του Γιάννη Καμπουράκη
[email protected]
Στην αναμέτρηση δύο διαφορετικών πολιτικών προτάσεων, αυτή της κ. Γεννηματά και αυτή του κ. Ανδρουλάκη, οδήγησε το αποτέλεσμα του πρώτου γύρου στην αναμέτρηση για την εκλογή του νέου αρχηγού στην Κεντροαριστερά.
Το αναμενόμενο και ευρύ προβάδισμα της Φώφης Γεννηματά στην πρώτη Κυριακή δεν καθιστά τη δεύτερη Κυριακή τυπική διαδικασία. Το γεγονός ότι το ποσοστό της σημερινής προέδρου του ΠΑΣΟΚ είναι πιο κοντά στο 40% και όχι στο 50%, όπως φαινόταν στην αρχή της καταμέτρησης των αποτελεσμάτων, οδηγεί σε έναν ανοικτό δεύτερο γύρο, που θα κριθεί περισσότερο από το πόσοι ψηφοφόροι θα ξαναπάνε στην κάλπη, τι θα προτάξουν ως προτεραιότητα με την ψήφο τους και λιγότερο από τη γραμμή που θα δώσουν οι χαμένοι του πρώτου γύρου.
Σε μία πρώτη ανάγνωση, οι Γιώργος Καμίνης, Σταύρος Θεοδωράκης και Γιάννης Μανιάτης είναι πιο κοντά στον Νίκο Ανδρουλάκη, από τη νικήτρια του πρώτου γύρου Φώφη Γεννηματά. Η πολιτική συμπεριφορά των ψηφοφόρων όμως στον δεύτερο γύρο δεν θα είναι ένα απλό άθροισμα των ποσοστών του πρώτου γύρου, όποια γραμμή και αν δοθεί από τους χαμένους του πρώτου γύρου.
Έναντι του Νίκου Ανδρουλάκη, η Φώφη Γεννηματά δεν μπορεί να παίξει το χαρτί της ενότητας της παράταξης, την οποία σε μεγάλο βαθμό και ο ίδιος θέλει και εγγυάται. Έναντι της Φώφης Γεννηματά, ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν μπορεί να παίξει το χαρτί της «αποπασοκοποίησης» του νέου κόμματος, που αποτελεί επιθυμία αρκετών από τους ψηφοφόρους του πρώτου γύρου. Ακόμα και αν είναι ευρωβουλευτής της Ελιάς, του πολιτικού εγχειρήματος ανανέωσης που απέτυχε, οι πολίτες θα έχουν απέναντί τους δύο πολιτικά πρόσωπα που προέρχονται από το ΠΑΣΟΚ.
Η διαφορά στην πολιτική στάση και την πολιτική πρόταση των δύο υποψηφίων στον δεύτερο γύρο είναι ότι η κ. Γεννηματά είναι στη συνείδηση των πολιτών είναι συνυφασμένη με το λεγόμενο παραδοσιακό ΠΑΣΟΚ και τη συνέχειά του, ενώ ο κ. Ανδρουλάκης εκπροσωπεί την τάση για ανανέωση, χωρίς να απειλεί την ενότητα της παράταξης. Οι προτάσεις που θα κάνουν για τον νέο φορέα θα μετρήσουν, καθώς στον πρώτο γύρο κάποιοι πήγαν στην κάλπη για να συνεχίσει να υπάρχει το ΠΑΣΟΚ και κάποιοι άλλοι για να πάψει να υπάρχει το ΠΑΣΟΚ και ο νέος φορέας να ιδρυθεί εκ του μηδενός.
Ένα ακόμα βασικό κριτήριο είναι η γνώμη των ψηφοφόρων και για τη θέση των δύο υποψηφίων έναντι του ΣΥΡΙΖΑ και της Ν.Δ. Τοποθετήθηκαν πριν τον πρώτο γύρο, θα επανατοποθετηθούν τώρα, αλλά ανεξάρτητα από αυτό, ο κ. Ανδρουλάκης κουβαλά περισσότερα αντι–ΣΥΡΙΖΑ χαρακτηριστικά από την κ. Γεννηματά, ενώ αμφότεροι στέκονται με την ίδια απόσταση έναντι της Νέας Δημοκρατίας.
Τα νούμερα της συμμετοχής στον δεύτερο γύρο θα έχουν αντίστοιχη σημασία με αυτά του πρώτου γύρου. Αν υπάρξουν απώλειες, θα χαθεί το κλίμα αισιοδοξίας που κυριαρχεί από χθες στους κόλπους της Κεντροαριστεράς και θα ενισχυθεί η διαρροή του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος, μεταξύ άλλων, μιλά από χθες για «πολιτική φούσκα».
Σε αναμονή ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ.
Είναι βέβαιο ότι η συμμετοχή των 212.000 πολιτών στη διαδικασία του πρώτου γύρου αναγκάζουν τόσο τον ΣΥΡΙΖΑ όσο και τη ΝΔ να διαβάσουν τα γεγονότα και να σταθούν με σοβαρότητα έναντι στο πολιτικό γεγονός της εκλογής νέου αρχηγού στην Κεντροαριστερά. Αν η κυβέρνηση συνεχίσει με την απαξία, την ειρωνεία και τη διαρροή φημών «περί ψηφοφόρων που έστειλε ο Μητσοτάκης», απλώς θα επιβεβαιώσει τα σχόλια περί ανησυχίας, αμηχανίας και αδυναμίας διαχείρισης της κατάστασης.
Από την άλλη πλευρά, ούτε η Φώφη Γεννηματά ούτε ο Νίκος Ανδρουλάκης επιτρέπουν στην Νέα Δημοκρατία και τον Κυριάκο Μητσοτάκη να υποστηρίξει ότι θα έχει εύκολους συνομιλητές στο κόμμα που πάει να δημιουργηθεί.