Από την έντυπη έκδοση
Του Νίκου Μπέλλου
[email protected]
Οι προσδοκίες δεν επιβεβαιώθηκαν, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν Κλοντ Γιούνκερ απέφυγε να κάνει την υπέρβαση αναλαμβάνοντας πρωτοβουλία για τη χαλάρωση του περιβόητου Συμφώνου Σταθερότητας, το οποίο λειτουργεί σήμερα ανασταλτικά στην ανάπτυξη της οικονομίας στην Ευρωζώνη.
Διαρροές στον Τύπο, τις τελευταίες μέρες, έφεραν τον κ. Γιούνκερ να εισηγείται ενώπιον της Ευρωβουλής τη μερική χαλάρωση του Συμφώνου Σταθερότητας, κυρίως μέσω της εξαίρεσης των δαπανών για την παιδεία και τις δημόσιες επενδύσεις, ώστε να μη λαμβάνονται υπ’ όψιν στο έλλειμμα.
Προφανώς ο πρόεδρος της Κομισιόν βλέποντας τις αρνητικές αντιδράσεις που εκδηλώθηκαν από τους λεγόμενους σκληρούς της Ευρωζώνης, δηλαδή το Βερολίνο αλλά και τον πρόεδρο του Εurogroup, Γερούν Ντέισελμπλουμ, θεώρησε ότι δεν είναι η στιγμή για μια αντιπαράθεση μεταξύ των οπαδών της δημοσιονομικής πειθαρχίας και των υπολοίπων.
Και όμως, η ευρωπαϊκή οικονομία έχει σήμερα ανάγκη όσο ποτέ από μια ανάσα, όχι μόνο γιατί η δημοσιονομική κατάσταση έχει βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια στην Ευρωζώνη, αλλά κυρίως διότι το Βrexit προκαλεί μεγάλη αβεβαιότητα και η αβεβαιότητα επιβράδυνση της επιχειρηματικής δραστηριότητας και της εσωτερικής ζήτησης.
Το Σύμφωνο Σταθερότητας είναι ένας γερμανικής έμπνευσης μηχανισμός, ο οποίος ελέγχει ασφυκτικά τις δημοσιονομικές επιδόσεις των κρατών - μελών. Όταν το επέβαλαν οι Γερμανοί, με αφορμή την ελληνική κρίση, η Ευρωζώνη βρισκόταν σε περίοδο μεγάλης δημοσιονομικής δοκιμασίας, με τις περισσότερες χώρες να καταγράφουν πολύ υψηλό έλλειμμα, ακόμη και διψήφιο σε ποσοστό του ΑΕΠ.
Τότε το Σύμφωνο ήταν χρήσιμο και είχε αποτελέσματα, δεδομένου ότι από το 2013 μέχρι σήμερα το έλλειμμα μειώθηκε από 6,3% κατά μέσο όρο σε 1,9% του ΑΕΠ. Οι χώρες του Νότου ζητούν επίμονα μια χαλάρωση, η οποία δεν έρχεται γιατί δεν θέλει το Βερολίνο, το οποίο ισχυρίζεται ότι υπάρχει ήδη ευελιξία στην ερμηνεία του Συμφώνου.
Από την άλλη, η γερμανική κυβέρνηση αρνείται τη χαλάρωση, ωστόσο η ίδια παραβιάζει μια άλλη πτυχή του Συμφώνου Σταθερότητας, που είναι η υποχρέωση ενός κράτους - μέλους με μεγάλα πλεονάσματα να αυξάνει τις δημόσιες επενδύσεις και τους μισθούς, ώστε να ενισχύεται η εσωτερική κατανάλωση, ώστε να επωφελείται όλη η Ευρωζώνη.
Οι Γερμανοί, παρότι είχαν το πρώτο εξάμηνο του 2016 πλεόνασμα 18 δισ. ευρώ, αρνούνται να κατευθύνουν ένα μέρος του στην πραγματική οικονομία και κανείς δεν τους λέει τίποτα. Σήμερα η χαλάρωση του Συμφώνου Σταθερότητας μοιάζει μονόδρομος και όσο πιο γρήγορα το αντιληφθούν στο Βερολίνο και στον υπόλοιπο Βορρά τόσο το καλύτερο για όλους.