Το 2016 προστέθηκε παγκοσμίως περισσότερη παραγωγική δυναμικότητα ανανεώσιμης ενέργειας από αυτή όλων των ορυκτών καυσίμων μαζί, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της παγκόσμιας κατάστασης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας από το REN21, το Δίκτυο Πολιτικής για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας για τον 21ο αιώνα, με έδρα το Παρίσι.
Μάλιστα, για πέμπτη συνεχόμενη χρονιά, οι επενδύσεις σε νέες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ήταν περίπου διπλάσιες από αυτές σε ορυκτά καύσιμα, με 264,8 δισεκατομμύρια δολάρια (224 δισεκατομμύρια ευρώ) να επενδύονται σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας παγκοσμίως το 2016.
Σε ολόκληρο τον κόσμο, το κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές μειώνεται, και από όλες τις μορφές ανανεώσιμης ενέργειας, η έκθεση επιβεβαιώνει ότι η ηλιακή ενέργεια ήταν η πιο δημοφιλής το 2016.
Η καύση πετρελαίου και άλλων καυσίμων με βάση τον άνθρακα παράγει διοξείδιο του άνθρακα και άλλα αέρια θερμοκηπίου που συμβάλλουν στην κλιματική αλλαγή. Η μετάβαση στις πηγές καθαρής ενέργειας όπως η ηλιακή, η αιολική και η υδροηλεκτρική ενέργεια μπορεί μόνο να βοηθήσει το περιβάλλον, αλλά αυτός δεν είναι ο μόνος λόγος για την αυξανόμενη τάση, καθώς το κόστος των φωτοβολταϊκών και της αιολικής ενέργειας είναι πλέον ανταγωνιστικό σε όλο τον κόσμο, αναφέρει η έκθεση.
Ωστόσο, η ηλιακή ενέργεια έχει επίσης κάποια περιβαλλοντικά μειονεκτήματα. Όπως αναφέρει το Ινστιτούτο Ηλεκτρολόγων και Ηλεκτρονικών Μηχανικών (IEEE), απαιτούνται τεράστιες ποσότητες ενέργειας για την παραγωγή ηλιακών συλλεκτών, και στην Κίνα, αυτή η ενέργεια παράγεται συχνά μέσω της καύσης ορυκτών καυσίμων.
Η διαδικασία απαιτεί πολύ νερό, παράγει τοξικά χημικά και μπορεί να εκθέσει τους εργαζομένους σε επικίνδυνες συνθήκες εργασίας. Οι περικοπές των τιμών που προέρχονται από την κατασκευή ηλιακών συλλεκτών στο εξωτερικό, αποτέλεσαν τεράστιο όφελος για τη βιομηχανία, αλλά ακόμα δεν μπορούν να θεωρηθούν πραγματικά πράσινες.