Επίτιμος Διδάκτορας του Ποντιφικού Πανεπιστημίου του Λατερανού στον τομέα των Νομικών Επιστημών / Αστικού Δικαίου αναγορεύτηκε σήμερα το πρωί ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, στο πλαίσιο της επίσημης επίσκεψης που πραγματοποιεί στην έδρα της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας.
Τον προκαθήμενο της Ελλαδικής Εκκλησίας και τα μέλη της συνοδείας του υποδέχθηκαν στο Πανεπιστήμιο του Λατερανού ο Καρδινάλιος Ρουίνι, πρόεδρος της Συνόδου των Ιταλών Επισκόπων και ο πρύτανης του Πανεπιστημίου, Αρχιεπίσκοπος Salvator Fisichella, o οποίος, κατά τη διάρκεια της ομιλίας του, αναφέρθηκε στη ζωή και το έργο του κ. Χριστοδούλου.
Στην ομιλία του κατά την τελετή αναγόρευσής του σε Επίτιμο Διδάκτορα, ο Αρχιεπίσκοπος υπογράμμισε ότι το χαρακτηριστικό γνώρισμα των κυρίαρχων τάσεων σήμερα είναι η ενίσχυση αντιλήψεων και πρακτικών που οδηγούν σε μία εκθεμελίωση του πνευματικού κόσμου που οικοδόμησε η Εκκλησία, της οποίας η έξωση από τη ζωή του Ευρωπαίου ανθρώπου μεθοδεύεται ως το κυρίως ζητούμενο.
Όπως είπε, «επιχειρείται να καταλυθεί το όλο σύστημα αξιών με τις οποίες διαπότισε τον πολιτισμό ο λόγος της Εκκλησίας, ούτως ώστε να οδηγηθεί χωρίς λέοντες και μάρτυρες στο περιθώριο και να διακοπεί, όσο είναι δυνατόν, η σχέση Της με τον άνθρωπο, την κοινωνία και τον πολιτισμό. Οι τάσεις της προώθησης, στο όνομα της επιστήμης, της αποϊεροποίησης της ζωής και της αντιμετώπισής της ως μίας τυπικής μοριακής βιολογικής διαδικασίας, της επιτάχυνσης της κατάργησης του ιδιωτικού βίου δια της τεχνολογίας και της νομιμοποίησης της παρακολούθησης κάθε ανθρώπου, της υλοποίησης της κατάργησης των ηθικών αξιών δια της "ατομικής επιλογής", ώστε στη θέση της ηθικής ευθύνης να τίθεται ένας ουδέτερος κώδικας λειτουργίας των ατόμων, και της επιχείρησης της ανύψωσης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε νέα θρησκεία χωρίς Θεό, έχουν στόχο τους σαφώς και μόνον την Εκκλησία».
«Μέγα σημείο αντίστασης σε αυτές τις μεθοδεύσεις, τόνισε ο Μακαριώτατος, είναι ο ευρωπαϊκός κόσμος, διότι στην Ευρώπη η Εκκλησία δεν είναι μία σέκτα μέσα στην κοινωνία, αλλά η πηγή της ίδιας της κοινωνικότητας και ο ευρωπαϊκός πολιτισμός, αιώνες τώρα, βρίσκεται σε άμεση διαλεκτική συνάφεια με την Εκκλησία, που δίνει στον Ευρωπαίο την πίστη και την ηθική του».
Η Εκκλησία, τόνισε ο κ. Χριστόδουλος, «δέχεται και σήμερα, όπως δεχόταν πάντα, τρομερές πιέσεις να προσαρμόσει τον λόγο Της στις απαιτήσεις των δυνάμεων του κόσμου τούτου, των οποίων πολλές φορές οι υπηρέτες επιχειρούν να Της κλείσουν το στόμα και να Την οδηγήσουν σε παραίτηση από το έργο Της, επικαλούμενοι τη μόνη φράση του Ευαγγελίου που γνωρίζουν («τα του Καίσαρος τω Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ»), η οποία δεν σημαίνει «κάνετε ό,τι θέλει η εκάστοτε εξουσία», αλλά σημαίνει "να αποδίδετε στην εξουσία ό,τι ζητά και δεν βλάπτει την ψυχή και την πίστη σας"».
«Δέχεται πιέσεις να συναποδεχθεί την κατάργηση της αμαρτίας ως μη συνάδουσας πλέον με την προσωπική επιλογή ηθικής συμπεριφοράς, να μοιραστεί τη θέση Της με όλες τις θρησκείες, τις αιρέσεις ή και τις καταστροφικές λατρείες, να πάψει να επιμένει ότι ο Θεός είναι ο ζωής χορηγός, ώστε να μην εμποδίζει την επιστήμη, να σταματήσει να μιλά εναντίον των αμβλώσεων, να ξεκολλήσει από την υποστήριξη της οικογένειας και να αφήσει τους ανθρώπους να σχηματίζουν οικογένειες, σύμφωνα με τις σεξουαλικές επιθυμίες τους, να αποτραβηχτεί από την παιδεία και τον πολιτισμό και να αφήσει αυτά τα θέματα στα χέρια αποκλειστικά και μόνο του κράτους και των ιδιωτικών συμφερόντων, να δεχθεί τις υποχωρήσεις εκείνες που διευκολύνουν την επιβολή μίας ρελατιβιστικής και συγκριτιστικής κοινωνίας», σημείωσε μεταξύ άλλων ο Αρχιεπίσκοπος και κατέληξε:
«Η αποστολή μας στο σύγχρονο κόσμο είναι η προβολή και διακήρυξη της αλήθειας της πίστης μας και απέναντι στη σχολή του νεωτερικού ουμανισμού, η οποία προκύπτει από μία αντίληψη της προόδου για έναν μελλοντικό χρυσό αιώνα ειρήνης και ενότητας των ανθρώπων, χωρίς όμως πίστη στον Χριστό, επειδή δήθεν αυτή περιορίζει την εμβέλεια της ανθρώπινης βούλησης». Η σαφής χριστιανική διακήρυξή μας σήμερα, τόνισε, δεν μπορεί να είναι διαφορετική από εκείνη του Αποστόλου Παύλου, ο οποίος ανακάλυψε στο Ευαγγέλιο το στοιχείο της ενότητας των πολιτισμών.