«Αυτοί που ήρθα σε επαφή ήταν κακοποιοί αλλά όχι δολοφόνοι» είπε ο Μιχάλης Λεμπιδάκης στην αρχή της κατάθεσής του για την πολύκροτη υπόθεση της απαγωγής του που εκδικάζεται σήμερα στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Ηρακλείου.
Ο κ. Λεμπιδάκης μπαίνοντας το πρωί στην αίθουσα του δικαστηρίου χαιρέτησε τους κατηγορουμένους απαγωγείς του και στη συνέχεια άρχισε να εξιστορεί τι συνέβη στις 30 Μαρτίου 2017, ημέρα της απαγωγής του.
Όπως κατέθεσε ο επιχειρηματίας και μεταδίδουν τοπικά μέσα ενημέρωσης, ξεκίνησε την κατάθεσή του με το ταξίδι του στην Πολωνία και την επιστροφή του.
Ανέφερε πώς του έκλεισαν τον δρόμο και τον έβγαλαν από το αυτοκίνητό του: «Ο ένας εκ των απαγωγέων με ρώτησε αν ήμουν τσιπαρισμένος κι εγώ του απάντησα όχι».
Στη συνέχεια ο 54χρονος επιχειρηματίας αναφέρθηκε στο πρώτο κρησφύγετο: «Κατάλαβα ότι ήμουν σ’ ένα ορεινό μέρος αλλά δεν ήξερα πού. Όσους έβλεπα δεν μπορούσα να τους αναγνωρίσω γιατί φορούσαν γυαλιά ηλίου και κουκούλα».
Ανέφερε επίσης πως δύο άτομα ήταν εκείνοι που τον παρηγορούσαν και του έδειξαν ένα πιο ανθρώπινο πρόσωπο.
«Εκείνοι μου έλεγαν συνέχεια πως δεν υπάρχει κανένας απολύτως κίνδυνος για την ζωή μου», επεσήμανε ο κ. Λεμπιδάκης.
Το δικαστήριο ρώτησε τον 54χρονο επιχειρηματία ποιες ήταν οι συνθήκες κράτησής του: «Ήμουν συνέχεια δεμένος. Σε αυτούς τους έξι μήνες έκανα μπάνιο τέσσερις φορές κι άλλαξα ρούχα τρεις. Ωστόσο, έτρωγα καλό φαγητό ενώ με άφηναν να βλέπω τηλεόραση και μου έφερναν κάποια βιβλία και εφημερίδες».
Η κατάθεση του κ. Λεμπιδάκη συνεχίζεται.