Από την έντυπη έκδοση
Του Πάνου Φ. Κακούρη
[email protected]
Εάν είχαμε χρόνο στη διάθεσή μας, οι δεύτερες σκέψεις του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε για αντικατάσταση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας ίσως ήταν θετική εξέλιξη. Υπό την έννοια, ο σχεδιασμός, η υλοποίηση και η εποπτεία του ελληνικού προγράμματος, που διανύει ήδη το 7ο έτος, να αποτελέσουν ευρωπαϊκή υπόθεση, χωρίς την εμπλοκή του Ταμείου, το οποίο έχει μια δική του φιλοσοφία και δεν έχει να επιδείξει και ιδιαίτερες επιτυχίες σε προγράμματα που εφάρμοσε σε άλλες χώρες και στην Ελλάδα.
Επίσης, εάν αποχωρήσει το Ταμείο από το πρόγραμμα, η χώρα μας θα χάσει έναν σύμμαχο στην προσπάθεια απομείωσης του ελληνικού χρέους, αλλά οι έως τώρα παρεμβάσεις του δεν είχαν καμία απήχηση στους Ευρωπαίους, ενώ ζητούσε και ανταλλάγματα από την Ελλάδα στο εργασιακό και σε μέτρα, όπως μείωση αφορολόγητου ορίου, μείωση συντάξεων κ.λπ.
Η κυβέρνηση εμφανίζεται να επιχαίρει στην προοπτική αποχώρησης του Ταμείου από το πρόγραμμα, εκτιμώντας ότι η αξιολόγηση θα κλείσει εύκολα και ότι γενικότερα φεύγει από τη μέση ένας «ακραίος παίκτης».
Όμως, τον ρόλο του «κακού» και επόπτη, που μέχρι τώρα έχει το ΔΝΤ, θα τον αναλάβει ο ESM, ένας ανεξάρτητος οργανισμός, που δεν ελέγχεται από την Κομισιόν. Και όπως είπε ο Β. Σόιμπλε, ο έλεγχος του ESΜ θα είναι αυστηρότερος.
Άρα τίποτα δεν προδικάζει ότι, μετά την πιθανολογούμενη φυγή του ΔΝΤ, οι αξιολογήσεις θα ολοκληρώνονται ταχύτατα.
Άλλωστε, με εξαίρεση την τρέχουσα αξιολόγηση, που είναι εξαιρετικά μπλεγμένη λόγω των στόχων των πλεονασμάτων και της απομείωσης του χρέους, όλες οι προηγούμενες κολλούσαν πάντα σε ευρωπαϊκές αντιδράσεις και λιγότερο στο ΔΝΤ.
Και οι «ευρωπαϊκές» αντιδράσεις εκπορεύονται από τη Γερμανία. Στο πλαίσιο αυτό, δεν πρόκειται να επωφεληθεί η Ελλάδα από την αποχώρηση του ΔΝΤ από το πρόγραμμα.
Αντίθετα, μπλέκουμε ξανά σε μια νέα διαδικασία διαπραγματεύσεων και χρόνος δεν υπάρχει για να χάσουμε.
Η τυχόν φυγή του ΔΝΤ ανοίγει κεφάλαια για συζητήσεις για το δανειακό πρόγραμμα, το χρέος, αλλά και για ενδεχόμενα νέα μέτρα.
Με δεδομένο ότι θα χρειαστούν εγκρίσεις και από κοινοβούλια ορισμένων χωρών, η ελληνική οικονομία θα περάσει αρκετούς μήνες ακόμη στην αβεβαιότητα, με κίνδυνο να χαθεί το στοίχημα της ανάπτυξης και για φέτος.