Από την έντυπη έκδοση
Του Γιώργου Κούρου
[email protected]
Τελικά καμία κυβέρνηση δεν γλιτώνει από τη μέθη των αριθμών και των αγορών. Το τελευταίο διάστημα, μετά την αποτυχία να πάρουμε τα μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους με αποτέλεσμα να φάμε «πόρτα» από τον επικεφαλής της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι για την ποσοτική χαλάρωση, έχουμε βρει ένα νέο αφήγημα. Την έξοδο στις αγορές. Αυτός είναι ο πρώτος και μοναδικός στόχος και μετά ήρθε η ανάπτυξη.
Λες και όλα αυτά είναι πανάκεια. Λες και στις αγορές να βγούμε, ή ακόμη και να μπούμε στο QE της ΕΚΤ, ή και η ανάπτυξη να κάνει απόβαση στις ελληνικές παραλίες, θα λυθούν μεμιάς τα προβλήματά μας και της αγοράς.
Το οικονομικό επιτελείο έχει ζαλιστεί από το πλήθος των αριθμών και στατιστικών, έχει «μαγευτεί» και πιστεύει ότι η πορεία της οικονομίας είναι, το λιγότερο, εξαιρετική και κακώς γκρινιάζει όλη η Ελλάδα.
Εάν δεν ξυπνήσει όμως σύντομα, υπάρχει ο κίνδυνος να την πάθει όπως την έπαθαν και οι προηγούμενοι. Οι οποίοι έκαναν το μεγαλύτερο λάθος, δεν άκουγαν, από εκεί ψηλά που κάθονταν, τι λέει το… London School of πεζοδρόμιο.
Και το πεζοδρόμιο λέει πολύ απλά ότι οι μισοί Έλληνες χρωστάνε στην εφορία και στον ΕΦΚΑ, τα φέσια προς τις ΔΟΥ έχουν ήδη ξεπεράσει τα 95 δισ. ευρώ και με δεδομένο ότι υπολογίζεται ότι τα νέα ληξιπρόθεσμα χρέη και φέτος θα κινηθούν στα 12 - 13 δισ. ευρώ, πολύ σύντομα θα σπάσουν το φράγμα των 100 δισ. ευρώ.
Το πεζοδρόμιο δηλώνει απόγνωση, αφού τα δικαστικά τμήματα των εφοριών έχουν πάρει «φωτιά» και με ρυθμούς «πολυβόλου» επιβάλλουν αναγκαστικά μέτρα είσπραξης σε όσους χρωστούν στο Δημόσιο.
Από τις αρχές του έτους έχουν πραγματοποιηθεί 91.104 κατασχέσεις, εκ των οποίων οι 24.059 μόνο τον Μάιο, δηλαδή 1.093 κάθε εργάσιμη ημέρα.
Οι οφειλέτες που βρέθηκαν αντιμέτωποι με τις κατασχέσεις έφθασαν ήδη τις 930.160, ενώ με αναγκαστικά μέτρα είσπραξης απειλούνται 1.619.875 νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Και να τα πάρουν όλα από όλους, αλήθεια, πιστεύει άραγε κανείς ότι θα λυθούν τα προβλήματα της οικονομίας και τα δικά μας; Οι λύσεις είναι γνωστές και χιλιοειπωμένες, την πολιτική βούληση και πάλι ψάχνουμε. Και μέχρι να τη βρούμε, όπως έλεγε και ο Παλαμάς: «Χρωστάμε σ’ όσους ήρθαν, πέρασαν, θα ‘ρθουν, θα περάσουν».