Ταξιδεύοντας σε άλλες χώρες η σύγκριση με την Ελλάδα είναι όχι μόνο αναπόφευκτη αλλά και απαραίτητη. Επισκεπτόμενος, λοιπόν, μια πόλη του Ευρωπαϊκού Νότου, δεν έχει σημασία ποια, η σύγκριση με αυτά που συμβαίνουν στα μέρη μας ήταν χρήσιμη.
Οι νόμοι και οι κανόνες που καθορίζουν την καθημερινότητά μας είναι ίδιοι. Η διαφορά είναι στην υλοποίηση. Όλοι οι οδηγοί δικύκλων είναι υποχρεωμένοι να φορούν κράνος. Ο νόμος ίδιος και στις δύο χώρες. Στην Ελλάδα μία μειοψηφία οδηγών φορούν κράνος. Στην άλλη χώρα όλοι οι οδηγοί και όλοι οι συνεπιβάτες φορούν κράνος. Θέμα εκπαίδευσης είναι το γιατί φορούν κράνος ή ζώνη, για να το επεκτείνουμε, οι οδηγοί. Αρκετοί οδηγοί στην Ελλάδα φορούν κράνος γιατί φοβούνται ενδεχόμενη κλήση της τροχαίας. Θεωρούν τους εαυτούς τους άτρωτους (κάτι σα το μυθικό Αχιλλέα) με μοναδικό κίνδυνο στη ζωή τους την… τροχαία. Εδώ υπάρχει σίγουρα θέμα κακής εκπαίδευσης.
Και στις δύο χώρες υπάρχουν καλαθάκια για τα μικρά σκουπίδια σε διάφορα σημεία των δρόμων. Στην άλλη χώρα τα καλαθάκια έχουν μαύρες σακούλες και δεν προλαβαίνουν ποτέ να ξεχειλίσουν από σκουπίδια. Στην Ελλάδα μερικές φορές έχουν μαύρες σακούλες, αλλά συνήθως τα σκουπίδια έχουν ξεχειλίσει τον κάδο και έχουν γεμίσει και το έδαφος γύρω από το καλαθάκι. Αυτό συμβαίνει γιατί τη μια φορά έχουν τελειώσει οι σακούλες, την άλλη είναι χαλασμένο το απορριμματοφόρο, την τρίτη είναι άρρωστος ο υπάλληλος και πάει λέγοντας. Υπάρχει και το γνωστό ανέκδοτο με τη γερμανική και την ελληνική κόλαση που το δείχνει. Όμως κανείς πολίτης δεν δείχνει να ενοχλείται στο βαθμό που θα αντιδράσει κάνοντας έστω ένα τηλέφωνο. Όλοι το θεωρούν μάταιο.
Πηγαίνοντας σε ένα εστιατόριο σκέφτεσαι ότι και στις δύο χώρες υπάρχει απαγόρευση καπνίσματος. Στην Ελλάδα φθάσαμε τελικά να απαγορεύονται τα… σταχτοδοχεία. Στην άλλη χώρα κανείς δεν διανοείται να καπνίσει σε κλειστό χώρο. Όσοι θέλουν να καπνίσουν, και είναι πολλοί, βγαίνουν έξω. Εδώ δεν είναι μόνο θέμα εκπαίδευσης είναι και θέμα κοινωνικής ανοχής.
Στην Ελλάδα ο παράνομος δεν αντιμετωπίζει την κατακραυγή του διπλανού. Έτσι καπνίζει αρειμανίως στην ταβέρνα, οδηγεί ανάποδα στο μονόδρομο με τα αλάρμ αναμμένα και αν του κάνεις παρατήρηση σου αντιτείνει ότι έχει τα αλάρμ αναμμένα οπότε δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα που οδηγεί ανάποδα στο μονόδρομο. Ο Έλληνας κάνει ό,τι θέλει αδιαφορώντας για το διπλανό του, με την ανοχή του διπλανού του. Συνεπώς δεν είναι μόνο θέμα κακής εκπαίδευσης αυτό που ζούμε στην καθημερινότητά μας.
Το ζήτημα είναι γιατί υπάρχει αυτή η ανοχή απέναντι σε κάθε είδους κακή συμπεριφορά που βλάπτει το διπλανό και χαλάει την καθημερινότητά μας. Δεν ξέρω, πιστεύω ότι το θέμα χρειάζεται σοβαρή μελέτη. Εκ του προχείρου μπορούμε να φανταστούμε μερικούς λόγους.
Ένας λόγος ανοχής είναι, κατά τη γνώμη μου, η συνενοχή: Πήγαινε ανάποδα στο μονόδρομο, δεν θα σου πω τίποτα, αλλά κι εσύ δεν θα μιλήσεις όταν χτίσω το αυθαίρετο. Έτσι λειτουργούν μερικοί συμπολίτες μας.
Ένας δεύτερος λόγος είναι η συσπείρωση ενάντια στο «κακό» κράτος και η χαρά να το ξεγελάς, παρανομώντας όταν μπορείς. Το κράτος στην Ελλάδα θεωρείται εχθρός του πολίτη. Υποθέτω ότι αυτό ξεκίνησε στην τουρκοκρατία και έφτασε μέχρι τις μέρες μας γιατί οι κρατικές υπηρεσίες δεν λειτουργούν με κριτήριο την εξυπηρέτηση του πολίτη, αλλά τη δική τους εξυπηρέτηση. Η ταλαιπωρία όλων μας κάποια στιγμή σε κάποια δημόσια υπηρεσία το δείχνει.
Ένας άλλος λόγος είναι πιστεύω ο έντονος ατομικισμός, που υπάρχει πια στο DNA μας, που κάνει κάποιους να σκέφτονται ότι από τη μια μεριά βρίσκονται οι ίδιοι και από την άλλη ολόκληρη η κοινωνία. Μ’ αυτή τη λογική δεν θεωρούμε το δημόσιο χώρο και δικό μας, αλλά των άλλων ή του κακού κράτους. Μπορούμε, λοιπόν, να τον καταστρέφουμε χωρίς πρόβλημα. Η πράγματι απαράδεκτη συμπεριφορά μας απέναντι στα δημόσια κτίρια είναι η καλύτερη απόδειξη.