Της Ανθής Αγγελοπούλου
Σε έρευνα, τα ευρήματα της οποίας δημοσιεύθηκαν στο επιστημονικό περιοδικό «The Journal of Neuroscience», οι ερευνητές εξέτασαν με νέες μεθοδολογίες τη σχέση μεταξύ όσφρησης και μνήμης. Η μελέτη που διεξήχθη από επιστήμονες στο Karolinska Institutet στη Στοκχόλμη της Σουηδίας, διαπίστωσε ότι η αναπνοή μέσω της μύτης, αντί του στόματος, βελτιώνει την οσφρητική μνήμη.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, για πρώτη φορά διαπιστώθηκε ότι κάποιος θυμάται καλύτερα αυτό που μυρίζει όταν αναπνέει από τη μύτη, δηλαδή όταν η μνήμη σταθεροποιείται. Πρόκειται για μια διαδικασία που γίνεται μεταξύ της μάθησης και της ανάκτησης της μνήμης.
Όπως εξηγούν, προηγούμενες έρευνες είχαν δείξει ότι οι οσφρητικοί υποδοχείς του εγκεφάλου μπορούν να συλλέξουν όχι μόνο τη μυρωδιά αλλά και τις μικρές διακυμάνσεις της ροής του αέρα, με διαφορετικά μέρη του εγκεφάλου να ενεργοποιούνται κατά την εισπνοή και την εκπνοή.
Ενώ, και οι επιστήμονες του Northwestern Medicine είχαν ανακαλύψει επίσης για πρώτη φορά, ότι ο ρυθμός αναπνοής δημιουργεί ηλεκτρική δραστηριότητα στον ανθρώπινο εγκέφαλο που ενισχύει την συναισθηματική κρίση και την ανάκληση της μνήμης, αρκεί η αναπνοή να γίνεται από τη μύτη.
Στη μελέτη αυτή οι συμμετέχοντες ήταν σε θέση να εντοπίσουν ένα φοβισμένο πρόσωπο πιο γρήγορα όταν το έβλεπαν κατά τη διάρκεια της εισπνοής, απ’ ότι κατά την εκπνοή. Ενώ, ήταν επίσης πιο πιθανό να θυμούνται ένα αντικείμενο που όταν τo κοιτούσαν ανέπνεαν από τη μύτη. Η επίδραση αυτή έπαυε όταν η αναπνοή γινόταν από το στόμα.
Σύμφωνα λοιπόν με τα νέα επιστημονικά δεδομένα, η αναπνοή επηρεάζει τον τρόπο αποθήκευσης και σταθεροποίησης της μνήμης και ο ρυθμός της ενισχύει την κρίση και τη μνήμη, δημιουργώντας ηλεκτρική δραστηριότητα στον ανθρώπινο εγκέφαλο
Όπως μας εξηγεί ο Δρ. Γιώργος Μοιρέας η συνεισφορά της ρινικής αναπνοής έχει καταδειχθεί ποικιλοτρόπως από μεγάλο αριθμό μελετών ότι είναι εξαιρετικά μεγάλη, ωστόσο, μερικοί άνθρωποι δεν μπορούν να αναπνεύσουν από τη μύτη λόγω λειτουργικών προβλημάτων, όπως για παράδειγμα από σκολίωση ρινικού διαφράγματος. Σε αυτές τις περιπτώσεις καλό είναι το άτομο να υποβληθεί σε ή επέμβαση με την οποία θα διορθωθεί το πρόβλημα και θα αυξηθεί σημαντικά η ποσότητα του αέρα που περνά από τη μύτη.