Ο επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ Μ. Όμπσφελντ επιμένει στον όρο βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους. Στο θετικό επενδυτικό κλίμα στο Χρηματιστήριο Αθηνών και στα μεταμνημονιακά σενάρια εστιάζει ο γερμανικός Tύπος.
Εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη παραχώρησε ο επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ Μορίς Όμπστφελντ στην εβδομαδιαία εφημερίδα Die Zeit. Μεταξύ άλλων γίνεται αναφορά στη στάση που θα τηρήσει το Ταμείο στο εξής απέναντι στην Ελλάδα μετά το πράσινο φως που έδωσε το Eurogroup την περασμένη Δευτέρα. Στην ερώτηση του γερμανού δημοσιογράφου εάν θα βοηθήσει το ΔΝΤ στο πλαίσιο της απόφασης που έλαβε πέρυσι να συμβάλει, υπό την προϋπόθεση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους, στη χρηματοδότηση της χώρας με 1,6 δις ευρώ, ο Όμπσφελντ απάντησε αρνητικά.
«Το ΔΝΤ επιβεβαίωσε καταρχήν την πρόθεση να βοηθήσει, αλλά όχι να δώσει μετά βεβαιότητας δάνειο» απάντησε. «Η προσδοκία ήταν ότι το ΔΝΤ θα δώσει δάνειο εάν σημειώσει η Ελλάδα επαρκείς προόδους στον τομέα των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και οι δανειστές της τολμήσουν να κάνουν το χρέος της βιώσιμο. Τουλάχιστον το τελευταίο δεν έχει υλοποιηθεί μέχρι τώρα». Στην ερώτηση, τι είδους ελάφρυνση χρέους περιμένει ακριβώς, ο επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ απαντά ότι «υπάρχουν διάφοροι δρόμοι για να επιτευχθεί απομείωση του χρέους. Θα πρέπει να αξιολογήσουμε επακριβώς προτάσεις σε ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους» ανέφερε αποφεύγοντας να δώσει συγκεκριμένους αριθμούς παρά την επιμονή του γερμανού δημοσιογράφου. «Υπάρχουν διάφοροι δρόμοι, συμπεριλαμβανομένης και της επιμήκυνσης του χρόνου αποπληρωμής των υφισταμένων δανείων».
Ικανοποίηση στο ελληνικό χρηματιστήριο
Στο «ράλι μετοχών» που συνεχίζεται στο Χρηματιστήριο Αθηνών, προσφέροντας ικανοποίηση στους επενδυτές, αναφέρεται η Handelsblatt. Ο βασικός δείκτης του Χρηματιστηρίου Αθηνών κατέγραψε άνοδο σχεδόν 36% τους τελευταίους δώδεκα μήνες, ενώ μόνο από τη αρχή του έτους έχει σημειώσει άνοδο 6,6%. «Η άνοδος αντικατοπτρίζει πρωτίστως τα αυξανόμενα κέρδη των εταιρειών. Μάλιστα οι καλοί οιωνοί για περαιτέρω κέρδη δεν λείπουν», γράφει η γερμανική εφημερίδα κάνοντας αναφορά στην αναβάθμιση κατά μία μονάδα της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας από τον οίκο αξιολόγησης Standard and Poor's. Παρά το ότι τα ελληνικά χρεόγραφα εξακολουθούν να βρίσκονται στην κατηγορία των «σκουπιδιών» (junk bond), εντούτοις «οι θετικές προοπτικές υποδηλώνουν ότι η χώρα σύντομα θα αναβαθμιστεί. Η χώρα τον Αύγουστο θα απελευθερωθεί από τον κυκεώνα των πακέτων βοήθειας και θα μπορεί να αναχρηματοδοτηθεί από τις κεφαλαιαγορές. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να πετύχει.»
Η Handelsblatt σημειώνει ότι «οι επενδυτές επιβραβεύουν τη δημοσιονομική εξυγίανση και το αυξημένο ρυθμό των μεταρρυθμίσεων της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα, όπως και την προοπτική για περαιτέρω ελάφρυνση του ελληνικού χρέους. Επίσης κάτι θετικό: Τους επόμενους μήνες η κυβέρνηση πρέπει να υλοποιήσει μια σειρά ιδιωτικοποιήσεων, κυρίως στον ενεργειακό τομέα». Ακόμη, όπως σημειώνει η εφημερίδα, κρίσιμα θα είναι και τα αποτελέσματα από τα τεστ αντοχής της ΕΚΤ, στα οποία θα υποβληθούν οι τέσσερις συστημικές ελληνικές τράπεζες, δεδομένου ότι το ελληνικό χρηματιστήριο και γενικότερα η ελληνική οικονομία εξαρτώνται πρωτίστως από τις τράπεζες. «Οι αναλυτές της Standar and Poor's εκτιμούν ότι δεν θα χρειαστούν νέα κεφάλαια. Εάν τα αποτελέσματα των τεστ, που αναμένονται στις 15 Μαΐου, αποδειχθούν θετικά, τότε θα ενισχυθούν ακόμη περισσότερο οι ελληνικές μετοχές».
Χρειάζεται η Ελλάδα ένα νέο δίχτυ ασφαλείας;
H Frankfurter Allgemeine Zeitung εστιάζει στην επόμενη μέρα μετά την ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος που λήγει τον Αύγουστο του 2018 και θέτει το ερώτημα: «Χρειάζεται η Ελλάδα ένα νέο δίχτυ ασφαλείας;». «Πρόσφατα τα νέα για την Ελλάδα ήταν καλά. Αλλά ακόμη γίνεται λόγος για νέα υποστήριξη στη χώρα. Για ένα τέταρτο πακέτο βοήθειας όμως ούτε λόγος δεν θέλει να γίνεται το Βερολίνο», αναφέρει η εφημερίδα. «Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας υποσχέθηκε στους Έλληνες ότι τον Αύγουστο θα τελειώσουν τα προγράμματα διάσωσης και εξυγίανσης. Ο Τσίπρας μιλά για ένα 'clean exit', για μια καθαρή έξοδο. Μετά, θέλει να θέσει το θέμα απομείωσης του χρέους μέσω των πιστωτών ή ελάφρυνσης των όρων για την αποπληρωμή του ελληνικού χρέους. Κι αυτό για να επωμιστούν και οι χώρες-πιστωτές μερίδιο της ευθύνης: εάν προκύψουν δυσκολίες στο μέλλον θα μπορεί να ειπωθεί ότι φταίει η απουσία ελάφρυνσης χρέους ή τα ανεπαρκή μέτρα ελάφρυνσης». H FAZ σημειώνει ότι «η κατάσταση στην Ελλάδα εξακολουθεί να είναι επισφαλής», με τον δείκτη χρέους να αγγίζει το 177% του ΑΕΠ», ενώ το 2017 η χώρα για πρώτη φορά μετά από χρόνια κρίσης σημείωσε μικρή οικονομική ανάπτυξη.
Αναφορικά με το δίχτυ ασφαλείας, που έχει ζητήσει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννης Στουρνάρας, για μετά τον Αύγουστο του 2018 η εφημερίδα σημειώνει: «Στις Βρυξέλλες λένε ότι είναι πολύ νωρίς για δημόσια σχόλια. Έλληνες οικονομολόγοι που δεν πρόσκεινται στην κυβέρνηση εξακολουθούν να φοβούνται αρνητικά σενάρια: εάν προκληθεί αναταραχή στις χρηματοπιστωτικές αγορές ή αν οι διεθνείς επενδυτές φοβηθούν από την πολιτική αστάθεια και έναν νέο οικονομικό λαϊκισμό, τότε η Ελλάδα θα μπορούσε να ξαναβρεθεί γρήγορα υπό πίεση.» Σε περίπτωση που μετά το καλοκαίρι τα ασφάλιστρα κινδύνου παραμένουν υψηλά για την Ελλάδα, αυτό θα σήμαινε ότι πιθανώς θα χρειαστεί ένα τέταρτο πρόγραμμα «κάτι όμως για το οποίο κανείς δεν είναι απόλυτα έτοιμος», δήλωσε στην εφημερίδα Έλληνας οικονομολόγος.
«Στους υποστηρικτές πάντως ενός νέου διχτυού ασφαλείας επικρατεί ο φόβος ότι η κυβέρνηση Τσίπρα χωρίς τις συνεχείς αξιολογήσεις των μεταρρυθμιστικών προγραμμάτων και τις ρήτρες των δανείων, ενδέχεται να πάρει πίσω κάποιες από τις μεταρρυθμίσεις ή τα μέτρα εξυγίανσης που έχουν ήδη συμφωνηθεί, ώστε να κερδίσει πόντους στην προεκλογική εκστρατεία του 2019», σημειώνει η FAZ, συμπληρώνοντας ότι στο Ευrogroup δεν προτίθενται «αυτή τη στιγμή» να ασχοληθούν με το θέμα πιθανού διχτυού ασφαλείας για τα δημόσια οικονομικά της Ελλάδας.
«Αυτό για το οποίο είναι αποφασισμένο είναι να θέσει τέλος το καλοκαίρι στο οκταετές δανειακό πρόγραμμα. Το ενδεχόμενο τέταρτου προγράμματος απέκλεισε και ο Γερμανός υπηρεσιακός υπ. Οικονομικών Πέτερ Αλτμάιερ. Έτσι προς το παρόν θα συνεχιστεί η ίδια ρουτίνα στην εφαρμογή του προγράμματος διάσωση».