Από την έντυπη έκδοση
Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]
Νταβός χωρίς Τραμπ. Πραγματικό. Σαλόνι Ντιτρόιτ χωρίς Audi, Porsche, Mercedes. Σαν πάρτι χωρίς ποτό.
Πολιτική χωρίς πάρε-δώσε, μόνο σε πλανήτη μαγικό. Το λέω αυτό, γιατί άξαφνα πολλοί ανακάλυψαν ότι γίνεται πολιτική με ανταλλάγματα, θέσεις και τάματα. Λες και η πολιτική δεν είναι ζήτημα συμμαχιών και ικανοποίησης συμφερόντων, διευρύνσεων, μεταγραφών, μεταστροφών, διεργασιών, επαναπροσδιορισμών, αλλαξοπιστιών, ώστε να αλληλοσφαζόμαστε για το αν έχουν κίνητρα ιδεολογικά ή ψηφοθηρικά, αν θα είναι ωφέλιμες ή επιζήμιες για τις κομματικές «στάνες» και άλλες πλεκτάνες. Όποιος/α άντεξε τη διήμερη προσομοίωση διαλόγου στη Βουλή, καταλαβαίνει πως δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν διαφορές σε μια υποθηκευμένη και υπό επιτροπεία χώρα. Κοινή ιδεολογία είναι η αμαύρωση του αντιπάλου και η παραποίηση της αλήθειας. Με πλειοδοσία σε επίπεδο συνθημάτων.
Η δε μετακίνηση των βουλευτών από κόμμα σε κόμμα αποδεικνύει με τον καλύτερο τρόπο πως δεν έχει μεγάλη σημασία σε ποιο κόμμα -εξαιρώ δύο, για εντελώς διαφορετικούς λόγους- είναι ένας βουλευτής. Ή μάλλον έχει, αν μπορεί να προσμετρηθεί στους «πρόθυμους» και τους «γυρολόγους», τα «ρετάλια» και τα «περιτρίμματα», τους «ασπόνδυλους» και τους «γλείφτες», τους «αποστάτες» και τους «διασπάστες», τους «τυχοδιώκτες» και τους «προδότες». Τα σταθμά, βέβαια, αλλάζουν, από το 2011 όταν άνοιξε το μεγάλο πανηγύρι της αλλαγής κομματικών καπέλων. Αν πάει στον «άλλον», είναι υπονομευτής μεγάλος. Αν έρθει σ’ εμάς, ό,τι ακούγεται είναι παραμύθια της Χαλιμάς.
Αχταρμάς. Και παρακαλώ, μην επιχειρηματολογήσει κάποιος για τη συγκυρία, γιατί ουδέτερος πολιτικός χρόνος δεν υπάρχει και οι συγκυρίες είναι πάντοτε απαιτητικές. Όπως και η δημοκρατία. Η χολή, για να απαξιωθούν οι αντίπαλοι όχι μόνο πολιτικά, αλλά σαν ανθρώπινες οντότητες, υπονομεύει τον κοινοβουλευτισμό. Πώς το ‘χε πει ο Σωκράτης στον Αλκιβιάδη; «Ο δήμος από κάτι τέτοιους απαρτίζεται. Κι αν περιφρονείς έναν έναν χωριστά, πρέπει να τους περιφρονείς κι όταν είναι όλοι μαζί». Ας το έχουν κατά νου όσοι νομίζουν ότι το «λούσιμο» είναι ύψιστη συμβολή. Απαξιώνεται όλο το «μαγαζί». Αυτό θέλουμε; Αν κάποιοι δεν είναι άξιοι, η δημοκρατική απάντηση είναι να μην τους (ξανα)ψηφίσουμε.