Από την έντυπη έκδοση
Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]
Είδατε τι είναι αυτό που συνηθίζεται; Αυτό που λέγεται και ξαναλέγεται, κυλά και δεν σημαδεύεται. Tι θα πει «δεν είχε δώσει δικαιώματα»; Από πού κι ως πού κάποιος θα κρίνει από το αν μια γυναίκα «δίνει δικαιώματα» το αν θα τη σκοτώσει ή θα τη βιάσει και εν πάση περιπτώσει ποιο είναι το δικαίωμα που μπορεί να δώσει στον βιαστή και στον δολοφόνο της;
Τι θα πει «ήταν από καλή οικογένεια»; Αν είναι δηλαδή από «κακή» οικογένεια, μετρά αλλιώς ο βιασμός;
Τι θα πει «δεν προκαλούσε»; Θα περάσει έτσι χαλαρά ότι και στον 21ο αιώνα ο σεξισμός ζούσε; Πώς είναι δυνατόν να υπονοείται ότι ένας άντρας θα «ζυγίζει» το πόσο «αξιοβίωτη» είναι μία γυναίκα ανάλογα με τους πόντους της φούστας της ή το βάθος του ντεκολτέ της;
Ας το ξαναπιάσουμε από την αρχή, γιατί τα αυτονόητα φαίνεται ότι επέχουν θέση ευχής. Δεν υπάρχουν άλλοθι για τον βιασμό. Καμία γυναίκα, με ή χωρίς οικογένεια, από καλό σόι ή με κακό συγγενολόι, με οποιοδήποτε ντύσιμο και τρόπο ζωής επιλέξει, κανέναν στη βία δεν «προτρέπει». Ας το επαναλάβουμε για όσους κάνουν ότι δεν καταλαβαίνουν. Ο βιασμός δεν είναι σεξ. Ο βιασμός είναι βία. Τελεία.
Όσοι και όσες κόβονται για τα θύματα και αναπαράγουν με αλαφράδα φράσεις για «καλές» και «προκλητικές», γυαλοχαρτίζουν στερεότυπα, αλλά κυρίως δίνουν άλλοθι σε λύκους και εν δυνάμει λύκους.
Είναι ντροπή η αθλιότητα που ακούσια υμνεί, συστηματικά καλλιεργεί, καμιά φορά διευκολύνει, να συνεχιστεί.
Είναι ντροπή, γιατί η λεκτική αθλιότητα κρατάει την αυθαιρεσία ζωντανή. Στην κοινωνία, που έχει ταυτίσει τη ρώμη, το χρήμα και το σεξ σαν απόλυτες δυνάμεις της αρρενωπότητας. Για όσους το ξεχνούν, η γλώσσα είναι και κοινωνικό φαινόμενο και αποτυπώνει κοινωνικές σχέσεις, που είναι σχέσεις ανισότητας και ιεραρχίας. Το θέμα δεν είναι η λαγνεία. Το θέμα είναι η άγρια επίδειξη δύναμης και δεν χωρούν δηλώσεις ελαφρά τη καρδία.
Τι θα πει... Είναι ντροπή.