Οκτώ ποτήρια νερό ημερησίως κάνουν καλό στο ουροποιητικό ή όχι;

Κυριακή, 30 Δεκεμβρίου 2018 11:37
Shutterstock
A- A A+

Η συνολική ημερήσια πρόσληψη νερού, για την καλή λειτουργία του ουροποιητικού μας συστήματος, συμπεριλαμβανομένων άλλων υγρών όπως και εκείνων που λαμβάνονται από τα τρόφιμα, ποικίλλει ευρέως μεταξύ διαφορετικών χωρών και οργανώσεων. Η συνήθης σύσταση είναι οκτώ ποτήρια ημερησίως ,ενώ πολλοί είναι οι επιστήμονες που επισημαίνουν ότι η έλλειψη αποδεικτικών στοιχείων αποκλείει τον ισχυρισμό ορισμένων ότι η υψηλή πρόσληψη υγρών δεν έχει κανένα κλινικό όφελος.

Τι ισχύει όμως από όλα αυτά; Στο ερώτημα έρχεται να μας απαντήσει ο χειρουργός ουρολόγος - ανδρολόγος Δρ. Μάρκος Καραβιτάκης, λέγοντας πρωτίστως ότι, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA) η ημερήσια συνολική ποσότητα νερού που πρέπει να πίνουν οι άνδρες είναι 2,5 λίτρα και οι γυναίκες 2,0 λίτρα, λαμβάνοντας υπ' όψιν ότι το 20% περίπου αυτών προέρχεται από τις τροφές. Αυτό ισοδυναμεί με την επίτευξη όγκου ούρων 2,0 λίτρων και 1,6 λίτρων, αντίστοιχα, σε άνδρες και γυναίκες. 

Ωστόσο, όπως λέει, πρέπει να λαμβάνεται υπ' όψιν ότι οι ανάγκες μας για νερό και η κατανομή του στο σώμα αλλάζει με την ηλικία. 

Ο Δρ. Καραβιτάκης, μας εξηγεί ότι τα αποτελέσματα νέων μελετών για τις τέσσερις πιο συχνές παθήσεις του ουροποιητικού συστήματος, υποστηρίζουν την ευεργετική επίδραση της αυξημένης πρόσληψης υγρών τόσο για την πρόληψη όσο και για τη διαχείριση παθήσεων του ουροποιητικού συστήματος.

Για την πλέον συχνή πάθηση του ουροποιητικού, την ουρολιθίαση, τα ποσοστά της οποίας κυμαίνονται στην Ευρώπη από 5%- 9%, τα πράγματα είναι ξεκάθαρα όσον αφορά στην πρόσληψη νερού.  Ο όγκος των ούρων ανά ημέρα είναι κρίσιμης σημασίας. Στη μια μελέτη, οι ασθενείς με επανεμφάνιση πέτρας είχαν μέσο όγκο ούρων 1,7 λίτρα/ημέρα, συγκριτικά με 2,1 λίτρα/ημέρα  εκείνων χωρίς υποτροπή, σε μια μέση παρακολούθηση 6,8 ετών. Σε άλλη μελέτη μόνο το 12% των ασθενών που έπιναν αρκετό νερό για να επιτευχθεί ο όγκος ούρων τουλάχιστον 2 λίτρα/ημέρα ξανασχημάτισαν πέτρα, συγκριτικά με το 27% εκείνων που δεν είχαν προβεί σε κανένα μέτρο.

Αναφορικά με τις λοιμώξεις του ουροποιητικού τόσο στους άνδρες όσο και στις γυναίκες όλων των ηλικιακών ομάδων οι οποίες οφείλονται σε βακτηριακή μόλυνση της ουρογεννητικής οδού, με τα παθογόνα που τις προκαλούν να προέρχονται κυρίως από την εντερική χλωρίδα είναι πολλοί οι παράγοντες που θα μπορούσαν όπως λέει, να εξηγήσουν τον πιθανό ρόλο της πρόσληψης υγρών στην πρόληψη των λοιμώξεων. Ωστόσο, δεδομένης της ανεπάρκειας και της ασυνέπειας των διαθέσιμων πειραματικών και κλινικών δεδομένων, δεν είναι δυνατό να συναχθούν συμπεράσματα σχετικά με τη χρησιμότητα της πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας πρόληψης των λοιμώξεων του ουροποιητικού, βάσει των οποίων θα μπορούσαν να γίνουν συστάσεις για την καθημερινή πρόσληψη υγρών. Απαιτούνται περαιτέρω μελέτες για να διαπιστωθεί επαρκώς εάν η διατήρηση επαρκούς πρόσληψης υγρών συμβάλλει στην πρόληψη όσο και στην υποτροπή.

Επίσης αμφιλεγόμενες είναι και οι κλινικές αποδείξεις για τον ευεργετικό ρόλο του νερού στην χρόνια νεφρική νόσο.  Λαμβανομένου, όμως, υπόψη του ολοένα αυξανόμενου ποσοστού εμφάνισής της, της εξασθενημένης ποιότητας της ζωής και πρώιμης θνησιμότητας που επιφέρει, οι ερευνητές δεν παύουν να ερευνούν τους τρόπους ορθότερης διαχείρισής της. 

Σύμφωνα με το  Δρ. Καραβιτάκη, ο παγκόσμιος επιπολασμός της χρόνιας νεφρικής νόσου θεωρείται ότι είναι περισσότερα από 2 εκατομμύρια, εκ των οποίων τα 1,77 εκατομμύρια ασθενείς υποβάλλονται σε αιμοκάθαρση. Είναι δε υψηλότερος σε υποπληθυσμούς με υπέρταση (> 20%) ή διαβήτη (> 35%) και στις γυναίκες. Όμως οι άνδρες με χρόνια νεφρική νόσο είναι κατά 50% πιο πιθανό από τις γυναίκες να φτάσουν σε τελικού σταδίου νεφρική νόσο, η οποία απαιτεί αιμοκάθαρση ή μεταμόσχευση.

Μερικές μελέτες έχουν δείξει ότι ένας υψηλός όγκος ούρων έχει επιβλαβή δράση σε άτομα με τη νόσο, επιταχύνοντας τον ρυθμό απώλειας της νεφρικής λειτουργίας. Άλλες δείχνουν ότι η αυξημένη πρόσληψη υγρών και παραγωγή ούρων συνδέεται με καθυστέρηση στην εμφάνιση ή στην εξέλιξή της. Οι περισσότερες, όμως, συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι η ημερήσια κατανάλωση υγρών εξαρτάται από το στάδιο της νόσου.

Τέλος για τον καρκίνο της ουροδόχου κύστης, η επίπτωση της πρόσληψης νερού ενδεχομένως να έχει σχέση με τους ρύπους που περιέχονται σε αυτό και όχι στην ίδια την ποσότητα. Η αδιάλειπτη μελέτη των αιτιών θα μπορούσε να αποκαλύψει εάν πράγματι είναι η βασική αιτία του τέταρτου συχνότερου καρκίνου στους άνδρες και του πέμπτου συνολικά.  Η σοβαρότητα της πάθησης, ο υψηλός επιπολασμός της νόσου και το κόστος διαχείρισής της καθιστούν τον καρκίνο της ουροδόχου κύστης έναν από τους πιο δαπανηρούς από τη διάγνωση έως τον θάνατο. 

Μια ανασκόπηση πολλών μελετών που αξιολόγησε την ύπαρξη συσχετισμού μεταξύ πρόσληψης υγρών και καρκίνου της ουροδόχου κύστης έδειξε μικτά αποτελέσματα, καθώς επτά μελέτες προσδιόρισαν αυξημένο κίνδυνο και τρεις δεν φανέρωσαν την ύπαρξη κάποιου συσχετισμού. 

Αποτελέσματα από την Health Professionals Followup  Study, έδειξαν ότι, συγκρίνοντας την υψηλότερη συνολική πρόσληψη με τη χαμηλότερη, η ημερήσια πρόσληψη υγρών σχετίζεται αντίστροφα με τον κίνδυνο καρκίνου της ουροδόχου κύστης.

Εξάλλου, η European Prospective Investigation into Cancer and Nutrition (EPIC) δεν βρήκε καμία συσχέτιση μεταξύ του συνόλου της πρόσληψης υγρών και κινδύνου για καρκίνο της ουροδόχου κύστης.

Μια ακόμα ανασκόπηση έξι μελετών διαπίστωσε ότι η συνολική πρόσληψη υγρών συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο ουροδόχου κύστης καρκίνο στους άνδρες, αλλά όχι στις γυναίκες. 

Ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι ο αυξημένος κίνδυνος σχετίζεται με την πρόσληψη νερού βρύσης, και όχι νερού άλλης προέλευσης, πράγμα που δείχνει ότι οι καρκινογόνες χημικές ουσίες στο νερό της βρύσης στον τόπο διεξαγωγής των μελετών μπορεί να εξηγούν τον αυξημένο κίνδυνο. 

Συμπερασματικά λοιπόν, όπως αναφέρει ο Δρ. Καραβιτάκης, υπάρχουν στοιχεία που υποστηρίζουν ότι η ανεπαρκής πρόσληψη υγρών είναι σημαντικός παράγοντας εμφάνισης ορισμένων χρόνιων παθήσεων του ουροποιητικού συστήματος και για άλλες παθήσεις όχι. 

Γι’ αυτό οι ασθενείς πρέπει να ακολουθούν τις εξατομικευμένες γι αυτούς οδηγίες των ουρολόγων ανάλογα με την πάθηση τους, το ιστορικό τους και τις εξετάσεις τους.

Προτεινόμενα για εσάς



Δημοφιλή