Τα αποτελέσµατα των µετρήσεων που διενήργησε το Ινστιτούτο Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης για τη σύσταση του αέρα και του εδάφους στο πυρόπληκτο Μάτι της Ανατολικής Αττικής έδωσε στη δημοσιότητα το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών (ΕΑΑ). Σύμφωνα με αυτά, δεν παρατηρείται καµία υπέρβαση των ορίων για τους θεσµοθετηµένους πρωτογενείς ρύπους.
Ειδικότερα, στο πλαίσιο εκτίµησης της περιβαλλοντικής κατάστασης που έχει προκύψει από την πυρκαγιά, κατόπιν ανάθεσης από την περιφέρεια Αττικής και σε συνεργασία µε τον τοµέα Έρευνας του υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, τη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ) και τη Διεύθυνση Περιβάλλοντος και Κλιµατικής Αλλαγής της περιφέρειας Αττικής, διενεργήθηκαν µετρήσεις ποιότητας της ατµόσφαιρας και αναλύσεις του εδάφους στην ευρύτερη περιοχή.
Συγκεκριμένα, κατά την περίοδο 10-14 Σεπτεµβρίου έγιναν µετρήσεις ατµόσφαιρας µε τον Κινητό Σταθµό Ελέγχου Ατµοσφαιρικής Ρύπανσης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών (ΕΑΑ) στο 3ο Δηµοτικό Σχολείο Ραφήνας (10-12/9), το 2ο Γυµνάσιο Ν. Μάκρης (12-13/9) και στο Μάτι, Κυανής Ακτής και Κύπρου (13-14/9).
Επιλέχθηκαν σηµεία εντός της πληγείσας από την πυρκαγιά περιοχής, µε έµφαση σε ευαίσθητες κοινωνικές οµάδες και κατοικήσιµες περιοχές, µε στόχο τη διερεύνηση της έκθεσης του πληθυσµού στις υφιστάµενες περιβαλλοντικές συνθήκες.
Οι µετρήσεις συµπεριελάµβαναν παρακολούθηση της διακύµανσης των επιπέδων σωµατιδιακών και βασικών αέριων ατµοσφαιρικών ρύπων µε αυτόµατους αναλυτές συνεχούς καταγραφής και υψηλής χρονικής ανάλυσης. Πιο αναλυτικά, καταγράφηκαν τα επίπεδα των αιωρούµενων σωµατιδίων µε διάµετρο µικρότερη των 10 µm (ΑΣ10), του Μαύρου Άνθρακα ή Αιθάλης (ΜΑ ή BC, Black Carbon), του µονοξειδίου του άνθρακα (CO), των οξειδίων του αζώτου (NOx = NO + NO2), του διοξειδίου του θείου (SO2) και του όζοντος (O3).
Ως προς το BC, µέσω του χρησιµοποιούµενου εξοπλισµού, αποδόθηκαν οι µετρούµενες συγκεντρώσεις στις πηγές εκποµπής του, δηλ. σε καύση ξύλου ή ορυκτών καυσίµων (BCwb και BCff αντίστοιχα).
Οι µέσες ωριαίες τιµές των παραµέτρων αυτών παρουσιάζουν µικρές διαφοροποιήσεις στο υπόβαθρο ρύπανσης κάθε περιοχής. Οι ρύποι κυµαίνονταν σε επίπεδα υποβάθρου και πιο συγκεκριµένα χαµηλότερα από τις οριακές τιµές. Ενισχυµένα επίπεδα παρουσιάζει µόνο το Ο3, όµως δεν απαιτείται κάποιο προληπτικό µέτρο για τον πληθυσµό, καθώς κατά την περίοδο µέτρησης τα επίπεδα σε κάθε περίπτωση κυµάνθηκαν κάτω του θεσµοθετηµένου ορίου ενηµέρωσης του κοινού.
Για την αιθάλη, το ΝΟ και τα ΝΟx, παρά το γεγονός πως δεν υπάρχουν θεσµοθετηµένες οριακές τιµές για την προστασία της υγείας, τα επίπεδά τους κρίνονται ως χαµηλά βάση ερευνητικών µελετών. Επιπλέον, οι εκποµπές της αιθάλης σχετίζονται µε καύση ορυκτών (καύσιµα για κίνηση, σε γεννήτριες ή µηχανικά µέσα για την αποκατάσταση της περιοχής) η οποία κυµαίνεται στο 79% ως 84%.
Σχετικά µε τα ΑΣ10 και το BC (αιθάλη), οι συνολικές µέσες τιµές που µετρήθηκαν από το ΕΑΑ, της τάξης των 18.0±7.3 µg/m3 και 0.8±0.5 µg/m3 αντίστοιχα, είναι συγκρίσιµες µε τα αποτελέσµατα των µετρήσεων του ΕΚΕΦΕ Δηµόκριτος που διενεργήθηκαν στο Μάτι, 150 µέτρα από την παραλία, από τις 11 Αυγούστου ως τις 3 Σεπτεµβρίου 2018.
«Συνεπώς, βάση της µελέτης της ποιότητας αέρα στις επιλεγµένες περιοχές στο Μάτι Ανατολικής Αττικής κρίνεται πως κατά την διάρκεια των δειγµατοληψιών δεν παρουσιάσθηκε καµία υπέρβαση των ορίων για τους θεσµοθετηµένους πρωτογενείς ρύπους» αναφέρει το ΕΑΑ.
Όπως σημειώνει, διενεργήθηκαν και δειγµατοληψίες εδάφους στην ευρύτερη περιοχή στις 4 Σεπτεµβρίου, οπότε συλλέχθηκαν δείγµατα εδάφους σε βάθος 0-5 cm από την επιφάνεια. Τα δείγµατα διαλυτοποιήθηκαν µε χρήση οξέος και αναλύθηκαν (τρεις φορές για έλεγχο επαναληψιµότητας) µε την τεχνική του Επαγωγικά Συζευγµένου Πλάσµατος συνδεδεµένο µε Φασµατογράφο Μάζας (ICP-MS, ΕΠΕΧΗΔΙ-Πανεπιστήµιο Κρήτης) για τον προσδιορισµό µετάλλων (Pd, Cd, As, Ni, Zn, V, Sb και Cu ή µόλυβδος, κάδµιο, αρσενικό, νικέλιο, ψευδάργυρος, βανάδιο, αντιµόνιο και χαλκός) που θεωρούνται ανθρωπογενούς προέλευσης.
Τα κύρια ευρήµατα, τα οποία είναι σε συµφωνία µε αντίστοιχα του ΕΚΕΦΕ Δηµόκριτος ο οποίος διεξήγε ανεξάρτητες µελέτες, συνοψίζονται ως εξής:
- Σε όλα τα δείγµατα οι τιµές που µετρήθηκαν είναι ίσες ή και µικρότερες µε τις µέσες τιµές που έχουν παρουσιαστεί στη σχετική βιβλιογραφία για την ευρύτερη περιοχή της Αθήνας (Argyraki and Kelepertzis 2014, Science of Total Environment).
- Σε κανένα δείγµα δεν ανιχνεύθηκαν τα ανθρωπογενούς προέλευσης στοιχεία Cd (τοξικό) και Sb.
- Για τα στοιχεία V, Ni, Cu, Zn, As και Pb δεν παρατηρήθηκε στατιστικά σηµαντική διαφορά ανάµεσα στα δείγµατα που συλλέχτηκαν στις καµένες περιοχές, σε σχέση µε τα δείγµατα αναφοράς (µη καµένες περιοχές).
Η δειγµατοληψία θα επαναληφθεί και τους επόµενους µήνες ανά τακτά χρονικά διαστήµατα ως το τέλος του χειµώνα.
Την ομάδα μελέτης απότελούν οι: Δρ. Ν. Μιχαλόπουλος, καθηγητής Πανεπιστηµίου Κρήτης και Διευθυντής ΙΕΠΒΑ/ΕΑΑ, Δρ. Ε. Γερασόπουλος, διευθυντής Ερευνών ΙΕΠΒΑ/ΕΑΑ, Δρ. Ε. Λιακάκου, εντεταλµένη ερευνήτρια ΙΕΠΒΑ/ΕΑΑ, Δρ. Α. Μπουγιατιώτη, εξωτερική συνεργάτιδα, μεταδιδακτορική ερευνήτρια, Δρ. Γ. Γρίβας, εξωτερικός συνεργάτης, μεταδιδακτορικός ερευνητής, Ι. Σταυρούλας, εξωτερικός συνεργάτης, υποψήφιος διδάκτορας (µόνο στην οµάδα σύστασης αέρα) και Μ. Τσαγκαράκη, υποψήφια διδάκτορας Πανεπιστηµίου Κρήτης (µόνο στην οµάδα σύστασης εδάφους).