Ανθρωποκτόνο πρόθεση είχαν, σύμφωνα με την εισαγγελέα, οι κατηγορούμενοι στη δίκη του Πάνου Καλλίτση, που πριν από ένα χρόνο δέχθηκε τρεις πυροβολισμούς στο στήθος και στα πόδια από τους δράστες που επιτέθηκαν στον ίδιο και στη γυναίκα του στο γκαράζ του σπιτιού τους με σκοπό τη ληστεία, το βράδυ της 30ής Ιανουαρίου του 2016.
Στο εδώλιο για την υπόθεση κάθονται ένας ειδικός φρουρός, ένας 35χρονος ιρακινός και ένας 42χρονος, ο οποίος το μοιραίο βράδυ 2016 βρισκόταν σε άδεια από τις φυλακές Αγιάς Χανίων, όπου εξέτιε ποινή για απάτες και ληστείες.
Σύμφωνα με την εισαγγελέα, η οποία ζήτησε την ενοχή και των τριών κατηγορουμένων, ο 42χρονος που κατηγορείται ότι πυροβόλησε τον Πάνο Καλλίτση είχε ανθρωποκτόνο πρόθεση.
«Ενήργησε ψυχρά, νηφάλια και πυροβόλησε τρεις φορές. Είχε ανθρωποκτόνο πρόθεση, η οποία αποδεικνύεται αβίαστα από όλα τα γεγονότα. Επειδή γλύτωσαν από θαύμα, επειδή αστόχησε, τι θα αποφασίσετε, ότι δεν ήθελε να σας σκοτώσει; Σκεφτείτε να γυρίσετε εσείς στο σπίτι σας και να βρείτε έναν κουκουλοφόρο», είπε στους δικαστές η εισαγγελέας και πρόσθεσε: «Και ένα παιδί δημοτικού να ρωτήσετε ποιος είναι ο σκοπός κάποιου που πυροβολεί τρεις φορές θα σας πει ότι ήθελε να σκοτώσει...».
Η εισαγγελική λειτουργός χαρακτήρισε τον κατηγορούμενο «επικίνδυνο, χωρίς ηθικές αναστολές», ενώ αναφερόμενη στον κατηγορούμενο ειδικό φρουρό είπε ότι «δεν αποδείχθηκε η απλή συνδρομή στην απόπειρα ανθρωποκτονίας για την οποία κατηγορείται, ωστόσο, βοήθησε στην επιχείρηση, ψυχικά και υλικά».
Η απολογία του 42χρονου κατηγορούμενου
Στην απολογία του ο 42χρονος κατηγορούμενος παραδέχτηκε ότι πυροβόλησε τον Πάνο Καλλίτση, αποδίδοντας στον συγκατηγορούμενό του αστυνομικό τον ρόλο του εμπνευστή του σχεδίου.
«Ναι τον χτύπησα στα πόδια. Εγώ, όμως, θεωρώ ότι λειτούργησα αμυνόμενος... Δεν είχα πρόθεση να σκοτώσω κανέναν. Το όπλο το είχα μαζί μου για εκφοβισμό. Πάλεψα μαζί του όταν επιχείρησε να μου πάρει το όπλο», είπε ο κατηγορούμενος, ο οποίος πρόσθεσε ότι ο τραυματισμός του Πάνου Καλλίτση δεν στάθηκε μοιραίος, χάρη στην εμπειρία του, ενώ για τη σφαίρα που δέχθηκε ο κομμωτής δίπλα στην καρδιά, είπε ότι «οφείλεται σε εκπυρσοκρότηση του όπλου πάνω στην πάλη. Δεν κατάλαβα ότι είχε χτυπήσει, δεν είδα αίματα. Για τον τραυματισμό του έμαθα αργότερα από την τηλεόραση».
Ο κατηγορούμενος περιέγραψε τι ακριβώς έγινε εκείνο το βράδυ.
«Περιμέναμε με τον Ιρακινό συγκατηγορούμενό μου έξω από το σπίτι του ζεύγους Καλλίτση, σε ένα παγκάκι, μέχρι να μας ειδοποιήσει ο αστυνομικός ότι έφυγαν από το κομμωτήριό τους» είπε ο 42χρονος, ο οποίος πρόσθεσε ότι ο αστυνομικός είχε την πληροφορία ότι ο γνωστός κομμωτής μετέφερε πολλά χρήματα με το αυτοκίνητό του.
«Εγώ δεν πήγα να πάρω τις εισπράξεις του κομμωτηρίου αλλά πίστευα πως μεταφέρει πάνω από 200.000 ευρώ. Όχι 4.000 ευρώ για να τα μοιραστούμε τρεις άνθρωποι και να πάρουμε 1.000 ευρώ ο καθένας. Ήταν λάθος που πήγα, το κίνητρό μου, όμως, ήταν αυτό. Η ληστεία για την οποία ήμουν φυλακή ήταν για πολύ μεγαλύτερο ποσό», είπε χαρακτηριστικά.
Όπως ανέφερε ο κατηγορούμενος, ο αστυνομικός του τηλεφώνησε τουλάχιστον εννέα φορές για να του πει ότι ξεκίνησαν από το αυτοκίνητο και κατευθύνονταν στο σπίτι.
«Όταν ήρθε το αυτοκίνητο του κ. Καλλίτση κατέβηκε τη ράμπα και στο τσακ κατάφερα να μπω. Είχα καλύψει το πρόσωπο μου με ένα κασκόλ, δεν φορούσα κουκούλα. Ο τρίτος, συγκατηγορούμενός μου, δεν πρόλαβε να μπει και έμεινε έξω από το γκαράζ. Πήγα στο παράθυρο του συνοδηγού και απείλησα τον κ. Καλλίτση για να βγουν έξω. Εκείνος έβαλε όπισθεν και άνοιξε την γκαραζόπορτα προσπαθώντας να βγει. Τότε εγώ ακούμπησα, το όπλο στο τζάμι προς τη μεριά του καθρέφτη, και πυροβόλησα». Όπως είπε, δεν είχε αντιληφθεί ότι τραυματίστηκε η σύζυγος του κομμωτή.
«Η κ. Χριστοπούλου, αφού έσπασε το τζάμι από τον πυροβολισμό, άνοιξε την πόρτα σήκωσε τα χέρια ψηλά και είπε: «Παιδιά, ό,τι θέλετε, μην ξαναπυροβολήσετε» και στάθηκε στην άκρη. Δεν χρησιμοποιήσαμε βία σε βάρος της, δεν πρόβαλε καμία αντίσταση. Εγώ πήγα από την πλευρά του κ. Καλλίτση και τον περίμενα να βγει και να πάει δίπλα στη σύζυγό του. Εκείνος, όμως, βγήκε και μου επιτέθηκε. Εγώ προσπαθούσα να τον απωθήσω με το αριστερό μου χέρι, με το δεξί μου κρατούσα το όπλο. Ένιωσα τα χέρια του πάνω στο όπλο».
Πρόεδρος: Εσείς τι κάνατε, που είστε τόσο έμπειρος;
Κατηγορούμενος: Έμπειρος είμαι αλλά δεν μου είχε ξανατύχει κάτι τέτοιο. Τράβαγε το όπλο. Όλα έγιναν μέσα σε δευτερόλεπτα. Άκουσα ένα μπαμ. Μου έπιασε τα χέρια από χαμηλά και προσπαθούσε να μου αποσπάσει το όπλο. Το έπιασε και το τράβαγε προς τα επάνω. Προσπαθούσα να τον απωθήσω. Του είπα: «Άσε το όπλο θα σου ρίξω» και τότε άκουσα τον πυροβολισμό. Δεν κατάλαβα ότι είχε χτυπήσει, δεν είδα αίματα. Για τον τραυματισμό του έμαθα αργότερα από την τηλεόραση. Δεν είχα συνειδητοποιήσει τι είχε γίνει, προσπαθούσε να με ακινητοποιήσει. Τότε σηκώθηκε η κ. Χριστοπούλου και ανεβαίνοντας τη ράμπα βγήκε έξω. Έμεινα μόνος πίσω με τον κ. Καλλίτση να παλεύω προσπαθώντας να φύγω. Ο κ. Καλλίτσης δεν με άφηνε ... Είναι ρωμαλέος».
Πρόεδρος: Και εσείς ρωμαλέος φαίνεστε...
Κατηγορούμενος: Ναι, αλλά δεν θα έκανα αυτό σε έναν ένοπλο. Ήθελα να φύγω και δεν με άφηνε. Έστρεψα το όπλο και δεν ήθελα να ρίξω. Έτρεξαμ γύρισα την πλάτη για να βγω από το γκαράζ και προς μεγάλη μου έκπληξη εκείνος έτρεξε και προσπάθησε να με ακινητοποιήσει εκ νέου.
Π. Καλλίτσης: Χαιλάντερ είμαι; Πρέπει να ήμουν υπεράνθρωπος.
Κατηγορούμενος: Έτρεξε και με ξαναέπιασε, γύρισα και στόχευσα ξανά. Τι να κάνω, να καλέσω να με πιάσει; Αν μου έπαιρνε το όπλο; Τόσο αυτός όσο και εγώ είχαμε Άγιο. Θα σκοτωνόταν και θα το είχα τύψεις στη συνείδηση μου. Λειτούργησα αμυνόμενος. Με κυνηγούσε και με έβριζε. Φοβήθηκα, σταμάτησα και πυροβόλησα για εκφοβισμό. Ναι, τον χτύπησα στα πόδια, αλλά εγώ θεωρώ ότι λειτούργησα αμυνόμενος την ώρα που πήγα να φύγω.
Πρόεδρος: Στο στήθος γιατί τον χτυπήσατε;
Κατηγορούμενος: Δεν τον χτύπησα, εκπυρσοκρότησε το όπλο.
Εισαγγελέας: Πυροβολούσατε όπου να 'ναι;
Κατηγορούμενος: Δεν έχασα την ψυχραιμία μου, προσπάθησα να τον τραυματίσω στο πόδι ώστε να μην κινδυνεύσει η ζωή του και εγώ να φύγω. (...) Δεν είχα πρόθεση να σκοτώσω κανέναν. Το όπλο το είχα μαζί μου για εκφοβισμό. Ποτέ δεν έχω ασκήσει τέτοιου είδους βία. Θεώρησα αυτονόητο ότι θα έχω όπλο.
Ο κατηγορούμενος εμφανίστηκε μετανιωμένος και ζήτησε την επιείκεια του δικαστηρίου και συγγνώμη που αναγκάστηκε να χρησιμοποιήσει το όπλο «έστω και στα πόδια» όπως είπε.
Η απολογία του αστυνομικού
Στην απολογία του ο αστυνομικός υποστήριξε ότι ο 42χρονος κατηγορούμενος του υπέδειξε τον κομμωτή γιατί μετέφερε χρήματα με το αυτοκίνητό του και ανέφερε ότι γνώρισε τον συγκατηγορούμενό του το 2015, όταν ήταν αδειούχους από τις φυλακές Μαλανδρίνου. «Παλιά ζούσε στο Κολωνάκι και μου έλεγε για διαφόρους επωνύμους που έβλεπε. Μου είπε για τον κ. Καλλίτση και με ρώτησε αν τον γνωρίζω. Ήθελε κουβέντα, ανταλλάξαμε τηλέφωνα. Με πήρε δυο τρεις φορές. Στο τελευταίο τηλεφώνημα μου είπε ότι θα βγει με άδεια και ότι κάτι με ήθελε. Όταν βγήκε βρεθήκαμε στον Κολωνό. Μου είπε ότι αυτό που ήθελε από εμένα ήταν να του τηλεφωνήσω και να του πω ότι (σ.σ. ο Καλλίτσης) έφυγε από το μαγαζί του. Εκείνη τη στιγμή δεν μου είπε ποιον εννοούσε. Μου είπε μετά. Μου είπε: «Σε παρακαλώ πολύ, θέλω να διαρρήξω το αυτοκίνητο του Καλλίτση». Σάστισα δεν ήξερα πώς να το διαχειριστώ».
Πρόεδρος: Πώς δεχθήκατε να το κάνετε αυτό; Είστε αστυνομικός.
Κατηγορούμενος: Επέμενε να τον βοηθήσω. Του είπα να μη μου ξαναζητήσει κάτι αντίστοιχο. Μου ζήτησε να του βρω και έναν φίλο για να έχει παρέα στο αμάξι. Έφυγα από τη συνάντηση και ανέβηκα την Κηφισίας. Είδα ένα αυτοκίνητο μαύρο tiguan. Μου είχε δώσει ένα καρτοτηλέφωνο για να του τηλεφωνώ. Εντόπισα το αυτοκίνητο που μου είχε πει. Δεν μπήκα όμως στη διαδικασία να πάρω από πίσω τον Καλλίτση. Μετά κατέβηκα προς την αμερικάνικη πρεσβεία και πήγα σπίτι μου. Αργότερα ήρθε σπίτι μου και μου είπε ότι ο κομμωτής πήγε να του πάρει το όπλο κι εκείνος τον πυροβόλησε. Τον έδιωξα. Μετά από μήνες μας συλλάβανε στο αεροδρόμιο και ενώ εγώ είχα βγάλει το όλο σκηνικό από το μυαλό μου. Ήθελα να ξεχάσω. Εγώ δεν έκανα τίποτα. Το μόνο που έκανα ήταν το τηλεφώνημα.
Απαντώντας στην εισαγγελέα, ο κατηγορούμενος είπε ότι τηλεφώνησε εννέα φορές στον συγκατηγορούμενό του γιατί ήταν αγχωμένος και ζήτησε συγγνώμη από το ζεύγος Καλλίτση, αλλά και την αστυνομία στην οποία υπηρέτησε.
Η απολογία του τρίτου κατηγορουμένου
Στην απολογία του ο τρίτος κατηγορούμενος είπε ότι οι συγκατηγορούμενοί του του είχαν πει ότι θα έκαναν διάρρηξη σε ένα αυτοκίνητο για να πάρουν ό,τι είχε μέσα.
«Ήρθε ο αστυνομικός και με πήγε στο σημείο. Εγώ καθόμουν εκεί άγαλμα, αυτοί οι δυο μιλούσαν μεταξύ τους. Ο δεύτερος 42χρονος μου είπε ότι θα έρθει ένα αμάξι θα μπει στο γκαράζ και αν βρω χρήματα να τα πάρω όσο εκείνος θα τους κρατάει. Όταν μπήκε το αυτοκίνητο στο γκαράζ, ο συγκατηγορούμενός μου με φώναξε. Δευτερόλεπτα περίμενα και άνοιξε η πόρτα του γκαράζ. Εντυπωσιάστηκα και τρόμαξα μαζί. Με το πιστόλι χτύπησε και έσπασε το τζάμι του αυτοκινήτου. Η γυναίκα κατέβηκε και έκατσε κάτω. Εγώ καθόμουν, δεν μπορούσα να κάνω τίποτα. Ύστερα ο συγκατηγορούμενός μου προσπάθησε να κατεβάσει τον οδηγό. Ήρθαν σε πάλη. Εγώ έφυγα πίσω από τη γυναίκα. Ούτε την ακούμπησα. (...) Έβλεπα ότι τσακώνονται, έτρεξα πίσω από τη γυναίκα, φοβήθηκα, τρόμαξα περισσότερο από τους παθόντες. Έτρεξα για να φύγω από τον τόπο εντελώς...»
Πρόεδρος: Και από τη στιγμή που είδε ότι πυροβολεί ο δεύτερος γιατί δεν έφυγε και κάθισε με τη γυναίκα;
Κατηγορούμενος: Αν ήθελε να τον σκοτώσει θα το έκανε με μια σφαίρα στο κεφάλι. Πέντε χρόνια που ζω σε αυτή τη χώρα δεν έχω κάνει ζημιά ούτε σε μύγα.
Εισαγγελέας: Ποιος έδινε τις πληροφορίες για το τι θα κάνετε;
Κατηγορούμενος: Και οι δυο. Θα μου έδιναν περίπου 200 με 300 ευρώ. Μου είπαν ότι κάτι λίγα χρήματα θα πάρεις.
Η δίκη θα συνεχιστεί αύριο.