Επιβεβλημένη χαρακτηρίζει η ΠΟΕΔΗΝ την αλλαγή του νόμου, με αφορμή την υπόθεση της καθαρίστριας από τον Βόλο, τονίζοντας πως «δεν κατανοούμε γιατί όλοι όσοι παραποίησαν τα πτυχία τους διώκονται ποινικά για υπεξαίρεση δημοσίου χρήματος αντιμετωπίζοντας ποινές πολυετούς κάθειρξης».
«Διοικητικές κυρώσεις και μάλιστα αυστηρότατες, όχι όμως ποινικές διώξεις για υπεξαίρεση δημοσίου χρήματος που σε καμία περίπτωση δεν υφίσταται», τονίζει η ΠΟΕΔΗΝ σε ανακοίνωσή της.
Η ΠΟΕΔΗΝ επισημαίνει ότι «κατά τον έλεγχο που έγινε και είναι υποχρεωτικό με βάση την υφιστάμενη νομοθεσία από τις Διοικητικές Υπηρεσίες των Νοσοκομείων, των Κέντρων Υγείας, του ΕΚΑΒ και των Προνοιακών Μονάδων βρέθηκαν 200 εργαζόμενοι που έφεραν πλαστά δικαιολογητικά πρόσληψης (πτυχία, απολυτήρια, πιστοποιητικά οικογενειακής κατάστασης κλπ)».
Όπως αναφέρει, τα πτυχία όλων των υπηρετούντων υπαλλήλων διασταυρώθηκαν με τις σχολές που εκδόθηκαν. «Όσοι παραποίησαν τα πτυχία τους απολύθηκαν από τη δουλειά τους. Μάλιστα σε απολυμένους με πλαστά δικαιολογητικά δεν καταβάλλονται οι συντάξεις, παρ’ ότι διαθέτουν τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης», συμπληρώνει.
Η ΠΟΕΔΗΝ παρατηρεί ότι ο έλεγχος των πτυχίων είναι υποχρεωτικός και γίνεται χωρίς καμία εξαίρεση για όλους τους υπαλλήλους και τους νεοδιοριζόμενους. «Ασφαλώς και σωστά όσοι προσκόμισαν πλαστά πτυχία υπέστησαν τις κυρώσεις που προβλέπει ο νόμος», προσθέτει.
Όπως αναφέρει, «οι εργαζόμενοι αυτοί όμως δεν μπορεί να αμφισβητήσει κανείς ότι προσέφεραν τις υπηρεσίες για τις οποίες έλαβαν το μισθό από το Δημόσιο. Μάλιστα οι 100 εξ αυτών έφεραν επιπλέον πτυχία μετά την πρόσληψή τους ανώτερης κατηγορίας. Ως εκ τούτου δεν κατανοούμε γιατί όλοι όσοι παραποίησαν τα πτυχία τους διώκονται ποινικά για υπεξαίρεση δημοσίου χρήματος αντιμετωπίζοντας ποινές πολυετούς κάθειρξης. Είναι επιβεβλημένη η αλλαγή του νόμου. Διοικητικές κυρώσεις και μάλιστα αυστηρότατες, όχι όμως ποινικές διώξεις για υπεξαίρεση δημοσίου χρήματος που σε καμία περίπτωση δεν υφίσταται».