Ξέσπασε σε βάρος του συντρόφου της 27χρονης κατηγορουμένης και συζύγου του θύματος που δολοφονήθηκε τον Αύγουστο του 2016 στο Κορωπί, ο πατέρας της κατηγορουμένης, o οποίος μάλιστα άφησε να εννοηθεί ότι o 41χρονος είναι ο ηθικός αυτουργός της δολοφονίας της 35χρονης.
Η 35χρονη, η οποία ήταν σε διάσταση με τον σύζυγό της, είχε δολοφονηθεί μπροστά στα μάτια των παιδιών της με πέντε μαχαιριές στην ωμοπλάτη, από την ερωμένη του συζύγου της, με την οποία είχε αποκτήσει δύο παιδιά.
«Όλα ξεκίνησαν από τον Γιάννη. Και οι δύο κοπέλες ήταν θύματά του. Τις είχε και τις δύο για να παίζει. Μπλεκόντουσαν και χτυπιόντουσαν. Έμειναν τέσσερα παιδιά χωρίς οικογένεια. Διέλυσε δυο σπίτια. Στη κόρη μου είχε πει ότι ήταν χωρισμένος» είπε ο πατέρας της κατηγορουμένης και τόνισε ότι ήταν σφάλμα που δεν είχε διώξει τον 41χρονο και την κόρη του από το σπίτι που έμεναν μαζί.
«Έπρεπε να τον είχα διώξει. Έλεγα στην κόρη μου ότι "σας κοροϊδεύει και τις δύο". Και ο πατέρας της Θεοδώρας όμως μου είχε πει: "Αυτός κατέστρεψε εμάς, θα καταστρέψει κι εσάς"» είπε ο πατέρας της κατηγορουμένης, ενώ αναφέρθηκε και στην επίθεση που δέχθηκε από τον σύντροφο της κόρης του μία μέρα μετά τη δολοφονία.
«Ήθελε να κάνει τον καλό στην άλλη οικογένειά του. Ήρθε και με πυροβόλησε στο σπίτι μου, εκεί που ήταν τα δυο παιδιά του», είπε χαρακτηριστικά.
Μιλώντας για τα όσα διαδραματίστηκαν πριν το έγκλημα και τις σχέσεις της κόρης του με το θύμα, ο μάρτυρας υποστήριξε στο δικαστήριο πως το θύμα ήταν εκείνη που απειλούσε την κόρη του και όχι το αντίστροφο, όπως έχουν υποστηρίξει άλλοι μάρτυρες στη δίκη.
«Η κόρη μου ήταν ήρεμη και αγαπητή, δεν έχει βιαιότητα. Σίγουρα είχε βγει εκτός αυτού. Είχε βγει η Θεοδώρα και την είχε απειλήσει για τη ζωή του παιδιού της. Της είχε πει ότι θα σκοτώσω το μπάσταρδό σου. Εγώ παρέδωσα την κόρη μου στην αστυνομία. Είχε πάρει το αυτοκίνητο (σ.σ. μετά το έγκλημα) και περιφερόταν μαζί με το παιδί της. Τους πήρα και πήγαμε στο αστυνομικό τμήμα. Ήταν στεναχωρημένη και φοβισμένη, έτρεμε. Μου είπε ότι δεν είχε χτυπήσει τη Θεοδώρα θανάσιμα... Τη ρώτησα: "Τη σκότωσες"; "Όχι", μου είπε, "ήταν όρθια" και της είπα "πάμε να τη δούμε στο Κέντρο Υγείας".
Προκειμένου να αποδείξει ότι το έγκλημα δεν ήταν προσχεδιασμένο, ο πατέρας της κατηγορουμένης είπε ότι η ίδια το είχε αγοράσει λίγο πριν το έγκλημα για το σπίτι επειδή δεν είχαν μαχαίρια.
«Πήρε το μαχαίρι και πήγε να υπερασπιστεί το παιδί. Μου είπε ότι την τρύπησε λίγο στην πλάτη για να τη φοβίσει, να αφήσει το παιδί και να φύγουν και ότι δεν έβαλε το μαχαίρι μέσα», είπε ο μάρτυρας.
Στο βήμα του μάρτυρα κατέθεσε και ο γαμπρός του θύματος, ο οποίος αναφέρθηκε στο πώς αντέδρασε η κουνιάδα του όταν έμαθε για τη σχέση του άνδρα της.
«Από το 2014 άρχισαν τα ανώνυμα τηλεφωνήματα στο σπίτι. Η κουνιάδα μου επεσε από τα σύννεφα όταν έμαθε για τη σχέση του άνδρα της με την κατηγορουμένη και την εγκυμοσύνη της. Δεν είχε αντιληφθεί κάτι. Καβγάδισαν και τον ρώτησε αλλά εκείνος της είπε ότι ότι ήταν μια σύντομη περιστασιακή σχέση και ότι τον εκβιάζει η οικογένεια της κατηγορουμένης... Στη συνέχεια τα τηλεφωνήματα μετατράπηκαν σε απειλές, του τύπου "θα σας κάψω", "θα σας σκοτώσω" ... Η κουνιάδα μου τους είχε πιάσει επ' αυτοφώρω στο σπίτι της κατηγορουμένης να γλεντάνε, αλλά επιτέθηκε μόνο στον σύζυγό της. Μετά έβαλε μπροστά το διαζύγιο. Η κουνιάδα μου φοβόταν και για τη ζωή της και για τη ζωή των παιδιών. Δεχόταν τηλεφωνήματα και απειλές συνεχώς. Ζούσε καθημερινά με το φόβο» είπε ο μάρτυρας.