Της Ανθής Αγγελοπούλου
Στις 24 Απριλίου ξεκίνησε η Ευρωπαϊκή Εβδομάδα Εμβολιασμού η οποία φέτος είναι αφιερωμένη στον εμβολιασμό των ενηλίκων και η οποία θα διαρκέσει μέχρι τις 30 Απριλίου, με στόχο να ενημερώσει και να ευαισθητοποιήσει τον κόσμο για την αξία του εμβολιασμού έναντι σοβαρών λοιμώξεων.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (Π.Ο.Υ.), ο εμβολιασμός αποτελεί μία από τις πιο επιτυχημένες και οικονομικές υγειονομικές παρεμβάσεις, καθώς προλαμβάνει από 2 έως 3 εκατομμύρια θανάτους κάθε χρόνο σε ανθρώπους όλων των ηλικιών. Ο εμβολιασμός των ενηλίκων είναι σημαντικός διότι το ανοσοποιητικό σύστημα εξασθενεί με το πέρασμα των χρόνων. Μπορεί να έχει θετική επίπτωση στη μείωση της νοσηρότητας και της θνησιμότητας, βελτιώνοντας έτσι, την ποιότητα ζωής.
Ο Π.Ο.Υ. συστήνει τον εμβολιασμό ενηλίκων για την πρόληψη της γρίπης, του τετάνου, του κοκίτη και της πνευμονιοκοκκικής νόσου, μεταξύ άλλων μολυσματικών ασθενειών.
Ανεμβολίαστοι οι ενήλικες στην Ελλάδα
Σύμφωνα με τον Καθηγητή Μικροβιολογίας στην Ιατρική Σχολή Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Αθανάσιο Τσακρή, σοβαρό πρόβλημα στη χώρα μας αποτελεί και η μη εμβολιαστική κάλυψη των ενηλίκων, αποτέλεσμα της οποίας είναι η εμφάνιση μεταδοτικών λοιμώξεων σε μεγαλύτερες ηλικίες. Δυστυχώς όπως λέει ο καθηγητής, ως λαός έχουμε την πεποίθηση ότι τα εμβόλια είναι μόνο για την παιδική ηλικία. Η μειωμένη εμβολιαστική κάλυψη που υπάρχει στους ενήλικες επιτάθηκε τόσο με τη δημιουργία του αντιεμβολιαστικού κινήματος, που κορυφώθηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας της γρίπης Η1Ν1, όσο και με τη μετανάστευση από χώρες όπου η εμβολιαστική κάλυψη ή η κατάσταση ανοσίας του πληθυσμού δεν είναι γνωστή. Είναι χαρακτηριστικό ότι στη χώρα μας τα ποσοστά εμβολιασμού ενηλίκων, για όλα τα μέχρι τώρα κυκλοφορούντα εμβόλια, κινούνται σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα, παρ’ ότι τα προτεινόμενα εμβόλια αποζημιώνονται πλήρως από όλα τα ασφαλιστικά ταμεία. Για παράδειγμα, η εμβολιαστική κάλυψη για τον πνευμονιόκοκκο και τη γρίπη είναι μόνο 15-20%, όταν τα αντίστοιχα ποσοστά στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης είναι πάνω από 50% και όταν για να επιτευχθεί συλλογική ανοσία έναντι λοιμωδών νοσημάτων για να αποφευχθεί η εκδήλωση επιδημιών, απαιτείται ιδιαίτερα υψηλή εμβολιαστική κάλυψη του πληθυσμού. Αντίστοιχα, στη χώρα μας η εμβολιαστική κάλυψη έναντι του ιού των ανθρωπίνων θηλωμάτων (HPV) δεν ξεπερνά το 30%, ενώ στις σκανδιναβικές χώρες αγγίζει το 90%.
Παράλληλα όπως λέει, o Παιδίατρος και Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών (Ιατρικός Διευθυντής Τμήματος Εμβολίων ΒΙΑΝΕΞ ΑΕ/Sanofi Pasteur MSD) κ. Γ. Τρίμηw μετά τα 50-60 έτη πρέπει να γίνονται εμβόλια, όπως ισχύει και για τα μικρά παιδιά, ώστε να εξασφαλιστεί η υγιής γήρανση του πληθυσμού και αποφευχθεί το ξέσπασμα επιδημιών από νοσήματα όπως η γρίπη και ο πνευμονιόκοκκος. Το εμβόλιο γρίπης όπως λέει, είναι απαραίτητο να γίνεται κατά προτίμηση μέσα στον Οκτώβριο ή Νοέμβριο, κατά προτεραιότητα στον πληθυσμό που ανήκει στις ομάδες υψηλού κινδύνου (χρόνια νοσήματα), σε όλα τα άτομα άνω των 60 ετών και στους Επαγγελματίες Υγείας. Ο εμβολιασμός πρέπει να γίνεται σε ετήσια βάση, λόγω της μεταβολής των τύπων του ιού που προκαλούν κάθε χρόνο την γρίπη. Η ανοσία από προηγούμενες λοιμώξεις ή εμβολιασμούς δεν προλαμβάνει τη λοίμωξη από τους διαφορετικούς τύπους του ιού που κυκλοφορούν κάθε χειμώνα και τη σχετιζόμενη νόσο. Για το λόγο αυτό το εμβόλιο περιέχει ετησίως τους 3 συχνότερους τύπους του ιού της γρίπης που κυκλοφορούν το συγκεκριμένο διάστημα. Οι ασθενείς υψηλού κινδύνου κάθε ηλικίας με χρόνια νοσήματα αλλά και οι άνω των 50 ετών θα πρέπει να έχουν λάβει και το εμβόλιο έναντι του πνευμονιόκοκκου, για να είναι επαρκώς θωρακισμένοι και έναντι της πνευμονιοκοκκικής πνευμονίας, από την οποία κινδυνεύουν έτσι κι αλλιώς, όμως η πιθανότητα εκδήλωσής της αυξάνεται αν νοσήσουν από γρίπη.
Επίσης οι ενήλικες πρέπει να εμβολιάζονται κάθε 10 χρόνια έναντι του τετάνου και της διφθερίτιδας, καθώς το εμβόλιο παρέχει προστασία όταν επαναλαμβάνεται στο συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Στην ενήλικο ζωή πρέπει να γίνει μία φορά και το εμβόλιο του κοκκύτη (υπάρχει σκεύασμα σε συνδυασμό με τα εμβόλια τετάνου-διφθερίτιδας), ιδιαιτέρως στα άτομα που συναναστρέφονται βρέφη, καθώς αν μεταδώσουν τη νόσο στα μικρά βρέφη, αυτά κινδυνεύουν με εισαγωγή στη Μονάδα Εντατικής Νοσηλείας ή και θάνατο λόγω άπνοιας. Ιδιαιτέρως ευπαθής ομάδα είναι οι έγκυες γυναίκες που πρέπει να εμβολιάζονται έναντι της γρίπης για δική τους προστασία και έναντι του κοκκύτη για προστασία των νεογνών που θα γεννήσουν.