«Καμπανάκι» για τις συνθήκες διαβίωσης προσφύγων και μεταναστών κρούουν ερευνητές της Διεθνούς Αμνηστίας, μετά από επισκέψεις που πραγματοποίησαν σε κέντρα φιλοξενίας στην ενδοχώρα και τα νησιά.
Συγκεκριμένα, η ερευνητική ομάδα της Διεθνούς Αμνηστίας ολοκλήρωσε χθες τη δεκαήμερη επίσκεψή της στην Ελλάδα που είχε ως στόχο την αξιολόγηση των συνθηκών διαβίωσης προσφύγων και μεταναστών στην Ελλάδα. Οι ερευνητές βρέθηκαν στο Ελληνικό, τη Ριτσώνα, το παλιό κτήριο της Softex στη Θεσσαλονίκη, τη Νέα Καβάλα Κιλκίς, όπως επίσης στη Μόρια και το Καρά Τεπέ στη Λέσβο. Κατά τις επισκέψεις τους συνομίλησαν με πρόσφυγες και μετανάστες, υπεύθυνους λειτουργίας των δομών, ακτιβιστές και εκπροσώπους ΜΚΟ.
Σχετικά με τα κέντρα φιλοξενίας στην ενδοχώρα, οι ερευνητές κάνουν λόγο για «συνθήκες που συνεχίζουν να αποτελούν παράγοντα ανησυχίας» και «ανεπαρκείς» συνθήκες διαμονής. «Δεν μπορούμε να εκφράσουμε γνώμη για όλα τα κέντρα φιλοξενίας. Ωστόσο αυτά που είδαμε είναι ακατάλληλα για μακρόχρονη διαμονή» διευκρινίζει η Μόνικα Κόστα Ρίμπα, επικεφαλής της αποστολής της Διεθνούς Αμνηστίας, Παρά το γεγονός ότι οι σκηνές έχουν αντικατασταθεί από κοντέινερ, σημειώνει η ίδια, «αυτό δεν είναι απαραίτητα μεγάλη βελτίωση».
Οι ερευνητές είδαν εγκύους και μωρά να κοιμούνται στο πάτωμα μέσα σε κοντέινερς, ανυπαρξία ζεστού νερού, απουσία εκπαίδευσης για κάποια παιδιά, αλλά και «απουσία θεραπείας για την ψυχική κατάσταση πολλών προσφύγων». Για παράδειγμα στη Νέα Καβάλα τα κοντέινερ ήταν σύμφωνα με τους ερευνητές «άδεια κουτιά». «Οι πρόσφυγες μας είπαν πως όταν βρέχει το νερό μπαίνει μέσα και δεν έχουν ηλεκτρικό. Μέσα στα κοντέινερ έχει ακόμα κρύο. Οικογένειες, έγκυοι, ηλικιωμένοι και παιδιά μεταξύ άλλων συνεχίζουν να ζουν σε δύσκολες συνθήκες», τονίζει η κ. Κόστα Ρίμπα.
Στη Ριτσώνα οι ερευνητές εντόπισαν ανεπαρκείς ιατρικές υπηρεσίες. «Εκεί οι ιατρικές υπηρεσίες σταματούν στις πέντε το απόγευμα και δεν υπάρχουν ιατρικές εγκαταστάσεις σε κοντινή απόσταση», εξηγεί.
Αναφορικά με την κατάσταση που επικρατεί στο Ελληνικό η ίδια κάνει λόγο για «συνθήκες κόλασης». Όπως αναφέρει η ερευνήτρια της οργάνωσης, Λία Γώγου, εντοπίστηκαν «μεγάλες ελλείψεις σε εγκαταστάσεις υγιεινής και σε εξαερισμό, καθώς και ανεπαρκής αριθμός σε τουαλέτες και ντους», ενώ οι πρόσφυγες «εξέφρασαν τις ανησυχίες τους για την ποιότητα του φαγητού και την περιορισμένη παροχή ζεστού νερού». Ασυνόδευτα παιδιά και γυναίκες που ταξίδεψαν μόνες με τα παιδιά τους είπαν «ότι φοβούνται για την ασφάλειά τους στον καταυλισμό και μίλησαν για την απόγνωση που βιώνουν εξαιτίας των κακών συνθηκών και της απελπισίας για την έλλειψη εναλλακτικών λύσεων».
«Σημαντική ανησυχία» προκαλεί, όπως επισημαίνει η κ. Κόστα Ρίμπα, και ο υπερπληθυσμός στα νησιά, όπου «περίπου 15.000 πρόσφυγες, αιτούντες άσυλο και μετανάστες αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο να επιστραφούν στην Τουρκία λόγω της Συμφωνίας Ε.Ε.-Τουρκίας και κάτω από την εσφαλμένη υπόθεση ότι η Τουρκία είναι ασφαλής χώρα».
Στη Μόρια, όπως επισημαίνει, «παρά τις πρόσφατες μεταφορές σε ξενοδοχεία και σε άλλο χώρο, εκατοντάδες άνθρωποι συνεχίζουν να ζουν σε σαθρές σκηνές εκτεθειμένες στις σκληρές καιρικές συνθήκες, όπως είναι η βροχή και ο δυνατός αέρας».
Σχετικά με τους πρόσφατους θανάτους στη Μόρια η επικεφαλής της αποστολής τονίζει ότι «δεν θα έπρεπε να εξεταστούν ανεξάρτητα από τις τρομερές συνθήκες που επικρατούν στο hotspot του νησιού». «Αυτές οι τρομερές συνθήκες σχετίζονται επίσης με την απόφαση των ευρωπαϊκών και ελληνικών αρχών να εφαρμόσουν τη συμφωνία Ευρωπαϊκής Ένωσης- Τουρκίας που έχει ως αποτέλεσμα χιλιάδες άνθρωποι να παγιδευτούν στα ελληνικά νησιά», αναφέρει.
Από την άλλη πλευρά οι ερευνητές της Διεθνούς Αμνηστίας εντόπισαν σε σχέση με την προηγούμενη επίσκεψή τους τον περασμένο Ιούλιο μια αύξηση στον αριθμό των ανθρώπων που ζουν σε ξενοδοχεία και διαμερίσματα στην Ελλάδα. Αν και η κ. Κόστα Ρίμπα χαρακτηρίζει την αύξηση αυτή «θετική κίνηση», σπεύδει να συμπληρώσει ότι «δεν είναι αρκετή, καθώς χιλιάδες εξακολουθούν να μαραζώνουν σε ακατάλληλα κέντρα φιλοξενίας».
Πηγή: ΑΜΠΕ