάδας, άμα μάλιστα δούμε την περιορισμένη ευστοχία ιδίως των ξένων στις προβλέψεις της ελληνικής πορείας (Την πρόβλεψη ΤτΕ θα τείναμε να την πάρουμε πολύ στα σοβαρά ακριβώς επειδή ακολουθεί εκείνην του ΙΟΒΕ για 2% - εδώ και καιρό).
Λόγω του ότι βρισκόμαστε στο μέσον -ή μήπως και στο τέλος…- προεκλογικής εκστρατείας, απ’ όλα όσα συνόδευσαν τη δυσοίωνη πρόβλεψη Στουρνάρα για τον ρυθμό ανάπτυξης στη μόλις μεταΜνημονιακή Ελλάδα περισσότερο «κρατήθηκαν» στη δημόσια συζήτηση εκείνα που αναφέρονταν σε συστάσεις του για συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, ή πάλι σε προειδοποιήσεις για τις αυριανές νάρκες των δικαστικών αποφάσεων περί αναδρομικών κ.ο.κ. ή πάλι για τις επιπτώσεις μέτρων όπως η αύξηση του κατώτατου ανεξαρτήτως παραγωγικότητας.
Τολμούμε να πούμε ότι πιο κοντά στη ρίζα του προβλήματος της αποεπιτάχυνσης της ελληνικής οικονομίας -σε ρυθμούς οι οποίοι, ειλικρινά, παραπέμπουν μάλλον σε σούρσιμο- βρίσκεται η συνειδητοποίηση ότι διεθνώς το κλίμα βαραίνει.
Με το α’ 3μηνο του 2019 να τρέχει με 2,1% (έναντι 4% στα μέσα του 2018) στην παγκόσμια οικονομία, το δε διεθνές εμπόριο να οπισθοχωρεί στο 2,9% (έναντι 3,7%). Άμα όμως -για να μείνουμε στα δικά μας- περάσει η αίσθηση του σουρσίματος, όλες οι ισορροπίες κινδυνεύουν να ξεφύγουν. Οπότε, και η έγκριση του 1 δισ. στο Eurogroup, δεύτερης τάξεων ζήτημα.