Του Γιάννη Καμπουράκη
gkamp@naftemporiki.gr
Με βασικούς στόχους την ανάκτηση του λεγόμενου ηθικού πλεονεκτήματος έναντι του «παλαιού πολιτικού συστήματος» και την άλωση του Κινήματος Αλλαγής, η κυβέρνηση αντεπιτίθεται δημιουργώντας συνθήκες πολιτικής αρένας.
Η υπόθεση Παπαντωνίου είναι μόνο η αρχή. Αυτό μεταφέρουν κυβερνητικές πηγές προαναγγέλλοντας αποκαλύψεις και για άλλες «υποθέσεις διαπλοκής και διαφθοράς του παλαιού πολιτικού συστήματος, οι οποίες ακουμπούν και αφορούν και το παρόν» που θα δουν το φως της δημοσιότητας.
Την παλαιά, δοκιμασμένη συνταγή της σκανδαλολογίας επιστρατεύει η κυβέρνηση, ως το δυνατό της χαρτί, με στόχο να αναλάβει την πρωτοβουλία των κινήσεων και να ξεφύγει από το δημοσκοπικό της τέλμα. Την ίδια ώρα που διευκρινίζουν ότι δεν παρεμβαίνουν στη δικαιοσύνη, κυβερνητικές πηγές αναδεικνύουν την πολιτική βούληση αυτής της κυβέρνησης, όπως λένε, να στηρίξουν τις έρευνες που βρίσκονται σε εξέλιξη από τη Δικαιοσύνη, αναμένοντας να πάρουν τα εύσημα από την κοινή γνώμη σε πολιτικό επίπεδο.
Το πολιτικό τοπίο, εξηγεί τη στροφή της κυβέρνησης στα σκάνδαλα. Η πορεία της οικονομίας δεν προσφέρεται για κεντρικό προεκλογικό εκλογικό αφήγημα αλλά μόνο για «υποστηρικτική βάση» ακόμα κι αν η κυβέρνηση καταφέρει την ακύρωση της μείωσης των συντάξεων. Η υπερφορολόγηση έχει «γονατίσει» τη μεσαία τάξη και η στασιμότητα που έχει επιστρέψει στην αγορά, χρεώνεται στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ.
Στους μήνες που απομένουν η οικονομική ανάκαμψη δεν είναι κυβερνητικός στόχος. Στόχος είναι να λήξει θετικά το ζήτημα των συντάξεων που μπορεί να έχει εκλογική επιρροή και η αποφυγή «ατυχήματος» που μπορεί να επιδεινώσει το κλίμα ρευστότητας που επικρατεί στην οικονομία.
Παράλληλα, η κυβέρνηση αντιμετωπίζει μεγάλη «τρύπα» στο κυβερνητικό της έργο στο ζήτημα της ασφάλειας και οι ιδεολογικές της αγκυλώσεις, όπως και η εκλογική της στόχευση σε συγκεκριμένους χώρους, δεν της επιτρέπει να δείξει αποτέλεσμα σε αυτόν τον τομέα.
Για τη συντριπτική πλειονότητα της κοινής γνώμης το κράτος λειτουργεί χειρότερα από ό,τι στο «κακό παρελθόν», ενώ ο Νίκος Κοτζιάς απειλεί ευθέως την κυβέρνηση στο μαλακό της υπογάστριο, δηλαδή την ηθική πλευρά της πολιτικής χωρίς να βγάζει από το κάδρο τον πρωθυπουργό. Η στροφή στα σκάνδαλα ή σε υποθέσεις με οσμή σκανδάλων που αφορούν την περίοδο πριν από το 2015 και παράλληλα το «θάψιμο» των αντίστοιχων υποθέσεων που έχουν απασχολήσει την κοινή γνώμη μετά το 2015, ήταν μονόδρομος για τον ΣΥΡΙΖΑ προκειμένου να καταφέρει να επιστρέψει στο πολιτικό σκηνικό.
Στην κυβέρνηση θεωρούν ότι οι αποκαλύψεις που θα ακολουθήσουν – δεν λένε συγκεκριμένα πράγματα, αλλά δημιουργούν κλίμα αναμονής – θα αλλάξουν τους όρους και τους συσχετισμούς του πολιτικού παιχνιδιού, θα αλλάξουν τις διαθέσεις της κοινής γνώμης έναντι του ΣΥΡΙΖΑ και θα τον ξαναφέρουν στην πρώτη θέση των δημοσκοπήσεων.
Πρέπει δε να σημειωθεί ότι οι επιτελείς του πρωθυπουργού δεν κρύβουν την ικανοποίησή τους για το γεγονός ότι με την ανάδειξη της υπόθεσης Παπαντωνίου, η αλλαγή ατζέντας που επί ημέρες επεδίωκαν και δεν τα κατάφερναν, τελικά ήρθε και η επικαιρότητα δεν καθορίζεται πλέον από την κόντρα Καμμένου - Κοτζιά, τη συμφωνία των Πρεσπών και την κυβερνητική αστάθεια λόγω των προβλημάτων στις σχέσεις ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ.
«Σημασία έχει ότι αναδεικνύεται σιγά σιγά πως διατελέσαντες υπουργοί, που ανήκουν στο βαθύ πολιτικό προσωπικό, κρίνεται πια και με τη βούλα των δικαστηρίων ότι κατά την άσκηση των καθηκόντων τους περισσότερο ενδιαφέρονταν για το προσωπικό τους συμφέρον παρά υπηρετούσαν τον ελληνικό λαό και την ελληνική πολιτεία» είπε ενδεικτικά χθες ο Δημήτρης Τζανακόπουλος στην ΕΡΑ.
Στο στόχαστρο το ΚΙΝΑΛ και η διεύρυνση της Ν.Δ.
Η υπόθεση Παπαντωνίου δίνει στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, την ευκαιρία που αναζητούσε εδώ και καιρό να «στριμώξει» το Κίνημα Αλλαγής και τους εκπροσώπους του πάλαι ποτέ εκσυγχρονιστικού στρατοπέδου, όπως και την περίοδο διακυβέρνησης Σημίτη.
Η πάγια επιδίωξη της ομάδας στελεχών που επικράτησαν και διοικούν τον ΣΥΡΙΖΑ, των στελεχών του ΠΑΣΟΚ που εντάχθηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ μετά το 2012, των «καραμανλικών» των ΑΝΕΛ αλλά και των «καραμανλικών» υποστηρικτών του Αλέξη Τσίπρα, ήταν και είναι η στρατηγική ήττα της λεγόμενης εκσυγχρονιστικής πτέρυγας του ΠΑΣΟΚ που εκπροσωπήθηκε από τον Κώστα Σημίτη, από στελέχη που ήταν και είναι ακόμα στο Κίνημα Αλλαγής, από στελέχη και υποστηρικτές του Ποταμιού.
Αυτό ήταν και είναι το πολιτικό υπόβαθρο και της επιθετικότητας κατά του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα, που συνεχίζεται με αμείωτη ένταση από την κυβέρνηση, καθώς είναι πρόσωπο που έχει συνδεθεί με το χώρο των «εκσυγχρονιστών».
Οι υποθέσεις διαφθοράς που βαραίνουν γνωστά πρόσωπα των πάλαι ποτέ εκσυγχρονιστών, γίνονται όπλο στα χέρια της κυβέρνησης. Δίνει το δικαίωμα στον ΣΥΡΙΖΑ να μιλά για «καθαρό» και «βρόμικο» ΠΑΣΟΚ, παίζοντας από θέση ισχύος το παιχνίδι της άλωσης του Κινήματος Αλλαγής. Το «καθαρό» που δήθεν έχει αναδειχθεί με την ένταξή του στον ΣΥΡΙΖΑ και ας βρέθηκε στην αυλή του Άκη Τσοχατζόπουλου τα χρόνια της μίζας και το «βρόμικο» που είτε έχει παραμείνει στο ΠΑΣΟΚ, είτε συζητά πολιτικά με τον Κυριάκο Μητσοτάκη που φέρεται να προσπαθεί να διευρύνει τις δυνάμεις της ΝΔ, με πρόσωπα από το λεγόμενο «εκσυγχρονιστικό» στρατόπεδο.
Κλειδί στην επιτυχία αυτής της στρατηγικής δεν είναι η ποινικοποίηση της πολιτικής, όπως συζητείται ευρέως, αλλά η πολιτικοποίηση των αξιόποινων πράξεων. Ο ΣΥΡΙΖΑ, με άλλα λόγια, προσπαθεί να «σπιλώσει» πολιτικούς χώρους επενδύοντας σε αξιόποινες πράξεις πολιτικών προσώπων και με αυτό το σχέδιο θα προσπαθήσει να κυριαρχήσει έναντι των πολιτικών του αντιπάλων, παίζοντας ενώπιον της κοινής γνώμης το παιχνίδι των «καθαρών» έναντι των «διεφθαρμένων».