Η εγκατάλειψη των ορυκτών καυσίμων στον τομέα των μέσων μαζικής μεταφοράς και η υιοθέτηση καθαρότερων πόρων, όπως το υδρογόνο και η ηλεκτρική ενέργεια, όχι μόνο θα προστατεύσει το περιβάλλον, αλλά θα μειώσει επίσης το κόστος της μεταφοράς κατά δισεκατομμύρια ευρώ το χρόνο, σύμφωνα με νέα μελέτη.
Σύμφωνα με ανάλυση από το τμήμα Οικονομετρίας του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ, οι μεταφορές με καύσιμα από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα εξοικονομούσαν περίπου 300 εκατομμύρια ευρώ ετησίως μεταξύ 2020 και 2030. Αυτή η μετάβαση θα οδηγούσε σε μείωση της ζήτησης του πετρελαίου, και στη συνέχεια σε χαμηλότερες τιμές. Τα χρήματα που θα εξοικονομούνται από το πετρέλαιο θα μπορούν στη συνέχεια να επενδυθούν στην ανάπτυξη ακόμη πιο βιώσιμων συστημάτων.
Η έκθεση προειδοποιεί επίσης ότι χωρίς τα μέτρα αυτά, οι τρέχουσες χαμηλές τιμές του πετρελαίου μπορούν και πάλι να φθάσουν τα 130 δολάρια ανά βαρέλι έως το 2050. Αντίθετα, η σταδιακή μετάβαση σε χαμηλές εκπομπές άνθρακα μπορεί να μειώσει τις τιμές του πετρελαίου κατά 15% ως το 2020 και κατά 29% δύο δεκαετίες αργότερα.
«Μέσα από την κατάλληλη πολιτική και τεχνολογική καινοτομία, αναμένουμε ότι η παγκόσμια οικονομία μπορεί να χρησιμοποιεί 11 εκατομμύρια λιγότερα βαρέλια πετρελαίου την ημέρα ως το 2030», δήλωσε ο Φίλιπ Σάμερτον, επικεφαλής της μελέτης.
«Οι χαμηλότερες τιμές του πετρελαίου θα ωφελήσουν τις περιοχές που εισάγουν πετρέλαιο, όπως η Ευρώπη, μειώνοντας τις πληθωριστικές πιέσεις προς τους καταναλωτές, και αυξάνοντας τα πραγματικά εισοδήματα», πρόσθεσε.
Εξάλλου, η μείωση του κόστους των υβριδικών οχημάτων και η βελτίωση της τεχνολογίας μπαταριών μπορούν να διευκολύνουν τη μετάβαση από τα ορυκτά καύσιμα, και θα ενθαρρύνουν το επενδυτικό ενδιαφέρον στον τομέα των μεταφορών με χαμηλές εκπομπές άνθρακα, καταλήγει η έρευνα.