Ως «ευκαιρία για τη συνέχιση του ειλικρινούς διαλόγου» με την Άγκυρα και «επανεκκίνησης της θετικής ατζέντας» στα ελληνοτουρκικά «βλέπει» ο πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας την επικείμενη επίσκεψή του στην Τουρκία.
«Πρέπει και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για ιστορικά βήματα. Πρέπει να οικοδομήσουμε μια σχέση αμοιβαίου σεβασμού, βασισμένη στο διεθνές δίκαιο, προς όφελος τον λαών μας αλλά και της ευρύτερης περιοχής» αναφέρει ο κ. Τσίπρας σε συνέντευξή του στο πρακτορείο ειδήσεων Anadolu, ένα εικοσιτετράωρο πριν την επίσκεψή του στην Τουρκία.
Αναφερόμενος στον πρόεδρο της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δηλώνει ότι οι σχέσεις τους «δοκιμάστηκαν σε πολύ δύσκολες στιγμές», αλλά «αποτέλεσαν και τη βάση για να αποκτήσουμε διαύλους επικοινωνίας σε πολλά επίπεδα, να υπερβούμε εμπόδια και να μπορούμε σήμερα να μιλάμε για μια θετική ατζέντα».
«Η σχέση μου με τον πρόεδρο Ερντογάν βασίζεται στον σεβασμό, στην ειλικρίνεια και στην ευθύτητα. Βασίζεται σε μία σταθερή προσπάθεια να οικοδομήσουμε τις σχέσεις αυτές που οφείλουν να έχουν οι χώρες μας τον 21ο αιώνα και τις σχέσεις αυτές που θα ανταποκρίνονται στην ιστορία των λαών μας και την φιλία που χτίζεται μεταξύ τους» επισημαίνει.
Κάνοντας μία αναδρομή στα γεγονότα της τελευταίας τετραετίας που σημάδεψαν τις ελληνοτουρκικές σχέσεις ο Έλληνας πρωθυπουργός σημειώνει ότι «Ελλάδα και Τουρκία απέδειξαν για πρώτη φορά, το 2015-2016, ότι μπορούν να συνεργαστούν για την αντιμετώπιση μειζόνων διεθνών προκλήσεων, όπως ήταν και είναι η προσφυγική κρίση», ενώ θυμίζει ότι το 2016 στην απόπειρα πραξικοπήματος στη γειτονική χώρα ο ίδιος ήταν από τους πρώτους ξένους ηγέτες που τηλεφώνησε στον Τούρκο πρόεδρο και τού εξέφρασε δημοσίως τη στήριξή του.
«Ωστόσο, μετά από αυτήν την περίοδο το κλίμα επιδεινώθηκε. Δυστυχώς, η προκλητική ρητορική αυξήθηκε, δεν υπήρξαν διερευνητικές συνομιλίες ή συνομιλίες για μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης, ενώ η επιθετική τουρκική αεροναυτική δραστηριότητα στο Αιγαίο έφτασε σε υψηλό επίπεδο, με αποτέλεσμα να φτάσουμε σε πολύ επικίνδυνα περιστατικά» παρατηρεί ο κ. Τσίπρας, προσθέτοντας ότι το θέμα των Τούρκων στρατιωτικών αποτέλεσε πρόκληση στις διμερείς σχέσεις, τις οποίες επιβάρυνε και η σύλληψη των δύο Ελλήνων στρατιωτικών.
«Προφανώς, τα πράγματα πρέπει να αλλάξουν. Παρά τις δυσκολίες, τον Δεκέμβριο του 2017 καλωσορίσαμε τον Τούρκο πρόεδρο για πρώτη φορά στην Ελλάδα μετά από 65 χρόνια, ενώ συναντηθήκαμε με τον πρόεδρο δύο φορές το περασμένο καλοκαίρι. Υπήρξαν κάποια βήματα και οι δύο στρατιωτικοί επέστρεψαν στην Ελλάδα, ενώ και εμείς επιστρέψαμε δύο στρατιωτικούς στην Τουρκία όταν πέρασαν τα σύνορα στον Έβρο πριν λίγους μήνες» σημειώνει.
Ερωτηθείς για το Κυπριακό ο κ. Τσίπρας απαντά ότι «ανεξάρτητα από εξελίξεις όπως οι εκλογές στην Τουρκία ή στην Ελλάδα - πρέπει να επιδιώκουμε σταθερά μία δίκαιη και βιώσιμη επίλυση στη βάση των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, καθώς η μόνη λύση είναι η επανένωση του νησιού σε αυτό το πλαίσιο».
«Μια λύση που να επιτρέπει στην ομοσπονδιακή Κυπριακή Δημοκρατία να είναι ένα κανονικό κράτος της ΕΕ και να λειτουργεί προς όφελος όλου του Κυπριακού λαού, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων» υπογραμμίζει, διευκρινίζοντα ότι για να φτάσουμε εκεί πρέπει να υπάρχουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις: α) να έχουμε ένα κείμενο ‘όρων αναφοράς’ που να αντανακλά το πλαίσιο Γκουτιέρες όπως παρουσιάσθηκε στο σημείο που τερματίστηκαν οι συνομιλίες στο Κρανς Μοντάνα, β) να υπάρξει σημαντική πρόοδος στις δικοινοτικές συνομιλίες, και γ) σε σχέση με την Ελλάδα, να διεξαχθούν αποτελεσματικές προπαρασκευαστικές συναντήσεις για το θέμα της ασφάλειας.
Το κρίσιμο, όπως επισημαίνει ο Έλληνας πρωθυπουργός, είναι η στάση της Τουρκίας στα παραπάνω θέματα.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση ο κ. Τσίπρας σημειώνει ότι «η προώθηση μεταρρυθμίσεων για τα δικαιώματα της μουσουλμανικής μειονότητας αποτελεί αναγκαία δέσμευση της ελληνικής κυβέρνησης απέναντι στους πολίτες της και όχι ζήτημα διμερών σχέσεων με την Τουρκία. «Στο πλαίσιο αυτό έχουμε προχωρήσει ως τώρα σε σημαντικά βήματα, είτε αφορούν την εφαρμογή της Σαρία και τη δομή και τη λειτουργία των Μουφτειών, είτε την παιδεία» συμπληρώνει διαβεβαιώνοντας πως «σε αυτήν την κατεύθυνση θα συνεχίσουμε».