Της Μάρως Βακαλοπούλου
[email protected]
Οι Βρετανοί δεν θέλουν να αποχωρήσουν από την Ευρωπαϊκή Ένωση χωρίς να έχουν προηγουμένως καταλήξει σε μία συμφωνία με τις Βρυξέλλες. Αυτό είναι σαφές έπειτα από τη χθεσινή ψηφοφορία στο βρετανικό κοινοβούλιο. Δεν θέλουν όμως ούτε τη συμφωνία, στην οποία κατέληξε η πρωθυπουργός τους Τερέζα Μέι έπειτα από δύο χρόνια επίπονων διαπραγματεύσεων με τους Ευρωπαίους αξιωματούχους. Επίσης σαφές, έπειτα από δύο ψηφοφορίες στη βουλή – η πρώτη τον Ιανουάριο, η δεύτερη την Τρίτη – όπου με μεγάλη πλειοψηφία είπαν κατηγορηματικά «όχι». Ο χρόνος όμως δεν σταματά. Ακόμη και αν απόψε, σε μία ακόμη «ιστορική» ψηφοφορία, αποφασίσουν να παρατείνουν για λίγο ακόμη το Brexit, μετά την καταληκτική τυπικά 29η Μαρτίου, πρέπει να πάρουν μία απόφαση. Το ερώτημα που θέτουν οι Βρυξέλλες – και όχι μόνο – είναι τι πραγματικά προσδοκούν οι Βρετανοί βουλευτές.
Γιατί είναι τόσο περίπλοκο το Brexit;
Ένας λόγος που το αφήγημα του Brexit γίνεται τόσο περίπλοκο είναι διότι, όπως τουλάχιστον παρουσιάζεται έξω από τον μικρόκοσμο του βρετανικού κοινοβουλίου, οι Βρετανοί βουλευτές δεν ξέρουν τι πραγματικά θέλουν. Για την ακρίβεια, είναι η παντελής ασυμφωνία χαρακτήρων που καθιστά αυτό το διαζύγιο θυελλώδες: τόσο πολλές διαφορετικές απόψεις, ώστε φαντάζει σχεδόν αδύνατον αυτό το κατακερματισμένο κοινοβούλιο, με τις αντικρουόμενες φωνές ακόμη και εντός των κομμάτων, να καταφέρει να βαδίσει σε μία κοινή γραμμή για την έξοδο της χώρας από την Ένωση, σχολιάζει η Liberation.
Ίσως από τις ελάχιστες φορές που θα καταφέρουν να συμφωνήσουν, οι Βρετανοί βουλευτές αναμένεται να ψηφίσουν απόψε υπέρ μίας παράτασης του Brexit. Σε κάθε περίπτωση, η Τερέζα Μέι τόνισε για μία ακόμη φορά χθες το βράδυ ότι εάν δεν ψηφιστεί κάποια συμφωνία έως τις 29 Μαρτίου, η άτακτη έξοδος της χώρας από την Ε.Ε. παραμένει ένα πολύ πιθανό σενάριο, με ό,τι ολέθριες συνέπειες θα έχει αυτό για τη βρετανική οικονομία. Εξ ου και η ίδια προτίθεται να επιμείνει στη συμφωνία της φέρνοντας τη για τρίτη φορά στη Βουλή των Κοινοτήτων.
Εάν το Ηνωμένο Βασίλειο αποχωρήσει βάσει των όρων αυτής της συμφωνίας της Μέι με τις Βρυξέλλες, λίγα επί της ουσίας θα αλλάξουν, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα. Ένα βασικό κομμάτι της συμφωνίας είναι η λεγόμενη μεταβατική περίοδος των 21 μηνών από την ημέρα που η χώρα θα ανοίξει την πόρτα της Ε.Ε.: το εμπόριο θα συνεχίσει να πραγματοποιείται περίπου όπως σήμερα και οι πολίτες θα συνεχίσουν να μπορούν να κινούνται ελεύθερα μεταξύ των χωρών σαν να ήταν το Ηνωμένο Βασίλειο ακόμα μέλος της Ε.Ε. Η λογική αυτής της μεταβατικής περιόδου είναι να επιτρέψει στη Βρετανία και την Ε.Ε. να καταλήξουν σε μία μόνιμη εμπορική σχέση.
Ποιο είναι λοιπόν το πρόβλημα των βουλευτών κατά της συμφωνίας;
Στην πλειονότητά τους, οι Βρετανοί βουλευτές ανησυχούν για το τι μέλλει γενέσθαι για τη χώρα μετά το πέρας της μεταβατικής περιόδου. Ξεκινώντας από το ακανθώδες θέμα του backstop (το λεγόμενο δίχτυ ασφαλείας για την αποφυγή των σκληρών ιρλανδικών συνόρων), μία μεγάλη μερίδα βουλευτών ανησυχεί ότι η χώρα θα εξακολουθήσει να τελεί «υπό τον ζυγό» της Ένωσης, δέσμια των κοινοτικών κανόνων. Και αυτό διότι, εάν σε αυτή τη μεταβατική περίοδο, δεν υπάρξει τελικά εμπορική συμφωνία, Λονδίνου – Βρυξελλών, σε ένα μέρος της χώρας θα διατηρηθεί η τελωνειακή ένωση με την Ε.Ε. Ιρλανδία και Βόρεια Ιρλανδία θα αποτελούν στο εξής τα χερσαία σύνορα του Ηνωμένου Βασιλείου με την Ε.Ε.
Εάν τελικά το άτακτο Brexit δεν αποφευχθεί, δηλαδή η χώρα αποχωρήσει χωρίς μεταβατική περίοδο, δεν θα υππάρξει χρόνος για μία πιο συγκεκριμένη εμπορική συμφωνία με την Ένωση, όπερ σημαίνει ότι η χώρα θα εμπορεύεται βάσει των κανόνων του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, όπως συμβαίνει με πολλές χώρες εκτός της Ε.Ε.
Οι περισσότεροι βουλευτές συνεπώς που απεύχονται και απορρίπτουν το σενάριο της μη συμφωνίας είναι διότι προβλέπουν τις καταστροφικές συνέπειες για τη βρετανική οικονομία, τη σημαντική αναστάτωση στον κλάδο των επιχειρήσεων, τις τεράστιες ουρές των φορτηγών στα σύνορα, τις ελλείψεις σε νωπά προϊόντα και φάρμακα κ.λπ.
Οι Brexiters δεν φοβούνται την «καταστροφολογία»
Υπάρχουν βεβαίως και οι πιο τολμηροί, οι σκληροπυρηνικοί Brexiters, οι οποίοι εκτιμούν ότι όλα αυτά είναι υπερβολές. Πολλοί συνεπώς από εκείνους που πρωτοστάτησαν στην εκστρατεία υπέρ του Brexit το 2016 πιστεύουν μέχρι κεραίας ότι η Βρετανία όχι μόνο δεν θα χαθεί, αλλά θα ευδοκιμήσει από ένα ξεκάθαρο διαζύγιο από την Ένωση, χωρίς τους επιβαρυντικούς κοινοτικούς κανονισμούς.
Επιπλέον, οι «σκληροί» του Brexit φοβούνται ότι τελικά το Ηνωμένο Βασίλειο δεν θα καταλήξει ποτέ σε εμπορικές συναλλαγές με άλλες χώρες εάν παγιδευτεί σε μία τελωνειακή ένωση με την Ε.Ε. Επίσης, υποστηρίζουν ότι η χώρα θα γλιτώσει με αυτόν τον τρόπο και τον «λογαριασμό του διαζυγίου», τα 39 δισ. στερλίνες που θα κληθεί να πληρώσει βάσει των όρων της συμφωνίας της Μέι.
Τέλος, αλλά πολύ σημαντικό για τους ευρωσκεπτικιστές του Συντηρητικού Κόμματος κυρίως, η παραμονή του no deal Brexit αυξάνει τη διαπραγματευτική δυνότητα της χώρας απέναντι στις Βρυξέλλες, καθώς επιμένουν ότι η Ένωση έχει επίσης πολλά να χάσει από μία άτακτη έξοδο της Βρετανίας.
Οι άλλες απόψεις
Διατυπώνοντα ασφαλώς και άλλες απόψεις. Οι Εργατικοί, για παράδειγμα, επιθυμούν να παραμείνει η Βρετανία στην τελωνειακή ένωση με την Ε.Ε., ενώ ορισμένοι βουλευτές του Τζέρεμι Κόρμπιν, αλλά και μερικοί Τόρις οραματίζονται μία ακόμη στενότερη σχέση με την Ένωση, κατά το πρότυπο της Νορβηγίας.
Εφόσον λοιπόν οι Βρετανοί βουλευτές αδυνατούν να συμφωνήσουν πιο είναι το καλύτερο για τη χώρα, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα ζητήσουν απόψε μία παράταση. Το πιθανότερο είναι πως θα την έχουν. Αυτό άφησε να εννοηθεί χθες και η Γερμανίδα καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ. Το Λονδίνο ωστόσο θα πρέπει να είναι ξακάθαρο στις Βρυξέλλες για ποιον λόγο ζητεί αυτήν την αναβολή – ενδεχομένως για τη διεξαγωγή ενός δεύτερου δημοψηφίσματος. Η βρετανική κυβέρνηση έχει πλέον τη δυνατότητα να αποσύρει εντελώς το Brexit μονομερώς, αν και το κλίμα που επικρατεί επί τους παρόντος στη Βρετανία δεν προμηνύει κάτι τέτοιο.