Από την έντυπη έκδοση
Του Δ.Η. Χατζηδημητρίου
[email protected]
Με εξαίρεση το ΧΧ Συνέδριο του ΚΚΣΕ, τον Φεβρουάριο του 1956, όταν ο κόσμος πληροφορήθηκε εμβρόντητος τη σταλινική φρίκη από τον διάδοχό του Νικήτα Χρουστσόφ, τα συνέδρια των κομμάτων που έχουν δομηθεί στο λενινιστικό πρότυπο δεν είναι παρά κομματικές φιέστες επιβεβαίωσης και δοξαστικής λατρείας προς την ηγεσία και αναγνώρισης της σοφίας της καθοδήγησης. Από τον κανόνα αυτόν δεν ξέφυγε και το 2ο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο ολοκληρώθηκε με την επικύρωση της κυριαρχίας του Αλέξη Τσίπρα στο κομματικό σώμα, αν και μετά το τριήμερο του Φαλήρου παραμένει ζητούμενο η εγκαθίδρυσή της και στην κοινωνία.
Οι δημοσκοπήσεις επιμένουν ότι σύνεδροι και κοινωνία βαδίζουν σε ασύμπτωτες πορείες. Όχι μόνο σε ό,τι αφορά την απήχηση του κ. Τσίπρα, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο τα δύο αυτά σώματα αντιλαμβάνονται και ερμηνεύουν την ίδια πραγματικότητα. Παρακολουθώντας το Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, δεν μπορεί κανείς παρά να συμφωνήσει ότι όσα συνέβησαν ανταποκρίνονται πλήρως στον πυρήνα των σκέψεων του σπουδαίου καθηγητή εξελικτικής βιολογίας Robert Trivers, όπως αποδίδονται στο βιβλίο του, «Η μωρία των ανοήτων».
Εάν κάτι έλειψε από το Συνέδριο ΣΥΡΙΖΑ ήταν η ιεροτελεστία της «αυτοκριτικής», συνηθισμένη πρακτική σε ανάλογες κομματικές φιέστες του παρελθόντος. Η έλλειψη αυτή δεν αναπληρώθηκε από την ντροπαλή ομολογία απλών συνέδρων, «το κόμμα δεν είναι ελκτικό», καθώς για τη σοφή καθοδήγηση «όλα είναι καλώς καμωμένα». Δεν αρθρώθηκε καμία ουσιαστική φωνή κριτικής, ούτε απαίτηση λογοδοσίας για πολιτικές επιλογές και χειρισμούς που οδήγησαν την πατρίδα σε ένα εφιαλτικό παρόν, με την υπογραφή του 3ου μνημονίου. Πολύ περισσότερο, δεν διατυπώθηκε κανένα συνεκτικό σχέδιο για το μέλλον, τέτοιο που να επιτρέψει τη βάσιμη ελπίδα ότι «έπαθαν κι έμαθαν». Κουβέντα γι’ αυτά στη φιέστα του Φαλήρου. Αντιθέτως, υπήρξε πληθωρισμός αυτοθαυμασμού κι αυτοεπαίνων για «τη σθεναρή αντίσταση στους εκβιασμούς, στις απειλές με το πιστόλι στον κρόταφο, στο επιβληθέν πραξικόπημα».
Ως κόμμα «ζώντων τε και τεθνεώτων», κατά τη διατύπωση του Νίκου Φίλη, ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει να καταστήσει την «αυτοεξαπάτηση» από ελάττωμα των στελεχών του, δημόσια αρετή, επιζητώντας μέσα «από την αυτοσυγχώρεση και την ωραιοποίηση της αυτοεικόνας τους» να υφαρπάξουν και τη «συγχώρεση» των πολιτών. Ο μεσσιανισμός, διάχυτος στις ομιλίες των κορυφαίων στελεχών του, η αίσθηση «ιδιαίτερης αποστολής», βγάζει τη γλώσσα στην Ιστορία, που γέμει παραδειγμάτων, για την οδυνηρή κατάληξη ανάλογων πεποιθήσεων. Αλλά, όπως παρατηρούσε ο Τόμας Γιάνοβιτς στην Πράγα του ‘60, «κάθε τροχοπέδη πιστεύει πως είναι σωτήρια». Κι αυτό δεν αντιπαλεύεται εύκολα…