Από την έντυπη έκδοση
Της Αγγελικής Κοτσοβού
[email protected]
Ο ρόλος τους στην παγκόσμια πιστωτική κρίση του 2008 καθοριστικός. Δικαίως κατηγορήθηκαν ότι φέρουν σημαντικό μερίδιο ευθύνης, χαρίζοντας «γενναιόδωρες» αξιολογήσεις σε ριψοκίνδυνα ενυπόθηκα χρεόγραφα που αποδείχθηκαν τοξικά.
Αλλά και στη μετέπειτα κρίση χρέους της Ευρωζώνης, εξάντλησαν την αυστηρότητά τους στις μικρές και πιο αδύναμες χώρες του Νότου, με τις αλλεπάλληλες υποβαθμίσεις να ανοίγουν πολλαπλά μέτωπα, οδηγώντας στον αποκλεισμό τους από τις αγορές ομολόγων και στην υπογραφή των μνημονίων.
Κανείς όμως δεν βρέθηκε να υποβαθμίσει τους τρεις μεγάλους οίκους -S&P, Moody’s και Fitch-όπως και κανείς δεν τους τιμώρησε. Υπήρξαν κάποιες περιπτώσεις δικαστικών προσφυγών εναντίον τους, με κόστος προστίμων και διακανονισμών περίπου 2 δισ. δολ., ποσό που ωχριά μπροστά στο τίμημα που πλήρωσαν οι αμερικανικές τράπεζες για τα λάθη και τις ευθύνες εκείνης της σκοτεινής περιόδου.
Οκτώ χρόνια μετά, και οι επενδυτές φαίνεται να έχουν λησμονήσει το πρόσφατο παρελθόν, καθώς βασίζονται ακόμη περισσότερο στην «ετυμηγορία» των τριών. Οι τρεις οίκοι βαθμολογούν περισσότερο από το 95% των διεθνών ομολόγων, ποσοστό που ουσιαστικά παραμένει αμετάβλητο από την εποχή προ της κρίσης. Το αντίστοιχο μερίδιο του τέταρτου μεγαλύτερου οίκου, του DBRS, είναι μόλις 2,5%. Κανείς δεν έχει καταφέρει έως τώρα να σπάσει το μονοπώλιό τους.
Αρκετές φορές, ακόμη και η ιδέα σύστασης ενός νέου και ανεξάρτητου οίκου αξιολόγησης «ναυάγησε» προτού καν να γίνει πραγματικότητα. Το σχετικό αίτημα της κινεζικής Dagong Global Credit Rating Co. είχε απορριφθεί το 2010. Όσο για την ιδέα ενός ευρωπαϊκού οίκου αξιολόγησης, έχει έως τώρα αποδειχθεί «πύργος στην άμμο».
Τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ευρώπη έχουν κάνει κάποια βήματα προς την κατεύθυνση ενός αυστηρότερου ρυθμιστικού πλαισίου. Στις ΗΠΑ, ο νόμος Ντοντ-Φρανκ του 2010 για τη μεταρρύθμιση της Wall Street, και στην Ευρώπη η σύσταση της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών (ESMA) το 2011 είχαν ως στόχο την προστασία επενδυτών και την εύρυθμη λειτουργία των αγορών.
Παρά την πρόοδο, το μονοπωλιακό καθεστώς παραμένει, με τις αξιολογήσεις να κατευθύνουν τις επιλογές των επενδυτών και να κρίνουν τις τύχες εκείνων που εκδίδουν χρεόγραφα.
Υπάρχει άλλος τρόπος; Η εύλογη απάντηση περί δυνατότητας εναλλακτικών επιλογών προς το παρόν φαντάζει μακρινή. Μερίδιο ευθύνης αναλογεί στους ίδιους τους επενδυτές, που ίσως θα πρέπει να βασίζονται λιγότερο στις πιστοληπτικές αξιολογήσεις και να εμβαθύνουν οι ίδιοι στο πραγματικό πιστωτικό ρίσκο, ώστε να μη βρεθούν απροετοίμαστοι μπροστά σε μια νέα «φούσκα».