Από την έντυπη έκδοση
Του Βασίλη Κωστούλα
[email protected]
Tον Νοέμβριο του 1990 η Μάργκαρετ Θάτσερ έδωσε την τελευταία της ομιλία στη Βουλή των Κοινοτήτων του Ηνωμένου Βασιλείου. Αμέσως μετά εκτυλίχθηκε ένας εξόχως ενδιαφέρων διάλογος, ο οποίος παραμένει μέχρι και σήμερα επίκαιρος.
* Βουλευτής Σάιμον Χιουζ: «Υπάρχει ένα στατιστικό το οποίο δεν επιδέχεται αμφισβήτησης, και αυτό είναι ότι, κατά τη διάρκεια της 11ετούς θητείας σας, ως πρωθυπουργού, η ψαλίδα ανάμεσα στο πλουσιότερο 10% και το φτωχότερο 10% σε αυτήν τη χώρα έχει διευρυνθεί σημαντικά».
* Πρωθυπουργός Μάργκαρετ Θάτσερ: «Όλα τα επίπεδα των εισοδημάτων είναι πολύ υψηλότερα σήμερα απ’ ό,τι ήταν το 1979. Κι όμως, εσείς μου λέτε ότι θα προτιμούσατε οι φτωχοί να είναι φτωχότεροι, προκειμένου οι πλούσιοι να είναι λιγότερο πλούσιοι. Αυτή είναι η πολιτική σας. Γι’ αυτό δεν θα δημιουργήσετε ποτέ πλούτο για καλύτερες κοινωνικές παροχές».
«Θα προτιμούσαν το χάσμα να είναι εδώ, εδώ κάτω (σ.σ. δείχνοντας με τα δυο της χέρια χαμηλά) και όχι εδώ πάνω (σ.σ. δείχνοντας με τα δυο της χέρια ψηλά). Μόνο και μόνο για να είναι μικρότερη η ψαλίδα, θα προτιμούσαν οι φτωχοί να είναι φτωχότεροι. Έτσι όμως κανείς δεν δημιουργεί πλούτο και ευκαιρίες», έλεγε τότε χαρακτηριστικά η «Σιδηρά Κυρία».
Αυτή είναι κατά μία έννοια και σήμερα η συζήτηση, η οποία πάντως δεν αφορά επί της ουσίας την Ελλάδα, όσο και αν ορισμένοι προσπαθούν ενίοτε να συνδέσουν την ελληνική κρίση με τη διεθνή συζήτηση περί καπιταλισμού και ανισοτήτων.
Ο κόσμος και οι ανισότητες
«Οι ανισότητες είναι ένα φαινόμενο που κινείται ιστορικά σε κύκλους, τροφοδοτούμενο από πολέμους, επιδημίες, τεχνολογικές μεταβολές, καθώς και από ζητήματα αναδιανομής και πρόσβασης στην εκπαίδευση. Το τελευταίο κύμα ανισοτήτων στη Δύση έχει οδηγηθεί από την επανάσταση στην τεχνολογία, όπως συνέβη με τη βιομηχανική επανάσταση που οδήγησε την ανισότητα πριν από 150 χρόνια. Ωστόσο, ακόμη κι αν η ανισότητα έχει αυξηθεί εντός κρατών, έχει μειωθεί δραματικά ανάμεσα στα έθνη, καθώς το εισόδημα της μεσαίας τάξης στην Κίνα και την Ινδία έχει έρθει πιο κοντά στα στάσιμα εισοδήματα της μεσαίας τάξης στον ανεπτυγμένο κόσμο», εξηγεί στο βιβλίο «Global Inequality - A new approach for the age of globalization» ο Μπράνκο Μιλάνοβιτς, μελετητής των εισοδηματικών και κοινωνικών ανισοτήτων.
Ανισότητες υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν. Με τη διαφορά ότι σήμερα, για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία, η ακραία φτώχεια έχει μειωθεί κάτω από το 10% του παγκόσμιου πληθυσμού, από τα 2 δισ. το 1990 στα 700 εκατ. το 2015, παρά το γεγονός ότι ο παγκόσμιος πληθυσμός συνεχίζει να αυξάνεται και μάλιστα με γοργούς ρυθμούς. Το παγκόσμιο ΑΕΠ βρίσκεται σε ανοδική πορεία, παρουσιάζοντας κατά μέσο όρο αύξηση 2,5% ανά έτος. Αντίστοιχα εξελίσσεται και το προσδόκιμο ζωής· μια γυναίκα στις ΗΠΑ σήμερα μπορεί να ζήσει μέχρι τα 89-90 χρόνια.
Ωστόσο, είναι γεγονός ότι η παγκοσμιοποίηση έχει κερδισμένους και χαμένους. Οι χαμένοι βέβαια δεν είναι πάντα ακριβώς χαμένοι. Σε ορισμένες περιπτώσεις, δεν κέρδισαν όσο οι κερδισμένοι. Οι κερδισμένοι είναι όλος ο τρίτος κόσμος. Είναι επίσης το 1% του πληθυσμού των χωρών της Δύσης και το 10% του παγκόσμιου πληθυσμού. Πρόκειται για την αστική και ανώτερη αστική τάξη ή αλλιώς για τους πλούσιους. Οι χαμένοι εντοπίζονται στην εργατική τάξη και τους μικρομεσαίους ή μικροαστούς. Πρόκειται για τους ανθρώπους που βλέπουν τους άλλους να «τρέχουν» και αγανακτούν. Πολλοί από αυτούς ήταν οι ψηφοφόροι του Τραμπ, του Φάρατζ και της Λεπέν.
Το γεγονός όμως ότι ο διπλανός μου πηγαίνει στο γραφείο με ελικόπτερο, δεν σημαίνει ότι εγώ περνάω άσχημα ή χειρότερα απ’ ό,τι περνούσα. Αλλά αυτή είναι μια κατάσταση την οποία δεν ανέχεται εύκολα η ανθρώπινη φύση. «Οι ψυχολόγοι το ονομάζουν inequity aversion», έλεγε πρόσφατα στη «Ν» ο καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου και Θεωρίας Θεσμών Αριστείδης Χατζής. Η αντίδραση αυτή είναι καταρχήν θετική, υγιής και εποικοδομητική, υπό την προϋπόθεση όμως ότι κινητοποιεί τον καθέναν από εμάς, του δίνει κίνητρο να εξελιχθεί και να προκόψει. Ειδάλλως, μετατρέπεται σε μια αντιπαραγωγική διαδικασία την οποία συχνά ορισμένοι εκμεταλλεύονται, προάγοντας με όχημα τον λαϊκισμό τα δικά τους μικροπολιτικά συμφέροντα.
Ο κόσμος και η Ελλάδα
Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι με αφορμή τις κατά καιρούς ευρωσκεπτικιστικές εξάρσεις, όπως αυτές που εκδηλώνονται μέσα από τις τρέχουσες πολιτικές εξελίξεις στην Ιταλία, καταγράφεται στην Ελλάδα μια τάση εξίσωσης των συμπτωμάτων σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο.
Πυρήνας της λεγόμενης «αντισυστημικής» ρητορικής είναι λοιπόν η έννοια των εισοδηματικών και κατ’ επέκταση κοινωνικών ανισοτήτων. Είναι χαρακτηριστική ακόμη και σήμερα η προσπάθεια στελεχών της ελληνικής κυβέρνησης κατά την παρουσία τους σε διεθνή φόρα να επιχειρηματολογούν υπέρ της άποψης ότι επί της ουσίας η ελληνική είναι ευρωπαϊκή κρίση, που οφείλεται στις πολιτικές τις οποίες εφάρμοσε τα προηγούμενα χρόνια -όχι τόσο η Ελλάδα όσο- η ΕΕ.
Πρόκειται για ένα αφήγημα το οποίο δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Εξυπηρετεί απλώς όσους επιχειρούν να καλύψουν τις αδυναμίες ενός κατά τα άλλα αντιπαραγωγικού και ξοφλημένου συστήματος, όχι για κάποιον άλλον αλλά για την ίδια τη χώρα και τους πολίτες της.
Αμερικανοί και Ιταλοί ψηφοφόροι ξεσηκώνονται επειδή φεύγουν εργοστάσια από τις πόλεις τους. Στην Ελλάδα δεν υπήρχαν καν εργοστάσια για να φύγουν και δεν έρχονται ούτε τώρα, με τη φυγή μονάδων παραγωγής από παραδοσιακές βιομηχανικές χώρες, σε μια περίοδο υψηλής κινητικότητας των κεφαλαίων στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης. Οι προκλήσεις τις οποίες αντιμετωπίζει η Ελλάδα είναι διαφορετικές και άπτονται πριν απ’ όλα των δικών της παθογενειών. Αρκεί μια ματιά στις διεθνείς κατατάξεις.
* Με τις υπόλοιπες προηγμένες χώρες να έχουν ήδη εισέλθει στη φάση της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, η Ελλάδα βρίσκεται στην 26η θέση μεταξύ των 28 κρατών - μελών της ΕΕ ως προς την αξιοποίηση των τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών. Είναι μάλιστα 24η συγκεκριμένα στον τομέα των ψηφιακών δημόσιων υπηρεσιών.
* Μέσα σε ένα ιδιαίτερα απαιτητικό και ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον, μόλις το 8% των Ελλήνων απασχολούμενων συμμετέχει σε προγράμματα εκπαίδευσης και κατάρτισης, συνδεόμενα με την επαγγελματική του ιδιότητα. Η χώρα βρίσκεται έτσι στον πάτο της σχετικής κατάταξης της ΕΕ μαζί με τη Ρουμανία.
* Οι δικαστικές υποθέσεις που εκκρεμούν στην Ελλάδα αγγίζουν τις 600.000. Στα διοικητικά δικαστήρια εκκρεμούν περίπου 250.000 δικογραφίες. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, στην Ελλάδα απαιτούνται 1.580 ημέρες για τη δικαστική εκκαθάριση μιας υπόθεσης. Στη Βουλγαρία χρειάζονται 564 ημέρες και στην Αλβανία 523 ημέρες.
* Ελλάδα με βάση τους δείκτες βιώσιμης ανάπτυξης κατατάσσεται στην 26η θέση μεταξύ των 28 χωρών της Ε.Ε. Το 4ο τρίμηνο του 2017 η ελληνική οικονομία, σε μια φάση παρατεταμένης ανοδικής πορείας για την περιοχή του Ευρώ, κατέγραψε τη χαμηλότερη ανάπτυξη της Ευρωζώνης, μόλις 0,1% του ΑΕΠ.
Η εικόνα που διαμορφώνεται αποκτά ξεχωριστή σημασία σε μια περίοδο κατά την οποία θα έπρεπε να έχει ενεργοποιηθεί η θεωρία του συμπιεσμένου ελατηρίου, αν όντως η οικονομία βρισκόταν σε φάση δυναμικής ανάκαμψης μετά από χρόνια ύφεσης, ασυνήθιστης για χώρα σε περίοδο ειρήνης.
Όσες χώρες κάνουν σήμερα την υπέρβαση, για ορισμένες από αυτές πριν από κάποια χρόνια δεν θα μπορούσαμε καν να το φανταστούμε, αποδεδειγμένα το καταφέρνουν επειδή ανοίγουν τα σύνορα, εκσυγχρονίζουν τους μηχανισμούς τους, εργάζονται σκληρά και μεθοδικά, αξιοποιούν τα εργαλεία της διεθνούς οικονομίας, παρακολουθούν την τεχνολογική πρόοδο και προσαρμόζονται στις εξελίξεις.
Προς αυτήν την κατεύθυνση θα πρέπει να κινηθεί και η Ελλάδα, η οποία έχει ήδη χάσει πολύτιμο χρόνο. Οργάνωση, αξιοκρατία, ποιοτική εκπαίδευση και κατάρτιση, τεκμηριωμένη μαζική ενημέρωση, θεσμική συνέπεια, εκλογές κάθε 4 χρόνια. Χωρίς αλλαγή δεδομένων, το καθεστώς της στασιμότητας θα είναι το καλό σενάριο για την οικονομία, σε μια χώρα όπου ο υπουργός Μεταφορών και ο συνδικαλιστικός εκπρόσωπος των αυτοκινητιστών καλούν τον μάνατζερ μιας επιτυχημένης νεοφυούς επιχείρησης να τους εξηγήσει πώς εκτελούνται οι συναλλαγές με πιστωτική κάρτα.