Από την έντυπη έκδοση
Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]
Ως ευεργέτη τον μνημονεύουμε και παραχώνουμε τις λαμπρές επιδόσεις του στην κερδοσκοπία, που του χάρισαν και τον τίτλο του «λαυριοφάγου», αλλά και τις «ευεργεσίες» του στην περιπέτεια του 1897, που «ήτο ένας ψευτοπόλεμος, ο οποίος είχεν ως σκοπόν την εν Ελλάδι επιβολήν του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου... τον οποίον δεν ετόλμα να δεχθή καμμία Ελληνική Κυβέρνησις και καμμία Βουλή να ψηφίση...».
Ως ευεργέτη τον μνημονεύουμε, αν και καμιά φορά στον Ροΐδη προσφεύγουμε.
«Ότε περιηγούμην εις τα ενδότερα της Σικελίας ο συνοδός μου μοι εδείκνυεν ανά παν βήμα παρεκκλήσιον, βρύσιν, ξενώνα ή άλλο ευσεβές ή φιλανθρωπικόν ίδρυμα ανεγερθέν διά της γενναιοδωρίας περιβοήτου τινός ληστού. Ούτω και παρ’ ημίν ανεγείρει πτωχοκομεία και μουσεία εκ μετοχικών χρημάτων ο φιλογενής κ. Α.Σ.».
Και όμως, τίποτε δεν αποδίδει καλύτερα τη βιοθεωρία του αυτοδημιούργητου Χιώτη που πρόκοψε στα ξένα, όσο η φλεγματική παρατήρηση που κάνει, όταν ο Τρικούπης κηρύσσει την πτώχευση (1893): «Και το πτωχεύειν θέλει την τέχνην του!».
Και άλλα θέλουν την τέχνη τους, από την πολιτική μέχρι τη διαχείριση των αποτελεσμάτων της.
«Εμποροι, βιοτέχνες και επαγγελματίες μάς θεωρούν ευεργέτες», δήλωσε υφυπουργός. «Με σταμάτησε άνθρωπος στον δρόμο με το μηχανάκι και μου το είπε... Σας λέω γεγονότα, δεν σας λέω ότι πανηγυρίζουμε».
Δεν αμφισβητώ την ύπαρξη του ξέγνοιαστου καβαλάρη που είδε τις χαμηλότερες ασφαλιστικές εισφορές σαν χάρη. Προφανώς, ανήκει στο 75% των ελευθέρων επαγγελματιών και μάλλον δεν είναι μισθωτός με δελτίο παροχής εργασιών για έξτρα εργασίες.
Δεν αμφισβητώ το γεγονός ότι με τη νέα ρύθμιση οι εισφορές δεν ορίζονται πλέον με βάση την ασφαλιστική κλάση, αλλά με βάση το (χαμηλό) εισόδημα περασμένου έτους.
Με ξενίζει η αναφορά στον ευεργέτη, ιδίως όταν είναι νεφεληγερέτης «είτε οικονομολογικώς είτε πολιτικώς».