Του Κώστα Δεληγιάννη
Πριν από 5 χρόνια, το Νόμπελ φυσικής απονεμήθηκε σε τρεις αστρονόμους που, στα τέλη της δεκαετίας του 1990, ανακάλυψαν ότι το σύμπαν διαστέλλεται με επιταχυνόμενο ρυθμό. Η ανακάλυψή τους είχε βασισθεί στην ανάλυση υπερκαινοφανών αστέρων (σουπερνόβα) τύπου Ia, δηλαδή άστρων που έχουν καταρρεύσει κάτω από τη δύναμη της βαρύτητας, προκαλώντας θερμοπυρηνικές εκρήξεις.
Με δεδομένα από το διαστημικό τηλεσκόπιο Hubble και επίγεια τηλεσκόπια, οι τρεις ερευνητές υπολόγισαν με συναδέλφους τους τις αποστάσεις των αστέρων, διαπιστώνοντας έκπληκτοι πως αυτές αυξάνονταν ολοένα και ταχύτερα με την πάροδο του χρόνου. Έτσι, η επιστημονική κοινότητα αποδέχθηκε την ιδέα της επιταχυνόμενης διαστολής του σύμπαντος, αναζητώντας την αιτία που κρύβεται πίσω από αυτήν.
Τώρα, όμως, μία νέα μελέτη Ευρωπαίων επιστημόνων έρχεται να αμφισβητήσει αυτή την καθιερωμένη εικόνα της κοσμολογίας. Χρησιμοποιώντας έναν πολύ μεγάλο όγκο δεδομένων –δηλαδή μία λίστα 740 σουπερνόβα τύπου Ia, δεκαπλάσια από το δείγμα που οδήγησε στο βραβείο Νόμπελ– οι επιστήμονες βρήκαν πως οι ενδείξεις για την επιτάχυνση είναι λιγότερο τελεσίδικες από όσο θεωρούνταν μέχρι σήμερα.
Η μελέτη δημοσιεύεται στην online έκδοση του περιοδικού Nature. Όπως αναφέρουν σε αυτήν οι συντάκτες της, αντίθετα τα δεδομένα είναι συνεπή με ένα σταθερό ρυθμό συμπαντικής διαστολής.
Σύμφωνα με τον Σουμπίρ Σαρκάρ, καθηγητή στο τμήμα φυσικής του πανεπιστημίου της Οξφόρδης και επικεφαλής της ομάδας, η ανακάλυψη της επιταχυνόμενης διαστολής του σύμπαντος οδήγησε στην αντίληψη ότι το σύμπαν κατακλύζεται από μία «σκοτεινή ενέργεια», η οποία αποτελεί αυτή τη στιγμή το αποδεκτό μοντέλο κοσμολογικό μοντέλο.
«Ωστόσο, τώρα υπάρχει διαθέσιμο ένα μεγαλύτερο πλήθος δεδομένων, για να πραγματοποιηθούν πιο λεπτομερείς και ακριβείς αναλύσεις. Αναλύσαμε τον τελευταίο κατάλογο 740 σουπερνόβα τύπου Ia, δέκα φορές περισσότερους από το δείγμα στο οποίο βασίσθηκε η αρχική ανακάλυψη– και βρήκαμε πως η στατιστική αξιοπιστία του αποτελέσματος φτάνει τα “3 σίγμα”, όπως λένε οι φυσικοί. Επομένως είναι πολύ μικρότερη από τα “5 σίγμα” που απαιτούνται, ώστε να θεωρηθεί στατιστικά σημαντική οποιαδήποτε ανακάλυψη», σημειώνει ο επιστήμονας στην ιστοσελίδα του πανεπιστημίου της Οξφόρδης.
Ένα ανάλογο παράδειγμα είναι οι πρόσφατες ενδείξεις για τον εντοπισμό ενός καινούριου σωματιδίου στον Μεγάλο Επιταχυντή Αδρονίων στο CERN, η στατιστική αξιοπιστία των οποίων μάλιστα αρχικά έφτανε τα 3,9 και 3,4 σίγμα. Ωστόσο, όπως ανακοινώθηκε λίγους μήνες αργότερα, νεότερα δεδομένα μείωσαν την αξιοπιστία στο “1 σίγμα”, δείχνοντας τελικά πως οι ενδείξεις παρέπεμπαν σε τυχαίες διακυμάνσεις και όχι σε κάποιο καινούριο σωματίδιο.
Στην περίπτωση πάντως της επιταχυνόμενης διαστολής, υπάρχουν και άλλα στοιχεία που συνηγορούν υπέρ της, όπως για παράδειγμα οι μετρήσεις της μικροκυματικής ακτινοβολίας υποβάθρου (CMB), δηλαδή του υπολείμματος της ακτινοβολίας που εξέπεμπε το σύμπαν περίπου 380.000 χρόνια μετά τη δημιουργία του.
Ωστόσο, σύμφωνα με τον Σαρκάρ, αυτές οι ενδείξεις είναι έμμεσες, εν μέρει επειδή η CMB δεν επηρεάζεται από την υποτιθέμενη «σκοτεινή ενέργεια».
Όπως προσθέτει, σίγουρα θα χρειασθούν περισσότερα επιχειρήματα για να πεισθεί η επιστημονική κοινότητα, ωστόσο η δουλειά που έχει κάνει ο ίδιος με τους συναδέλφους του δείχνει ήδη πως είναι μάλλον σαθρός ένας βασικός πυλώνας του καθιερωμένου κοσμολογικού μοντέλου.
«Ελπίζω πως θα αποτελέσει κίνητρο για καλύτερη ανάλυση των κοσμολογικών δεδομένων, όπως επίσης και ότι θα εμπνεύσει τους θεωρητικούς φυσικούς να διατυπώσουν πιο εξελιγμένα κοσμολογικά μοντέλα».