Ένας μήνας συμπληρώθηκε από τότε που η Γερμανία αποφάσισε να επαναφέρει σε εθνικό επίπεδο την προσωρινή φύλαξη των εσωτερικών της συνόρων για πτήσεις από την Ελλάδα και στα κοινά σύνορα με την Αυστρία, επικαλούμενη τις σχετικές διατάξεις του Κώδικα Συνόρων Σένγκεν, «σε περίπτωση σοβαρής απειλής της δημόσιας τάξης ή της εσωτερικής ασφάλειας... όταν διαπιστώνονται σοβαρές αδυναμίες στην πραγματοποίηση ελέγχων στα εξωτερικά σύνορα… στην περίπτωση εξαιρετικών περιστάσεων ως έσχατο μέσο ανάγκης… και ως σοβαρή αμέλεια κράτους - μέλους να αντεπεξέλθει στις υποχρεώσεις του».
Χωρίς να συντρέχει προφανώς κάποια εξαιρετική περίπτωση στη Γερμανία, που θα δικαιολογούνταν από μια μεγάλη αθλητική διοργάνωση ή ένα συμβούλιο κορυφής τύπου G20 για ένα και όχι για 6 μήνες, οι δειγματοληπτικές έρευνες που έγιναν από τις αρχές του χρόνου σε επιβάτες από την Ελλάδα «έδειξαν» στις γερμανικές αρχές την αμέλεια της ελληνικής πλευράς να ελέγξει αποτελεσματικά τα εσωτερικά σύνορα με τη Γερμανία.
Σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Εσωτερικών στους πρώτους 8 μήνες του χρόνου καταγράφηκαν 3.200 περιπτώσεις επιβατών που επιχείρησαν να ταξιδέψουν στη Γερμανία χωρίς νόμιμα ταξιδιωτικά έγγραφα, κι άλλες 1000 παράτυπες αφίξεις. Σύμφωνα με τελευταία στοιχεία που πήρε η Deutsche Welle από το ίδιο υπουργείο «από τις 12.11 μέχρι συμπεριλαμβανομένης και της 10.12 στο πλαίσιο ελέγχων σε γερμανικά και ελληνικά αεροδρόμια εμποδίστηκαν 527 παράτυπες είσοδοι από την Ελλάδα στη Γερμανία και σε άλλες χώρες του Σένγκεν. Λεπτομερής διαφοροποίηση ανά εθνικότητα δεν κατέστη δυνατή, διότι ιδιαίτερα για τα ελληνικά αεροδρόμια δεν υπάρχουν στη Γερμανία μεμονωμένα στατιστικά στοιχεία. Στα γερμανικά αεροδρόμια οι Σύροι αποτελούν τη μεγαλύτερη πληθυσμιακή ομάδα».
Αναζήτηση της αλήθειας πίσω από τους αριθμούς
Η ελληνική πλευρά αντιτείνει το επιχείρημα ότι η γλώσσα των αριθμών δεν περιγράφει όλη την αλήθεια. Διότι για 1000 παράτυπες αφίξεις σε μια συνολική επιβατική κίνηση 3,5 εκ. επιβατών από τις αρχές του χρόνου, δεν δικαιολογείται το μέτρο των διαβατηριακών ελέγχων σε όλες τις πτήσεις από Ελλάδα και για 6 μήνες. Σύμφωνα με ελληνικά στοιχεία από τις 12.11 μέχρι και 14.12 σε ελέγχους 118.590 επιβατών σε 769 πτήσεις, μόνο 16 άτομα γύρισαν πίσω. Η γερμανική πλευρά δίνει 42 επιστροφές. Ασάφεια στα γερμανικά νούμερα επικρατεί και στο τι ακριβώς σημαίνει παράτυπη είσοδος και με βάση ποια ταξιδιωτικά έγγραφα των επιβατών. Από το ρεπορτάζ προκύπτει ότι στην πραγματικότητα δεν πρόκειται για άτομα με πλαστά διαβατήρια ή παράνομα ταξιδιωτικά έγγραφα, αλλά για πολίτες τρίτων χωρών, πχ. άτομα με ευρωπαϊκές άδειες παραμονής ή βίζες ή διαβατήρια που υπόκεινται στο καθεστώς τριμήνου. Δηλαδή οι κάτοχοι επιτρέπεται να διαμένουν μέχρι και 90 ημέρες σε χώρα της ΕΕ μέσα σε διάστημα το πολύ 3 μηνών. Σε αυτούς ανήκουν κυρίως υπήκοοι Αλβανίας, Τουρκίας, ΠΓΔΜ, αλλά και πολίτες τρίτων χωρών χαμηλού βιοτικού επιπέδου, για τους οποίους εγείρεται παγίως η υποψία ότι ταξιδεύουν στη Γερμανία, γιατί θέλουν να παραμείνουν και να εργαστούν.
Στα αεροδρόμια, κατά τη θεώρηση των ταξιδιωτικών τους εγγράφων, υποχρεούνται να απαντήσουν σε ερωτήσεις, όπως «πόσον καιρό θα μείνετε, έχετε αποσκευές, πόσα χρήματα φέρνετε μαζί σας». Πολλοί εξ αυτών δηλώνουν ότι θα μείνουν σε συγγενείς και φίλους, γι αυτό και δεν φέρνουν μαζί τους μεγάλα χρηματικά ποσά για το διάστημα της παραμονής τους. Από αυτήν την κατηγορία επιβατών οι γερμανοί αστυνομικοί απαγορεύουν συχνά την είσοδο στη χώρα, και με τη γενικόλογη αιτιολογία της παράτυπης εισόδου, τους στέλνουν πίσω στην Ελλάδα. Η ελληνικά πλευρά έλαβε πρόσφατα ενημερωτικό έγγραφο από αρμόδιες γερμανικές αρχές με την πληροφορία ότι από τις 12.11 μέχρι τις 06.12 εστάλησαν 13 άτομα πίσω στην Ελλάδα, εξ αυτών 2 από την ΠΓΔΜ και 6 από την Αλβανία λόγω έλλειψης επαρκών μέσων διαβίωσης, και έναν από τη Γεωργία χωρίς αναφορά λόγου. Δεν πρόκειται ασφαλώς για παράτυπες εισόδους υπό την πραγματική έννοια του όρου.
Λίγο ασφαλής η ελληνική ταυτότητα
Παρόμοιες ερωτήσεις υφίστανται όμως και έλληνες πολίτες, κάτοχοι ελληνικών διαβατηρίων ή ταυτοτήτων. Από ρεπορτάζ σε γερμανικά αεροδρόμια καταγράφηκαν διάφορα περιστατικά, εκ των οποίων η πιο χαρακτηριστική περίπτωση αφορά γυναίκα με δυο μικρά παιδιά, η οποία κατά τον έλεγχο των ταξιδιωτικών της εγγράφων μπαίνοντας σε γερμανικό αεροδρόμιο καλούνταν να απαντήσει σε ερωτήσεις, όπως, «ποιος είναι ο σκοπός της επίσκεψής σας, πού πάτε τώρα, γιατί δεν είναι και ο σύζυγός σας μαζί σας» και εκείνη έδινε εξηγήσεις στα αγγλικά. Τις περισσότερες φορές ο έλεγχος τελειώνει χωρίς συνέχεια, αλλά οι επιβάτες γίνονται έξω φρενών. Εδώ υποκρύπτεται καχυποψία για την ασφάλεια των ελληνικών ταυτοτήτων. Ότι υπάρχουν κυκλώματα παραχάραξής τους στην Αθήνα είναι γνωστό στους παροικούντες την Ιερουσαλήμ. Όπως επίσης ότι η ελληνική ταυτότητα δεν φέρει πολλές δικλίδες ασφαλείας όπως η γερμανική, που διαθέτει 16 δικλίδες ασφαλείας, όπως υδατογράφημα, το όνομα του κατόχου χτυπημένο με laser και τον γερμανικό θυρεό.
Σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Αστυνομία κατά τη διάρκεια του 2017 διαπιστώθηκαν 351 περιπτώσεις πλαστογραφημένων ή παραποιημένων ελληνικών ταξιδιωτικών εγγράφων, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται 58 ελληνικά διαβατήρια και 235 ελληνικές ταυτότητες. Η διαπίστωση θα πρέπει να κάνει την ελληνική πλευρά να επισπεύσει την έκδοση βιομετρικών ταυτοτήτων με ημερομηνία λήξης. Η Ελλάδα ανήκει ανάμεσα στις λίγες χώρες που η ταυτότητα ισχύει εσαεί, ακόμη κι αν η φωτογραφία του κατόχου δεν ανταποκρίνεται πλέον λόγω ηλικίας στα χαρακτηριστικά του.
Υπερβολές στους ελέγχους
Οι έλεγχοι στα γερμανικά αεροδρόμια θα συνεχιστούν εν πρώτοις για ακόμη πέντε μήνες για όλους τους επιβάτες από την Ελλάδα. Από αεροδρόμιο σε αεροδρόμιο και από αστυνομικό σε αστυνομικό διαφέρουν, η ταλαιπωρία όμως είναι κοινό χαρακτηριστικό. Στη Φραγκφούρτη για παράδειγμα, οι επιβάτες από όποια πύλη κι αν φτάσουν, μεταφέρονται με λεωφορεία στην πύλη 26, ανεβαίνουν με τα πόδια τη σκάλα φυσούνας, όπου στο τέλος της υπάρχουν δύο κινητά counter με φορητούς υπολογιστές. Εκεί οι αστυνομικοί διενεργούν «στο πόδι» διαβατηριακούς ελέγχους σε χώρο εντός Σένγκεν. Σε άλλους επιβάτες πληκτρολογούν τα στοιχεία τους στον υπολογιστή, σε άλλους απλά ελέγχουν με το «μάτι» τα ταξιδιωτικά έγγραφα. Στο αεροδρόμιο του Ντίσελντορφ οι έλεγχοι γίνονται σε σταθερά σημεία ελέγχου εντός Σένγκεν, σε αντίθεση με το αεροδρόμιο Σένεφελντ του Βερολίνου, όπου λόγω της πρόχειρης υποδομής του οι έλεγχοι γίνονται σε χώρους ουδέτερους, δεν αναγράφεται εάν πρόκειται για πύλη εντός ή εκτός Σένγκεν. Παρόμοιες συνθήκες μπορούν να δημιουργηθούν και σε άλλα αεροδρόμια, όπως στο Τέγκελ του Βερολίνου.
Μετά τις έντονες διαμαρτυρίες των ελληνικών αρχών για υπερβολές στον τρόπο ελέγχου, ανάρμοστη πολλές φορές συμπεριφορά απέναντι σε έλληνες πολίτες, το γερμανικό υπουργείο Εσωτερικών, όπως μας διαβεβαίωσε, ζήτησε από την Ομοσπονδιακή Αστυνομία να διαμορφώνει τους ελέγχους σε πτήσεις από Ελλάδα με τρόπο αναλογικό. Δεν θέλησε δε να σχολιάσει συγκεκριμένες περιπτώσεις κατάχρησης εξουσίας των αστυνομικών που θέσαμε υπόψη του «ελλείψει καλύτερης γνώσης των περιπτώσεων αυτών αλλά και για λόγους προστασίας του δικαίου της προσωπικότητας».
Σε ρότα συνεννόησης
Η κατάσταση έχει πάντως καλυτερεύσει από τότε που κλιμάκιο της Ελληνικής Αστυνομίας επισκέφθηκε τα αεροδρόμια του Μονάχου και της Φραγκφούρτης και μετά την πρόσφατη επίσκεψη στην Αθήνα του αρχηγού της Ομοσπονδιακής Αστυνομίας Ντίτερ Ρόμαν. Η τηλεφωνική επικοινωνία είναι τακτική και η Αθήνα ζητά περισσότερα και αναλυτικότερα στοιχεία, γιατί αυτά που λαμβάνει «δεν δικαιολογούν διαβατηριακούς ελέγχους». Η ελληνική πλευρά κατανοεί ότι η διαδικασία είναι νέα και γίνεται για πρώτη φορά υπό αυτές τις συνθήκες, αλλά ζητά ομοιομορφία στη διαδικασία και όχι κάθε αεροδρόμιο να ακολουθεί τη δική του τακτική. Η παρουσία έλληνα αστυνομικού συνδέσμου στο αρχηγείο της Ομοσπονδιακής Αστυνομίας στο Πότσνταμ θα βοηθήσει προς αυτήν την κατεύθυνση, όπως και η παρουσία ελλήνων αστυνομικών, εκτός από την υφιστάμενη στο Μόναχο και τη Φραγκφούρτη, και σε άλλα γερμανικά αεροδρόμια.
Και οι δύο πλευρές επιδιώκουν συνεννόηση και καλή συνεργασία με στόχο την επαναφορά σε ισχύ του Κανονισμού Σένγκεν για πτήσεις από την Ελλάδα μετά την παρέλευση του εξάμηνου. Ως προς αυτό το γερμανικό υπουργείο Εσωτερικών επιφυλάχθηκε να απαντήσει σε δεδομένη χρονική στιγμή «λαμβάνοντας πρώτα υπόψη την εξέλιξη της συνολικής κατάστασης».