Από την έντυπη έκδοση
Του Γιώργου Κούρου
[email protected]
Ο Δεκαπενταύγουστος πέρασε και φέτος χαλαρά για όλους και φυσικά για την κυβέρνηση. Τώρα όμως αρχίζουν, όπως κάθε χρόνο άλλωστε τα τελευταία επτά, τα δύσκολα.
Οι μεν φορολογούμενοι βρίσκονται αντιμέτωποι με ένα «τσουνάμι» φόρων και χαρατσιών, που θα πρέπει να εξοφλήσουν εγκαίρως προκειμένου να αποφύγουν κατασχέσεις κινητών και ακινήτων, αλλά και διώξεις.
Η δε κυβέρνηση θα πρέπει να ανεβάσει και πάλι «στροφές», να τρέξει προκειμένου να εκπληρώσει άμεσα τις 15 μνημονιακές δεσμεύσεις που μένουν ακόμη «μετέωρες», ώστε να εκταμιευτεί η υποδόση των 2,8 δισ. ευρώ, που τόσο ανάγκη έχει η πραγματική οικονομία, αλλά και για να προετοιμάσει το «πακέτο» του Σεπτεμβρίου. Ένα «πακέτο» που περιέχει 31 προαπαιτούμενα, δύσκολα και επώδυνα.
Ειδικά μισθολόγια, ανατροπές στα εργασιακά, νέο καθεστώς αξιολόγησης των επιδόσεων στο Δημόσιο, αλλά και ψήφιση του νέου μεσοπρόθεσμου 2017 - 2020 είναι μόνο μερικοί από τους «σκοπέλους» που θα κληθεί να περάσει η κυβέρνηση και οι οποίοι για πολλούς καθιστούν τη δεύτερη αυτή αξιολόγηση ακόμη δυσκολότερη και από την πρώτη.
Μια αξιολόγηση που έφερε τη γνωστή σε όλους μας φοροκαταιγίδα, με ανυπολόγιστες συνέπειες στην αγορά, που μάλιστα δεν έχουν ακόμη καταγραφεί. Για αυτό και είναι απολύτως δικαιολογημένες οι εκκλήσεις όλων των φορέων της αγοράς για την ανάγκη αλλαγής πλεύσης.
Είναι κοινός τόπος άλλωστε ότι όσο, δυστυχώς, συνεχίζεται η ίδια οικονομική πολιτική, που ακολουθείται φυσικά από όλες τις μνημονικές κυβερνήσεις, η επιχειρηματικότητα καταστρέφεται και oι υγιείς επιχειρήσεις οδηγούνται σε αδιέξοδο με ό,τι φυσικά αυτό συνεπάγεται για την ανεργία.
Δεν είναι τυχαίο ότι τα λουκέτα είναι πλέον καθημερινό φαινόμενο, με αυξητική μάλιστα τάση στο δεύτερο εξάμηνο που διανύουμε, καθώς, όπως προκύπτει από έρευνες, το 69% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων δεν είναι πλέον σε θέση να ανταποκριθούν στις φορολογικές και ασφαλιστικές υποχρεώσεις. Προβλέπεται μάλιστα ότι η εικόνα της πραγματικής οικονομίας θα χειροτερεύσει ακόμη περισσότερο τους επόμενους μήνες, αφού τα μέτρα που έχουν ληφθεί για τα φορολογικά και ασφαλιστικά θα ωθήσουν την οικονομία σε περαιτέρω ύφεση.
Η έλλειψη χρηματοδότησης, η κατακόρυφη πτώση της κατανάλωσης, τα capital controls, η υπερφορολόγηση, η αύξηση των ακάλυπτων επιταγών, η αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών από και προς το Δημόσιο συνθέτουν σήμερα τη δραματική εικόνα μιας αγοράς που καταρρέει.
Το σίγουρο είναι ότι όλα τα προβλήματα έχουν λύσεις εκτός, δυστυχώς, από ένα που ταλανίζει τη χώρα τα χρόνια της κρίσης. Η έλλειψη πολιτικής βούλησης για αλλαγή της «συνταγής».