Γιάννος Περλέγκας: «…Να έχουμε, όσο μπορούμε, τα μυαλά μας…»

Ο σκηνοθέτης και ηθοποιός μιλά με αφορμή την παράσταση «Ο αδαής και ο παράφρων»
Τετάρτη, 07 Σεπτεμβρίου 2016 10:40
A- A A+

Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]

Ο σκηνοθέτης και ηθοποιός Γιάννος Περλέγκας σκηνοθετεί την άγρια κωμωδία ενός μεγάλου Αυστριακού συγγραφέα, που επιστρατεύει το γκροτέσκο και «χολερικό» χιούμορ του, για να υπογραμμίσει το υπαρξιακό άγχος των ηρώων του και να μιλήσει για την τραγωδία της τέχνης, της επιστήμης και της γονεϊκής χειραγώγησης, και μας μιλά για το έργο «Ο αδαής και ο παράφρων».

Η περυσινή μεγάλη επιτυχία της Πειραματικής Σκηνής του Εθνικού Θεάτρου, το έργο του Τόμας Μπέρνχαρντ, που παρουσιάστηκε από την ομάδα θεάτρου «Χ•αίρεται», επανέρχεται για έναν νέο κύκλο παραστάσεων, στη μεγάλη σκηνή του Ιδρύματος Μιχάλης Κακογιάννης, από τις 8 έως τις 11 και από τις 13 έως τις 17 Σεπτεμβρίου, στις 9 το βράδυ. Οι παραστάσεις στις 8, 13, 14 και 15 Σεπτεμβρίου θα παιχτούν με αγγλικούς υπέρτιτλους.

Ο Γιάννος Περλέγκας σκηνοθετεί και παίζει στο έργο, που μετατρέπει την ιατρική σε επιστήμη της αποσύνθεσης και τη μουσική σε τέχνη της αποπροσωποποίησης και της καταστροφής, και μιλά για την παράσταση και για τους «αδαείς και τους παράφρονες της σύγχρονης πραγματικότητάς μας.

Πώς θα περιγράφατε το συγκεκριμένο έργο του Μπέρνχαρντ;

Ο «Αδαής και ο παράφρων» είναι ένα βιτριολικό παραμύθι για τα δυσδιάκριτα όρια ανάμεσα στην τραγωδία και την κωμωδία, που αποτελεί η φθαρτή ανθρώπινη ύπαρξη. Μια κυριολεκτική και μεταφορική ανατομία των καλλιτεχνών, των επιστημόνων, των γονέων, των κοινωνικών τάξεων και, εν τέλει, όλου αυτού του νοσηρού σώματος που είναι ο σύγχρονος δυτικός πολιτισμός.

Τι σας προσέλκυσε σε αυτό;

Πρώτα από όλα, η απαράμιλλη γλώσσα του Μπέρνχαρντ, αυτή η εμμονική περιδίνηση του λόγου και των ηρώων του γύρω από τις εμμονές τους. Αυτός ο άγονος στροβιλισμός γύρω από το Εγώ μας και τα ενδιαφέροντά μας, που διαπιστώνω, πρώτα από όλα, στον εαυτό μου, αλλά και σε πολλούς ανθρώπους γύρω μου, κοντινούς και μη. Νιώθω γύρω μου ανθρώπους, που διαγιγνώσκουν την αρρώστια τους, την κατάθλιψή τους, τα αδιέξοδά τους, αλλά σαν να μην ξέρουν πώς λέγεται το φάρμακο που θα τους γιατρέψει, κι αυτούς και την κοινωνία γύρω τους. Βέβαια, αυτές οι σκέψεις είναι λίγο εκ των υστέρων και καλύπτουν ένα μέρος της αλήθειας. Ένας σοβαρότατος λόγος ήταν η ακατάσχετη επιθυμία να παίξω τον ρόλο του Δόκτορα, έναν ρόλο γραμμένο από τον Μπέρνχαρντ ειδικά για τον Μπρούνο Γκαντς.

Ποια θέματα βάζει στο στόχαστρό του το έργο;

Όπως σας είπα, το έργο είναι μια πολλαπλή ανατομία. Ανατέμνει τη σχέση γονιού - παιδιού, τη σχέση καλλιτέχνη - καλλιτεχνικού έργου, τη σχέση καλλιτέχνη - κοινού, τη σχέση επιστήμης - τέχνης, τη σχέση επιστήμης - τέχνης - κοινωνίας. Όλα αυτά όμως, όχι από θέση ισχύος. Συχνά, κατηγορείται και περνιέται ο Μπέρνχαρντ για μισάνθρωπος, για αφόρητος, αφ’ υψηλού κατήγορος των πάντων, κ.ο.κ. Ο Μπέρνχαρντ, πρώτα από όλους, περνάει από ψιλό κόσκινο τον εαυτό του και, έπειτα, στρέφει τα βέλη του ενάντια σε όλους και σε όλα. Εκτίθεται, κατηγορώντας. Είναι ένας προφήτης της καταστροφής, που κρούει, όμως, τον κώδωνα της ανθρώπινης αναγέννησης. Ένας μεγάλος πληγωμένος επαναστάτης, αυτό είναι ο Τόμας Μπέρνχαρντ.

Πού εστιάσατε τη σκηνοθετική σας ματιά;

Προσπαθήσαμε όλοι να πετύχουμε αυτό το δύσκολο ζύγισμα ανάμεσα στο κατάφωρα σοβαρό και το ακατάσχετα γελοίο. Με δυο λόγια, προσπαθήσαμε να είμαστε αληθινοί.

Σκιαγραφείστε μας τους ήρωές του.

Πέντε οι ήρωες του έργου. Η Βασίλισσα της Νύχτας, η μεγαλύτερη σοπράνο κολορατούρας σε ολόκληρο τον κόσμο, που θα τραγουδήσει για 222η φορά τον “Μαγικό αυλό” του Μότσαρτ. Μια γυναίκα - ρομπότ που έθαψε όλες τις ανθρώπινες ανάγκες της, για να γίνει η τέλεια μηχανή αναπαραγωγής της θείας μουσικής του Αμαντέους. Ο πατέρας της, ένα τυφλό και αλκοολικό ζόμπι, μεταξύ υπερέντασης και αποχαύνωσης. Ζει μόνο μέσα από την καριέρα της κόρης του και, μιας και δεν βλέπει τίποτα, ακούει μόνο και κρίνει κάθε της αναπνοή, κάθε νότα της. Ο Δόκτωρ, Καθηγητής ιατροδικαστικής, βρίσκεται ανάμεσά τους. Ακόμα δεν μπορώ να απαντήσω με σιγουριά το γιατί. Από τη μια, μάλλον βρίσκεται εκεί, για να διαπιστώσει τον θάνατό τους, γιατί αυτοί οι δύο είναι ζωντανοί - νεκροί και έχουν, ταυτόχρονα, αυτοκτονήσει και δολοφονήσει ο ένας τον άλλον. Αφετέρου, μιας και ένας ιατροδικαστής, επί της ουσίας, αντιπροσωπεύει τον θάνατο, σκέφτομαι πως ο θάνατος, ο πάγος, έρχεται κοντά στη ζωή, για να ρουφήξει λίγη από τη φλόγα της. Είναι μεγάλη η μοναξιά του θανάτου, όπως και να το κάνεις. Κοντά σε αυτούς τους τρεις, βρίσκεται η ενδύτρια της Βασίλισσας, η κυρία Φάργκο, και το γκαρσόνι που τους σερβίρει στο εστιατόριο μετά την παράσταση, ο Βίντερ. Αυτοί είναι και οι μόνοι που έχουν όνομα στο έργο - οι αφανείς φυσιολογικοί άνθρωποι που είναι κι αυτοί καταδικασμένοι να εξυπηρετούν στα καμαρίνια ή στα σεπαρέ των εστιατορίων τούς επιφανείς παράφρονες.

Αναλογιζόμενος τη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα, πού διακρίνετε «αδαείς και παράφρονες»;

Δεν θα ξεχωρίσω τον εαυτό μου από αυτό. Η απάντησή μου δεν θα ήταν ειλικρινής και θα βαυκαλιζόμουν ότι σε κάτι ξεχωρίζω από τους άλλους. “Η ανθρωπότητα ακόμα συλλαβίζει” λέει σε κάποιο άλλο έργο του ο Μπέρνχαρντ. Η άγνοια, πάντως, δεν αργεί να οδηγήσει σε κάποιου είδους παράνοια. Και η άγνοια δεν είναι μόνο η έλλειψη γνώσης, οποιασδήποτε γνώσης - των πραγμάτων, του Άλλου, του εαυτού μας. Άγνοια είναι και να νομίζεις ότι κατακτώντας κάποιον τομέα της γνώσης, θα βρεις τις απαντήσεις για τη ζωή. Έτσι, τελικά, ξεχνάς την ίδια τη ζωή. Άρα, ξεχνάς ότι θα πεθάνεις, το οποίο είναι παράνοια. Δεν θέλω να δώσω μια πιο προφανή απάντηση. Πάντως, ως Έλληνες, αγγίζουμε και τις δύο έννοιες.

Τι θεωρείτε ότι χρειαζόμαστε περισσότερο σε αυτήν τη δύσκολη καμπή;

Αφύπνιση. Να έχουμε, όσο μπορούμε, τα μυαλά μας. Δεν έχουμε καμία άλλη περιουσία. Κι όσο μυαλό μας έχει απομείνει να φροντίσουμε να το μεταβιβάσουμε στα παιδιά μας, κι αυτά στα δικά τους, μπας και έρθει καμιά φορά κάποιος αιώνας, όπου θα ανατραπούν τα πάντα. Γιατί μόνο στην πλήρη ρήξη πρέπει να ελπίζει ο στοιχειωδώς νοήμων άνθρωπος.

Υπάρχει χώρος για αισιοδοξία;

Εφόσον καταφέρουμε να εκδιώξουμε τη μεμψιμοιρία και την κάθε λογής απονεύρωση, που μας προκαλούν όλες οι εκφάνσεις της σύγχρονης ζωής, δεν υπάρχει λόγος να μην είμαστε αισιόδοξοι.

KAROL JAREK
Ταυτότητα παράστασης

Μετάφραση: Γιώργος Δεπάστας, σκηνοθεσία: Γιάννος Περλέγκας, σκηνικά - κοστούμια: Λουκία Χουλιάρα, κίνηση: Δήμητρα Ευθυμιοπούλου, φωτισμοί: Νίκος Βλασόπουλος, βίντεο: Ιάσονας Αρβανιτάκης, βοηθός σκηνοθέτη: Μάγδα Καφκούλα, βοηθός σκηνογράφου: Γεωργία Μπούρα, σχεδιασμός μακιγιάζ: Εύη Ζαφειροπούλου, σχεδιασμός κομμώσεων: Χρόνης Τζήμος, σχεδιασμός ήχου: Δημήτρης Τσούκας, φωνητική διδασκαλία: Ευαγγελία Καρακατσάνη, εκτέλεση μακιγιάζ: Ιωάννα Μπάκα, φωτογραφίες παράστασης: Karol Jarek - Ιάσονας Αρβανιτάκης -  Γιάννης Πρίφτης, γραφιστική επιμέλεια: Αντώνης Λύρας, επικοινωνία: Άννα Θεοδόση. Διανομή: βασίλισσα της νύχτας: Ανθή Ευστρατιάδου, κυρία Φάργκο / σερβιτόρος Βίντερ: Γιάννης Καπελέρης, πατέρας: Χρήστος Μαλάκης, δόκτωρ: Γιάννος Περλέγκας.

KAROL JAREK
Πληροφορίες

Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης: Πειραιώς 206 (ύψος Χαμοστέρνας) - Ταύρος, τηλ.: 210 3418550. Διάρκεια παράστασης: 145 λεπτά (με διάλειμμα). Τιμές εισιτηρίων: προπώληση: κανονικό: 10 ευρώ,  μειωμένο: 8 ευρώ, στα ταμεία του θεάτρου: κανονικό: 12 ευρώ,  μειωμένο: 10 ευρώ. Προπώληση εισιτηρίων: ταμεία του Ιδρύματος (Δευτέρα - Παρασκευή: 11:00 - 14:00 και τα απογεύματα μία ώρα πριν την παράσταση), Ticket Services: Πανεπιστημίου 39 (Στοά Πεσματζόγλου), καταστήματα Forthnet, Seretis travel: Πανεπιστημίου 61 - Αθήνα, τηλ.: 210 3251295, τηλεφωνικά: 210 3418579 (Δευτέρα - Παρασκευή: 11:00 - 14:00), ηλεκτρονικά: νmcf.gr.

Προτεινόμενα για εσάς