Ας μιλήσουμε για επενδύσεις «αλλιώς»

Πέμπτη, 29 Σεπτεμβρίου 2016 21:33
UPD:21:36
REUTERS/DADO RUVIC

Ο πολίτης/ψηφοφόρος είναι που χρειάζεται να αποφασίσει μέσα του για το αν θέλει ή όχι «να είμαστε στον χάρτη» ενός τέτοιου παράξενου επενδυτικού αύριο.

A- A A+

Από την έντυπη έκδοση

Του Α. Δ. Παπαγιαννίδη
[email protected]

Το συμπέρασμα από το σημείωμα αυτό θα φανεί στον αναγνώστη -το γνωρίζουμε, το φανταζόμαστε πάντως- γνωστό, πολυειπωμένο, τετριμμένο.

«Υπό τις σημερινές συνθήκες των αγορών κεφαλαίου, διεθνώς, η Ελλάδα θα μπορούσε/θα ‘πρεπε να προσελκύει ισχυρό ρεύμα επενδύσεων, αντί για την καχεκτική τωρινή εισροή. Όμως οι στρεβλώσεις που διατηρούνται...».

Μολαταύτα, θα συνιστούσαμε στα κάπως πιο αναλυτικά που ακολουθούν να δοθεί κάποια προσοχή - γιατί «χτίζουν» πιο ουσιαστικά το παραπάνω κοινότοπο συμπέρασμα.

Πάμε λοιπόν:

Α. Δ. Παπαγιαννίδης .

Ήδη στο φετινό συνέδριο του World Economic Forum, του γνώριμού μας Νταβός, αλλά και στο πρόσφατο G-20 στο Χάνγκτσου το ζήτημα του πού οδηγούνται οι επενδύσεις από το συνεχιζόμενο πελώριο overhang διεθνούς ρευστότητας -που προέκυψε από τις αντισυμβατικές πολιτικές των κεντρικών τραπεζών, αλλ’ όχι μόνο- κράτησε μεγάλο μέρος των συζητήσεων.

Πιο πρόσφατη, όμως, στο περισσότερο στοχευμένο Chamonix Get-together, μια συνάντηση δηλαδή απευθυνόμενη κυρίως προς διαχειριστές κεφαλαίου, προς κατόχους επιχειρηματικών ή οικογενειακών χαρτοφυλακίων, το ίδιο αυτό μοτίβο προσεγγίστηκε πιο διεξοδικά.

Γίνεται δηλαδή πλέον αποδεκτό ότι η διεθνής οικονομία εγκαθίσταται σε φάση -μακρά, όχι παροδική- χαμηλών αποδόσεων.

Γίνεται επίσης φανερό ότι το κυνήγι των βραχυπρόθεσμων επιδόσεων από τα funds και με τη δημιουργία όλο και υψηλότερου ρίσκου προϊόντων δεν οδηγεί στο επιθυμητό αποτέλεσμα - πλην ίσως πλουτίζει τους διαχειριστές κεφαλαίων με τα εξώκοσμα πριμ τους, οι οποίοι όμως βλέπουν τους δικαιούχους των κεφαλαίων να συννεφιάζουν. Η αναζήτηση λοιπόν επενδυτικών διεξόδων οδηγεί προς ενδιαφέρουσες κατευθύνσεις:

Πρώτα και κύρια, ο ορίζοντας κάθε επένδυσης γίνεται πλέον «αναγκαστικά» πιο μακροπρόθεσμος. Αυτό μπορεί να ακούγεται απλό, απλοϊκό ίσως, όμως αποτελεί μεγάλη αλλαγή σε σχέση με τις επενδυτικές τάσεις των τελευταίων δεκαετιών. Εκεί που μετριούνταν τα πάντα στο 3μηνο, τώρα γίνεται λόγος για ορίζοντα 5ετίας/10ετίας.

Ύστερα, εγκαθίσταται μια συζήτηση που έχει να κάνει με τους επενδυτικούς στόχους, τους πραγματικούς δηλαδή στόχους/το υλικό αντικείμενο των επενδύσεων.

Εδώ η συζήτηση χωρίζεται στα δύο: ένας κλάδος της λειτουργεί κάπως ιδεολογικά, με τον παράξενο εκείνο ρομαντισμό των καλβινιστών/λουθηρανών της Δύσης - θέματα περιβάλλοντος, εκπαίδευσης, υγείας τονίζονται μ’ αυτό το πρίσμα. ο άλλος κλάδος προσεγγίζει το θέμα με βάση τις πραγματικές ανάγκες του κόσμου, όπως αυτές εξελίσσονται - διατροφή σε αποδεκτή ποιότητα, θέματα πρόληψης στον χώρο της υγείας (όπου το κόστος απογειώνεται) και θέματα τρίτης ηλικίας, θερινή κατοικία, «ενσωματωμένος τουρισμός», ενέργεια, γενικώς υποδομές. Το αληθινά ενδιαφέρον είναι ότι οι δύο αυτές προσεγγίσεις συγκλίνουν στην πράξη.

Μια τρίτη διάσταση είναι ότι ενώ παρόμοιες λογικές υπήρχαν και παλιότερα, τώρα αναδύεται η άποψη ότι θα πρέπει να «καταλαμβάνουν» κατά 100% τα αποφασισμένα χαρτοφυλάκια. Συνδυαζόμενο αυτό με τα προηγούμενα συνεπάγεται ότι μια εντελώς διαφορετική διαμόρφωση επενδυτικών στρατηγικών και προϊόντων βρίσκεται στο άμεσο μέλλον/just around the corner. Μια νέα επενδυτική νοοτροπία;

Τέλος, ακριβώς επειδή μια τέτοια προσέγγιση «εισάγει» σε έναν διαφορετικό κόσμο κινδύνων, υπορρέουσα συμβουλή είναι να στοχεύονται -όσο γίνεται- καταστάσεις με σχετικά συμπιεσμένες αξίες εκκίνησης: Αν, π.χ., πας να στήσεις αλυσίδες ειδών διατροφής σε πανάκριβη γη, δεν βγαίνεις πέρα. αν διαμορφώσεις υποδοχή τρίτης ηλικίας εκεί που η περίθαλψη είναι σε απογειωμένο κόστος, ομοίως.  αν «βλέπεις» θερινή κατοικία, δεν θα πας εκεί όπου έχει κορεσμό.
Δείτε, τώρα, το δυνητικό ενδιαφέρον για μιαν Ελλάδα «με ανοιχτά μάτια».

Μια τέτοια προσέγγιση του διεθνούς επενδυτικού ενδιαφέροντος, στρεφόμενη στην πραγματικότητα της Ελλάδας του 2016 -ανάγκη υποδομής, βουλιαγμένες αξίες, εκπαιδευτική απερήμωση (πονάει, αλλά έτσι είναι), επαγγέλματα υγείας σε μετανάστευση, δυνατότητες ποιοτικών καλλιεργειών, συν η εξωστρέφεια της παράδοσης του εδώ κόσμου, καθώς και της τουριστικής πείρας- θα μπορούσε να δώσει σε μακροπρόθεσμη βάση την επενδυτική εκείνη εισροή που τόσα χρόνια «κυνηγάμε».

Αν θέλουμε/αν δεχθούμε «να είμαστε στον χάρτη».
Το τελευταίο αυτό δεν αφορά τόσο την πολιτική ηγεσία/τις πολιτικές ηγεσίες.

Μετά και τη σουρεαλιστική ψηφοφορία στη Βουλή για το ΥπερΤαμείο, όπου ο ΣΥΡΙΖΑ υπερψήφισε το -δυνητικό, έστω!- άνοιγμα σε ιδιωτικοποίηση των ΔΕΚΟ και της άγιας (=καταπατούμενης) δημόσιας γης, πάντως σε προσπάθεια εκμετάλλευσής της με λιγότερα ταμπού, ενώ Νέα Δημοκρατία, ΠΑΣΟΚ/ΔηΣυμπ και Ποτάμι όρθωσαν υπερήφανα τα στήθη τους εναντίον, η πολιτική τάξη έδειξε τα γνωστά: μπορεί να ψηφίσει τα πάντα και τίποτε!

Ο πολίτης/ψηφοφόρος είναι που χρειάζεται να αποφασίσει μέσα του για το αν θέλει ή όχι «να είμαστε στον χάρτη» ενός τέτοιου παράξενου επενδυτικού αύριο.

Προτεινόμενα για εσάς



Δημοφιλή