Από την έντυπη έκδοση
της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Ο Τρία πίεσε, αλλά για ακόμη μία φορά βγήκε χαμένος στη μάχη απέναντι σε Σαλβίνι και Ντι Μάιο. Το «όχι» των Ιταλών στη σύσταση της Κομισιόν να αναθεωρήσει τα σχέδιά της για το έλλειμμα 2,4% του ΑΕΠ είναι έτσι επίσημο. Και η απόρριψη του προσχεδίου από τις Βρυξέλλες δεδομένη. Τις επόμενες ημέρες θα ανοίξει μία χρονοβόρα και χωρίς προηγούμενο διαδικασία.
Στο παρελθόν υπήρξαν βεβαίως παραβάτες και «ποινές» - όχι το ίδιο αυστηρές σε όλους, επιτρέποντας την κριτική για δύο μέτρα και δύο σταθμά, για μία ένωση αλά καρτ, στην οποία κάποιοι είναι πιο... ίσοι από τους άλλους.
Ωστόσο είναι η πρώτη φορά, από το 2013, όταν η Επιτροπή ανέλαβε ενισχυμένες αρμοδιότητες επί των εθνικών προϋπολογισμών, που απορρίπτεται προσχέδιο κράτους μέλους. Δεν αμφισβητείται απλά η εφαρμογή, αλλά και η ίδια η στρατηγική της τρίτης μεγαλύτερης οικονομίας του ευρώ, που υποστηρίζει ότι τα μέτρα της θα δώσουν ώθηση στην ανάπτυξη και θα μειώσουν το χρέος μεσοπρόθεσμα. Τα νέα από το ιταλικό μέτωπο δεν τρόμαξαν παρόλα αυτά τις αγορές. Οι μετοχές κινήθηκαν ανοδικά και οι αποδόσεις των ομολόγων αποκλιμακώθηκαν ελαφρά.
Είναι σαφές από τη μεγάλη άνοδο του κόστους δανεισμού της χώρας τις τελευταίες εβδομάδες ότι δεν έχουν πειστεί για την αποτελεσματικότητα των ιταλικών σχεδίων, πόσο μάλλον για την αξιοπιστία Σαλβίνι - Ντι Μάιο.
Η διαφορά του επιτοκίου με το οποίο δανείζονται οι Ιταλοί, έναντι εκείνου που απολαμβάνουν οι Ισπανοί, είναι η μεγαλύτερη που έχει καταγραφεί τα τελευταία 20 χρόνια.
Η περιφέρεια έχει πάψει να θεωρείται ως ενιαίο σύνολο αδύναμων κρίκων. Κάποιοι ξεχωρίζουν και άλλοι φοβίζουν. Πού οφείλεται λοιπόν η χθεσινή θετική αντίδραση των αγορών; Μάλλον στο γεγονός ότι έχουν μάθει στα «γενναία όχι» τα τελευταία χρόνια. Ξέρουν πως υπάρχουν πολλοί τρόποι για να κάνει κανείς την κωλοτούμπα και πιστεύουν ότι πριν φθάσουν στην οριστική ρήξη, Βρυξέλλες και Ρώμη, θα κάνουν αμοιβαίες υποχωρήσεις.
Η πραγματικότητα πιέζει σε αυτή την κατεύθυνση. Η Ιταλία δεν μπορεί να αγνοήσει το τέλος του φθηνού χρήματος.
Και η Επιτροπή δεν θέλει να δώσει λίγη τροφή ακόμη σε ακραίες φωνές, την ώρα που η κοινότητα οδεύει προς τις πιο κρίσιμες Ευρωεκλογές της ιστορίας της.