Κριτική στην κυβέρνηση ότι προχωρά στην πώληση των πιο προσοδοφόρων περιουσιακών στοιχείων της ΔΕΗ στις χαμηλότερες δυνατές τιμές άσκησε ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκος Μητσοτάκης και πρόσθεσε ότι η ελληνική πλευρά όχι μόνο δεν έχει διασφαλίσει το ενδιαφέρον των αγοραστών αλλά και την ίδια τη βιωσιμότητα της επιχείρησης.
Στο πλαίσιο της συνάντησής του με τον αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αρμόδιο για θέματα Ενεργειακής Ένωσης Μάρος Σέφκοβιτς, ο κ. Μητσοτάκης έκανε λόγο για πολύ περιορισμένη πρόοδο της κυβέρνησης στα ενεργειακά ζητήματα έχει δημιουργήσει πολλά ερωτήματα για την ενεργειακή πορεία και σταθερότητα της χώρας ιδίως μετά το 2018, εν όψει της προβλεπόμενης ιδιωτικοποίησης του 40% της ΔΕΗ.
Όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση, συζητήθηκε εκτενώς ο κίνδυνος «σοβαρών ελλείψεων ρευστότητας της ΔΕΗ στο εγγύς μέλλον», ενώ ο κ. Μητσοτάκης έδωσε έμφαση όχι μόνο στην ανάγκη ανοίγματος της αγοράς, μέσω της εκπλήρωσης του στόχου ιδιωτικοποίησης του 40% της ΔΕΗ, αλλά κυρίως στη διάσωση επιχείρησης.
Σε ό,τι αφορά την επιχείρηση επισημάνθηκε η ανάγκη διασφάλισης της προστασίας των πιο ευάλωτων κοινωνικά ομάδων, ταυτόχρονα με την αντιμετώπιση των στρατηγικών κακοπληρωτών που έχουν εκτινάξει σε 2,4 δις ευρώ τις ληξιπρόθεσμες οφειλές της επιχείρησης.
Ο κ. Μητσοτάκης ζήτησε από τον Αντιπρόεδρο της Κομισιόν τη συμβολή της Επιτροπής σε θέματα τεχνογνωσίας για την ανάπτυξη μη ληγνιτικών περιφερειακών μονάδων ενέργειας. Ο Επίτροπος τόνισε την ανάγκη αποεπένδυσης της χώρας από ληγνιτικές αγορές και ανάπτυξης Α.Π.Ε. και αγορών γκαζιού (βλ. East MED).
Ανέφερε πως η Ελλάδα έχει απορροφήσει 520 εκατ. ευρώ τα τελευταία χρόνια για ενεργειακά ζητήματα τα οποία μπορεί να πολλαπλασιάσει με τη μέθοδο της μόχλευσης από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (E.I.B.), το σχέδιο Γιούνκερ και ιδιωτικές επενδύσεις.
Οι δύο πλευρές συμφώνησαν τέλος στην ανάγκη ενεργειακής αναβάθμισης των κτιρίων της χώρας, ενώ ο κ. Μητσοτάκης τόνισε την προτεραιότητα που δίνει στη χάραξη εθνικής ενεργειακής πολιτικής