Από την έντυπη έκδοση
Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]
«Μετά την 11η Σεπτεμβρίου πολλοί απέφευγαν να πετάξουν με αεροπλάνα. Τα αυτοκίνητα και τα φορτηγά, όμως, είναι παντού, γύρω μας. Ο κίνδυνος να σκοτωθούμε σ’ αυτού του είδους τις επιθέσεις είναι μικρός. Στις ΗΠΑ, τροχαία στοιχίζουν τη ζωή σε 30.000 έως 40.000 άτομα τον χρόνο. Παγκοσμίως, οι τρομοκρατικές επιθέσεις με οχήματα έχουν σκοτώσει ένα μικρό μόνο ποσοστό αυτών των ανθρώπων», έγραψε η Αmanda Taub στους «New York Times», για τα μαύρα φεγγάρια της (αν)ασφάλειας, που έριξαν τη σκιά τους και στην Καταλονία.
Αναδρομή στο παρελθόν. Στην τρίτη επέτειο από την 11η Σεπτεμβρίου, σε δημοσκόπηση του πρακτορείου AP και της εταιρείας Ipsos, οι Αμερικανοί απάντησαν πως φοβούνται ότι θα πέσουν θύματα τρομοκρατικής επίθεσης σχεδόν τόσο όσο φοβούνται ότι θα γίνει διάρρηξη στο σπίτι τους. Στην κατάταξη η τρομοκρατία ήταν πέμπτη. Στην κορυφή των ανησυχιών παρέμεναν τα τροχαία και ο καρκίνος, παρά τις νωπές μνήμες και τους πρόθυμους εκμεταλλευτές του φόβου της τρομοκρατίας για πολιτικούς σκοπούς.
Στο ερώτημα «πόσο συχνά ανησυχείτε ότι θα πέσετε θύμα τρομοκρατίας» το 14% απάντησε «συχνά» και το 27% «από καιρό σε καιρό», ενώ αυτοί που ανησυχούσαν για την τύχη στο δρόμο ήταν 14% και 41% αντίστοιχα, όσο κι αν η πιθανότητα ενός δυστυχήματος είναι πολύ διαφορετική από εκείνη ενός δολοφόνου, που βάζει τυχαία στο στόχαστρό του τα θύματα. Οι ερευνητές κατέταξαν δεύτερο κατά σπουδαιότητα, πριν από τον φόβο του καρκίνου, το φόβο ότι δεν θα μπορεί κανείς να πληρώσει τους λογαριασμούς τους. Τέταρτος ήταν ο φόβος της ανεργίας.
Άεργοι δεν έχουν μείνει οι τζιχαντιστές από τότε, επιδεικνύουν ένα υψηλό επίπεδο δημιουργικότητας και ελαστικότητας στους στόχους, αλλάζουν τακτική, μέσα προσηλυτισμού και επίθεσης. Η απειλή τους είναι υπαρκτή, αλλά φαίνεται ότι το στοίχημα καταπολέμησης του φόβου έχει κερδηθεί. Το Foreign Policy σ’ αυτό αισιοδοξεί.
Εκείνο που δεν μπορεί να υποτιμηθεί είναι ότι η τρομοκρατία αλλάζει και την πολιτική και την κοινωνία.