Από την έντυπη έκδοση
Του Χρήστου Δόγα
[email protected]
Με καθυστέρηση δύο μηνών η κυβέρνηση αποφάσισε τελικά να προχωρήσει στην εκκένωση της Ειδομένης, επιτρέποντας μάλιστα μόνο σε κρατικό ΜΜΕ να καλύψει την επιχείρηση.
Στο διάστημα αυτό, σύμφωνα με εκτενές ρεπορτάζ της «Ναυτεμπορικής», οι καταστροφικές συνέπειες στην οικονομία, στις επιχειρήσεις και τις μεταφορές, ύστερα από 66 ημέρες συνεχιζόμενης κατάληψης της σιδηροδρομικής γραμμής, αρχίζουν να γίνονται πλέον εμφανείς με τη μετακύλιση του κόστους στα προϊόντα και τον τελικό καταναλωτή.
Ο αποκλεισμός της σιδηροδρομικής γραμμής επέφερε καίριο πλήγμα στις εξαγωγικές / εισαγωγικές επιχειρήσεις, οι οποίες αναγκάστηκαν να επιλέγουν άλλες διαδρομές για τη μεταφορά προϊόντων, αυξάνοντας το κόστος, ενώ υποχρεώνονται να μεταφέρουν τα προϊόντα τους μέσω Βουλγαρίας, κάτι που έχει αρνητική επίπτωση στους χρόνους παράδοσης.
Η διαδρομή μέσω Βουλγαρίας διαρκεί έως και δύο ημέρες παραπάνω σε σχέση με τη διαδρομή μέσω της σιδηροδρομικής γραμμής της Ειδομένης, ενώ το πρόσθετο κόστος υπολογίζεται στα 7.000-10.000 ευρώ ανά συρμό.
Επιπλέον, το κλείσιμο των σιδηροδρομικών γραμμών στην Ειδομένη υπονόμευσε επί της ουσίας τη γεωστρατηγική θέση του Πειραιά στον «δρόμο του μεταξιού» που έχει χαράξει η Cosco. Σημαντικές είναι οι παράπλευρες απώλειες και για το λιμάνι της Θεσσαλονίκης.
Τα παραπάνω καταδεικνύουν ότι η κυβέρνηση για άλλη μια φορά αποφάσισε να αναλάβει δράση στις «καθυστερήσεις» και αφού η κατάσταση οδηγήθηκε στο απροχώρητο. Εάν η κυβέρνηση είχε εμμείνει στο διηνεκές, για δικούς της λόγους, στην τακτική της αδράνειας και της απραξίας, η στάση αυτή θα μπορούσε έστω να χαρακτηριστεί συνεπής.
Η μη δράση θα είχε μια «λογική». Τώρα όμως εύλογα γεννάται το ερώτημα: Προς τι η καθυστέρηση; Για ποιους λόγους η κυβέρνηση αναβάλλει συνεχώς δύσκολες αποφάσεις και αφήνει να διαιωνίζονται καταστάσεις που εξαντλούν τις όποιες αντοχές έχουν απομείνει στην οικονομία και τους πολίτες; Και στην περίπτωση της Ειδομένης η κυβέρνηση έπραξε -ή αναγκάστηκε να πράξει- αυτό το οποίο ούτως ή άλλως κάποια στιγμή θα έπραττε.
Το κόστος όμως της κωλυσιεργίας και της αδράνειας -ηθελημένης ή μη- λειτουργεί επιβαρυντικά και θέτει σε μεγαλύτερη δοκιμασία τις αντοχές της οικονομίας. Την ίδια τακτική ακολούθησε η κυβέρνηση και στο θέμα της αξιολόγησης.
Αναγκάστηκε να υπογράψει μια συμφωνία που θα μπορούσε να είχε επιτύχει πολύ νωρίτερα, χωρίς η χώρα να επωμιστεί επιπλέον δυσβάστακτα βάρη (86 δισ. ευρώ το κόστος των «γενναίων διαπραγματεύσεων» κατά τον Γιάννη Στουρνάρα).
Πολλοί ίσως σπεύσουν να πουν ότι αντί να μεμψιμοιρούμε πρέπει να επικροτήσουμε την -καθυστερημένη έστω- απόφαση για εκκένωση της Ειδομένης. Το γεγονός ότι το αυτονόητο φαντάζει σαν επιτυχία είναι ενδεικτικό της κρίσης στην οποία έχει περιέλθει η χώρα.