Από την έντυπη έκδοση
Του Δ.Η. Χατζηδημητρίου
[email protected]
Κάθε σοβαρό εγχειρίδιο καθημερινής πολιτικής διαχείρισης-δράσης έχει με τονισμένα μαύρα γράμματα την προειδοποίηση: «Το μισό της επιτυχίας κάθε τακτικής είναι η σωστή επιλογή του χρόνου εκδήλωσής της». Το άλλο μισό είναι η επαφή των όποιων πολιτικών πρωτοβουλιών με την πραγματικότητα, όπως την αντιλαμβάνονται οι πολλοί, αυτοί που δοκιμάζονται και υφίστανται τις συνέπειες πολιτικών επιλογών κι αποφάσεων που τους επιβάλλονται. Υπό το πρίσμα των παραπάνω η πρωτοβουλία της Ν.Δ. και του προέδρου της να προκαλέσουν μια συζήτηση στη Βουλή, για την ανομία και τα εκτεταμένα ανομικά φαινόμενα που καταγράφονται καθημερινά στα αστυνομικά δελτία, κρίνεται ως ήκιστα επιτυχής.
Όχι γιατί οι πολίτες δεν αντιμετωπίζουν τις συνέπειες της δράσης εγκληματικών συμμοριών και δεν αγωνιούν για την ασφάλειά τους, ακόμη και στο ιδιωτικό άβατό τους, αλλά γιατί η εκδηλωθείσα πρωτοβουλία της αξιωματικής αντιπολίτευσης υπονομεύθηκε από την πραγματικότητα. Κατανοητή η προσπάθεια του κ. Κυριάκου Μητσοτάκη να επιδιώξει να κεφαλαιοποιήσει πολιτικά την υπαρκτή ανησυχία των πολιτών για την ασφάλειά τους, πλην όμως προδόθηκε από τη συγκυρία, καθώς το τελευταίο διάστημα η ΕΛ.ΑΣ έχει να επιδείξει σημαντικές επιτυχίες, τόσο στην εξιχνίαση εγκλημάτων του κοινού ποινικού δικαίου όσο και σε υποθέσεις που όζουν τρομοκρατίας.
Είναι κοινή συνείδηση, πλέον, ότι στα πανεπιστήμια εκδηλώνονται ανυπόφορα περιστατικά βίας, αλλά μήπως δεν ήταν υπουργός-στέλεχος της Ν.Δ. αυτός που άρχισε να αναθεωρεί διατάξεις του Ν 4009/2011 της κυβέρνησης Γ. Α. Παπανδρέου για τα ΑΕΙ, ανοίγοντας τον δρόμο για τη σαρωτική επιδρομή τριών διαδοχικών υπουργών Παιδείας της σημερινής συγκυβέρνησης;
Ενώ το πρόβλημα με τα Εξάρχεια είναι μια πραγματικότητα, με υφέσεις κι εξάρσεις, τα τελευταία 30-35 χρόνια και παραμένει ζωηρή στα αυτιά των πολιτών η ηχώ ηρωικών δηλώσεων αρχηγών και αρμοδίων υπουργών, πως «θα καθαρίσουν την περιοχή σε χρόνο μηδέν». Μηδενικό είναι μόνον το αποτέλεσμα…
Η συζήτηση της Παρασκευής ήταν παντελώς εκτός της ζέουσας επικαιρότητας, η οποία κυριαρχήθηκε από την ομολογία των κ.κ Χουλιαράκη-Τσακαλώτου περί συνειδητής υπερφορολόγησης της μεσαίας τάξης. Αλλά γι’ αυτήν την παραδοχή της βιαιότερης κι εξαναγκαστικής αναδιανομής εισοδημάτων που βιώνει η χώρα μεταπολιτευτικά, η αντιπολίτευση φαίνεται να μην έχει αντίλογο.
Γεγονός που ενισχύει την εντύπωση ότι είναι η -δοκιμαζόμενη δημοσκοπικώς- κυβέρνηση που διατηρεί σε απόλυτο βαθμό τη δυνατότητα να θέτει τις προτεραιότητες στην πολιτική ατζέντα και συζήτηση.
Όσο αυτό δεν αλλάζει, κάθε «σύγκρουση» κυβέρνησης-αντιπολίτευσης στη Βουλή θα μοιάζει με μια τραγωδία προσωποποιημένη.