Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]
Η παράσταση «Η καημένη, η άδεια μου Εδέμ» ανεβαίνει στη σκηνή Black Box του Επί Κολωνώ, κάθε Σάββατο και Κυριακή [Ναυπλίου 12 & Λένορμαν 94, Αθήνα].
Πρόκειται για την ανανεωμένη εκδοχή της συλλογής «Είκοσι Αστικά Μονόπρακτα» της Δώρας Τσόγια, με ιστορίες και εικόνες της πόλης σε ένα σκηνικό παιχνίδι για τέσσερις ηθοποιούς.
Δεν υπάρχει αμφιβολία, όλα πήγαν στραβά. Τα ώριμα φρούτα πέφτουν αφάγωτα στο έδαφος κι οι άνθρωποι περιπλανώνται στην έρημο ψάχνοντας απεγνωσμένα για ένα ξεροκόμματο. Κάθε στιγμή, ένας άνδρας και μία γυναίκα, αναζητούν τον δρόμο για τον χαμένο παράδεισο, διασχίζοντας πάρκα, πλατείες και πολύβουες λεωφόρους. Μέσα σε μπαρ και καφενεία διαβάζουν τις μικρές αγγελίες, λυγίζουν, ραγίζουν, σπάνε. Ζουν τις μικρές τους τραγωδίες, ενίοτε και κωμωδίες. Κάποιες από αυτές είναι αληθινές.
Η Μαρία Αιγινίτου υπογράφει τη σκηνοθεσία της παράστασης αλλά και πρωταγωνιστεί. Μιλήσαμε μαζί της.
Λίγα λόγια σας για την παράσταση;
«“Η καημένη, η άδεια μου Εδέμ”, είναι μία ποιητική, παιγνιώδης ματιά πάνω σε σκληρές όψεις του σύγχρονου αστικού τοπίου. Είναι η δύναμη της φαντασίας των ηρώων της, που τοποθετεί τις ιστορίες μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας, ανάμεσα στον φόβο και την ελπίδα, από την πιο τραγική μέχρι την πιο κωμική ακόμη και την πιο γελοία τους έκφραση». Γιατί επιλέξατε το συγκεκριμένο ανέβασμα;
«Τα μονόπρακτα γραμμένα στα χρόνια της κρίσης, κρύβουν μέσα τους οργή, θλίψη, θυμό και παράπονο. Δεν θα μου άρεσε να παρουσιάσω μία απολύτως ρεαλιστική απεικόνιση της ζωής που ζούμε. Χρειάζομαι μία έξοδο διαφυγής, μία μεταφορά, ένα ποιητικό ισοδύναμο στο Θέατρο». Πώς προέκυψε η επιλογή του τίτλου που δώσατε;
«Ο τίτλος υπήρχε εκεί, στην έναρξη του βιβλίου. Συνηθίζουν οι συγγραφείς να παραθέτουν μία σκέψη, ένα απόσπασμα από κάποιο βιβλίο που διάβασαν στο παρελθόν και που με κάποιον τρόπο, συνομιλεί με το δικό τους έργο. Εδώ λοιπόν, αντί προλόγου, ο Arthur Miller μιλάει για μία άδεια Εδέμ, την ώρα που οι άνθρωποι περιπλανώνται έξω στην έρημο, ψάχνοντας για ένα ξεροκόμματο. Εκεί ήταν και ο τίτλος αλλά και το θέμα της παράστασης». Πείτε μας μια ατάκα, έναν διάλογο από το έργο. Ό, τι σας έρθει πρώτο στο νου.
« “– Αυτό ήταν το κουλούρι μου.
- Ναι;
- Τρώτε το κουλούρι μου.
- Το ξέρω, πεινούσα.
- Και δεν θα πείτε ούτε συγγνώμη;
-Γιατί να πω συγγνώμη; Πεινούσα”». Μια σκέψη σας για τη μεγαλούπολή μας, την Αθήνα;
«Η Αθήνα είναι μία απάνθρωπη πόλη. Είναι η πόλη στην οποία ζω, γεννήθηκα και μεγάλωσα κι έχω μάθει να την αγαπώ. Έχει πολλά πρόσωπα, έχει ανισότητες, αντιθέσεις, κάποτε μου φαίνεται πληκτική και άσχημη, κάποτε αγαπημένη και ξεχωριστή. Έχει ώρες παράνοιας, σκληρότητας και χάους». Και μία ακόμα για την ανθρώπινη επικοινωνία στις μέρες μας;
«Νομίζω πως οι άνθρωποι, αγαπάμε να ακούμε τον εαυτό μας και μας ενδιαφέρει να μιλήσουμε, να ακουστούμε κι όχι να ακούσουμε. Αυτό δημιουργεί πολλές παρανοήσεις, καθώς δεν ξέρουμε να ακούμε. Γι’ αυτό καταφεύγουμε σε κάθε λογής θεραπευτές».
Ποια μπορεί να είναι τα συστατικά ενός καλύτερου κόσμου;
«Καλύτερος θα μου φαινόταν ο κόσμος, αν μπορούσαμε να μπούμε στη θέση του άλλου κάθε φορά. Όλοι μας».
Μια αγωνία σας;
«Οι δυνατότητες που κινδυνεύουν να μείνουν αναξιοποίητες».
Μια ευχή σας για το 2019;
«Αγάπη!»
Ταυτότητα Παράστασης: Σκηνοθεσία: Μαρία Αιγινίτου, καλλιτεχνική συνεργασία: Νίκος Καρδώνης, σχεδιασμός φωτισμών: Αποστόλης Τσατσάκος, επιμέλεια κίνησης: Μαργαρίτα Τρίκκα, μουσική επιμέλεια: Θοδωρής Χαλκιάς, βοηθός σκηνοθέτη: Λιάνα Γαβριήλ, φωτογραφίες: Γιάννης Πρίφτης. Ερμηνεύουν: Μαρία Αιγινίτου, Ειρήνη Ιωάννου, Γιώργος Καπινιάρης, Γιώργος Μακρής.