Το χειρότερο εκλογικό ποσοστό στην ιστορία του κατέγραψε το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα της Γερμανίας (SPD) στις χθεσινές ομοσπονδιακές βουλευτικές εκλογές. Πού οφείλεται αυτή η «πανωλεθρία»;
Μόλις τον περασμένο Μάρτιο ο Μάρτιν Σουλτς είχε εκλεγεί πρόεδρος του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος με 100% των ψήφων. Η ανακοίνωσή και μόνο της υποψηφιότητάς του, τον Ιανουάριο, ήταν αρκετή για να εκτινάξει το SPD κοντά στο 30% στις δημοσκοπήσεις και να "επαναπατρίσει" δεκάδες χιλιάδες οργανωμένα μέλη. Όλα έδειχναν ότι ο πρώην πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ήταν σε θέση να αντιμετωπίσει την Άγκελα Μέρκελ στις εκλογές του Σεπτεμβρίου. Σήμερα η εικόνα είναι εντελώς διαφορετική: με το ισχνό 20% των ψήφων ο Σουλτς καταρρίπτει ακόμα και το αρνητικό ρεκόρ που είχε καταγράψει το 1998 ο Φρανκ Βάλτερ Στάινμάγερ απέναντι στην Άγκελα Μέρκελ με 23%.
Πολλοί πιστεύουν ότι ο άλλοτε πολλά υποσχόμενος υποψήφιος των Σοσιαλδημοκρατών δεν είχε επαρκή χρόνο για να αναπτύξει το πρόγραμμά του και να γίνει ευρύτερα γνωστός στους Γερμανούς ψηφοφόρους. Πολλοί δεν τον γνώριζαν, καθώς τα προηγούμενα πέντε χρόνια, ως πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, απέφευγε να αναμειχθεί σε ζητήματα εσωτερικής πολιτικής. Επιπλέον μέχρι τα τέλη του 2016 δεν είχε εκδηλώσει φιλοδοξίες για το χρίσμα του SPD, το οποίο φαινόταν να κατοχυρώνεται στον αντικαγκελάριο και προσωπικό του φίλο, Ζίγκμαρ Γκάμπριελ.
«Αλλάζει κόμμα» η εργατική τάξη;
Οι μετεκλογικές αναλύσεις στο πρώτο κανάλι της γερμανικής τηλεόρασης (ARD) δείχνουν πάντως, ότι η καθίζηση του SPD δεν είναι μόνο ζήτημα προσώπων. Και τα δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας, οι Χριστιανοδημοκράτες της Άγκελα Μέρκελ (CDU) και οι Σοσιαλδημοκράτες του Μάρτιν Σουλτς, καταγράφουν σημαντική μείωση στις προτιμήσεις των ψηφοφόρων που ανήκουν στην αποκαλούμενη "εργατική τάξη" και φαίνεται πλέον να αναζητούν άλλες εναλλακτικές λύσεις. Συγκεκριμένα: ενώ στις εκλογές του 1998 το 49% των ψηφοφόρων της εργατικής τάξης προτιμούσε το SPD και το 29% το CDU, στις εκλογές της Κυριακής τα ποσοστά αυτά μειώθηκαν σε 25% και 23% αντίστοιχα. Αλλά και σε προσωπικό επίπεδο ο Μάρτιν Σουλτς φαίνεται ότι δεν κατάφερε να αναπτύξει τη δυναμική που προεξοφλούσαν οι δημοσκοπήσεις τον Ιανουάριο: σύμφωνα με έρευνα του τηλεοπτικού σταθμού N-TV στο ερώτημα «Ποιόν υποψήφιο κρίνετε πιο ειλικρινή;» ο πρόεδρος των Σοσιαλδημοκρατών σχεδόν συμβαδίζει με την καγκελάριο (47% έναντι 53% για τη Μέρκελ), αλλά όταν τίθεται το ερώτημα για την κατάρτιση ή την ηγετική ικανότητα των υποψηφίων η Μέρκελ υπερτερεί με μεγάλη διαφορά του αντιπάλου της.
«Είναι μία δύσκολη και πικρή μέρα για τη σοσιαλδημοκρατία» παραδέχθηκε ο Σουλτς. Μόλις λίγα λεπτά μετά την ανακοίνωση των πρώτων exit poll ο γενικός γραμματέας του κόμματος Χουμπερτους Χάιλ, αλλά και η αντιπρόεδρος Μανουέλα Σβέσιγκ, δήλωσαν ότι το SPD θα πρέπει να συμφιλιωθεί με τον ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ηγετικά στελέχη του κόμματος αφήνουν να εννοηθεί ότι αυτή η επιλογή λειτουγεί και ως ανάχωμα στο ακραίο δεξιό κόμμα της «Εναλλακτικής για τη Γερμανία», το οποίο αναδεικνύεται τρίτη δύναμη και θα γινόταν αξιωματική αντιπολίτευση σε περίπτωση συνέχισης του μεγάλου συνασπισμού στο Βερολίνο. Ωστόσο δεν φαίνεται να συμμερίζονται όλοι την ίδια άποψη: ο Σοσιαλδημοκράτης πρωθυπουργός του Βραδεμβούργου Ντίτμαρ Βόιντκε δηλώνει ότι «υπάρχουν πολλοί λόγοι για να πας στην αντιπολίτευση», αλλά και εξίσου σημαντικοί λόγοι «για να συμμετάσχεις σε μία σταθερή κυβέρνηση».