Η Ευρωπαϊκή Ένωση επιδιώκει μια ευρεία απαγόρευση των μικροπλαστικών που προστίθενται στα προϊόντα κατά την παραγωγική διαδικασία, σε μια προσπάθεια να μειωθεί η πλαστική ρύπανση κατά περίπου 400.000 τόνους τα επόμενα 20 χρόνια.
Το νομοσχέδιο που προτάθηκε από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Χημικών Προϊόντων προβλέπει την απαγόρευση των μικροπλαστικών ινών και θραυσμάτων που προστίθενται στα προϊόντα όπου δεν είναι απαραίτητα, αλλά έχουν επιλεγεί για ευκολία ή κέρδος. Αυτό επηρεάζει προϊόντα όπως καλλυντικά, απορρυπαντικά, χρώματα, βερνίκια, επιχρίσματα, καθώς και λιπάσματα και πολλά άλλα προϊόντα στον τομέα της μεταποίησης και των κατασκευών.
Ο οργανισμός αναφέρει ότι η προτεινόμενη απαγόρευση καλύπτει το 90% των μικροπλαστικών που προστίθενται σήμερα στα προϊόντα και θα αφαιρέσει 36.000 τόνους τέτοιων υλικών από το περιβάλλον ετησίως. Το νομοσχέδιο κάνει λόγο για σταδιακή εφαρμογή από το 2020.
«Τα μικροπλαστικά αποτελούν μια αυξανόμενη ανησυχία για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Τα βήματα που προτείνει ο οργανισμός είναι απαραίτητα για να βοηθήσουν ώστε οι σημερινές και οι μελλοντικές γενιές να απολαύσουν το ανθρώπινο δικαίωμα τους, δηλαδή ένα καθαρό, υγιές και βιώσιμο περιβάλλον», δήλωσε ο Μπασκούτ Τουντσάκ, ειδικός εισηγητής του ΟΗΕ για επικίνδυνες ουσίες και απόβλητα.
Κάθε χρόνο, η Ευρώπη απελευθερώνει στο περιβάλλον ένα όγκο μικροπλαστικών που ισοδυναμεί με δέκα δισεκατομμύρια πλαστικά μπουκάλια.
Το Ηνωμένο Βασίλειο επέβαλε μία περιορισμένη απαγόρευση μικροπλαστικών στα καλλυντικά και τα προϊόντα προσωπικής φροντίδας πέρυσι, εστιάζοντας σε προϊόντα όπως ο αφρός ξυρίσματος και οι οδοντόκρεμες, αλλά η πρόταση αυτή προχωρά πολύ περισσότερο. Όσον αφορά το Ηνωμένο Βασίλειο, δεν είναι γνωστό πώς ή αν θα εφαρμοστεί η νομοθεσία μετά το Brexit.