Του Δημήτρη Χατζηνικόλα
Συνεδριάζει στο Μαξίμου το κυβερνητικό συμβούλιο Προσφυγικής και Μεταναστευτικής Πολιτικής.
Η συνεδρίαση λαμβάνει χώρα στον απόηχο επεισοδίων, για δεύτερη ημέρα χθες το βράδυ, στη Χίο μεταξύ Αφγανών και Σύρων οι οποίοι παραμένουν στο κλειστού τύπου κέντρο, αναμένοντας, όσοι δεν έχουν υποβάλλει αίτημα ασύλου, την επαναπροώθησή τους άμεσα στην Τουρκία. Στο νησί μεταβαίνουν σήμερα εκτάκτως άνδρες των ΜΑΤ, προκειμένου να ελέγξουν την κατάσταση.
Ένα από τα βασικά θέματα που απασχολεί αυτήν τη στιγμή το Μαξίμου και τα συναρμόδια υπουργεία είναι οι επαναπροωθήσεις που θα ξεκινήσουν από Δευτέρα με πλοίο της Frontex από τη Λέσβο στο Δικελί.
Οι τουρκικές αρχές έχουν δηλώσει ότι σε αυτήν τη φάση μπορούν να δεχθούν 500 μετανάστες προφανώς επειδή δεν έχουν ακόμη ετοιμαστεί οι δομές φιλοξενίας. Πάντως αυτήν τη στιγμή δεν έχει ολοκληρωθεί η εξέταση κανενός αιτήματος ασύλου, αφού ο σχετικός νόμος αναμένεται να ψηφιστεί σήμερα στην Ολομέλεια της Βουλής.
Αυτήν τη στιγμή πάντως σε τρία νησιά (Λέσβο, Σάμο και Χίο) βρίσκονται περισσότεροι από 5.000 άνθρωποι και είναι προφανές ότι όσο καθυστερεί η εφαρμογή της συμφωνίας Ε.Ε.-Τουρκίας η υπομονή τους θα εξαντλείται και η κατάσταση στα hotspots θα χειροτερεύει.
Ακόμη όμως και η καταγραφή τους και η εξέταση των αιτημάτων ασύλου (εντός 14 ημερών προβλέπει η συμφωνία) αυτή τη στιγμή είναι ανέφικτη, αφού σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές η βοήθεια κυρίως σε προσωπικό από την Ευρώπη δεν έχει φτάσει ακόμη, ενώ η υπηρεσία ασύλου δεν έχει ακόμη κλιμάκια σε όλα τα νησιά. Αύριο Σάββατο θα φτάσουν στα νησιά του Αιγαίου 400 αστυνομικοί της Frontex.
Η κυβέρνηση ελπίζει ότι οι επαναπροωθήσεις θα λειτουργήσουν αποτρεπτικά σε όσους επιθυμούν να περάσουν το Αιγαίο, ωστόσο ο αναπληρωτής υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής ΓιάννηςΜουζάλας, μιλώντας χθες στη Διάσκεψη της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, ευχήθηκε η συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας «να αποτελέσει την αρχή μιας λύσης, για να δώσει μορφή στο χάος», αλλά παραδέχθηκε ότι πρόκειται για μια συμφωνία «με μεγάλες δυσκολίες στην υλοποίησή της».
Επ' αυτού σημείωσε ότι η βασική δυσκολία είναι η εμπλοκή πολλών μερών σε συνδυασμό με το «έλλειμμα ανταπόκρισης από την Ε.Ε. στη βοήθεια που έχει υποσχεθεί και είναι απαραίτητη», η «συγκεχυμένη στάση της Τουρκίας», και «οι διαδικασίες εναρμόνισης των νομικών ζητημάτων της συμφωνίας στις διεθνείς συνθήκες».